Η σχέση πολίτη-Διοίκησης την εποχή της πανδημίας: το ζήτημα της προτεραιότητας των ελευθεριών του πνεύματος

Βασιλική Χρήστου, επίκουρη Kαθηγήτρια συνταγματικού δικαίου Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ

Η αιφνίδια και ριζική αναδιάταξη του τρόπου ζωής, που προκάλεσε η πανδημία, έφερε στο προσκήνιο τη διοικητική λειτουργία, την επιτελεστική χείρα του κράτους, που καλείται να επιβλέψει και να εφαρμόσει τα νέα μέτρα.

Θα προσπαθήσω να συνοψίσω σε τρία σημεία το πως επαναπροσδιορίστηκε η σχέση πολίτη και διοίκησης την εποχή της πανδημίας.

Πρώτον, διευρύνθηκε και κατέστη διαρκώς παρούσα η περιοριστική διοίκηση. Σε καθημερινή βάση αναμένουμε κάποιες υπουργικές αποφάσεις με οδηγίες για το τι επιτρέπεται να κάνουμε, ποιες δραστηριότητες επιτρέπονται, μέχρι τι ώρα, με ποιους περιορισμούς, ποια είναι η σωστή χρήση της μάσκας κοκ. Περιορίζεται προεχόντως κι ενδεικτικά η ελευθερία κίνησης, η επαγγελματική και οικονομική ελευθερία και εν γένει η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας. Αναδιατάσσεται, με δυο λόγια, ο ανθρώπινος βίος δημιουργώντας μια ουσιώδως νέα συνθήκη, στην οποία κυριαρχεί η σπανιότητα της βιωματικής εμπειρίας.

Δεύτερον, ήρθε στο προσκήνιο και η παροχική διοίκηση. Η διοίκηση δεν περιορίζει απλώς, παρέχει υπηρεσίες, προβαίνει σε θετικές ενέργειες για να προστατέψει τη ζωή και την υγεία, αλλά και εν γένει την αξιοπρεπή διαβίωση. Εδώ η υγειονομική και νοσοκομειακή διοίκηση έχει τον πρώτο λόγο: πώς είναι οργανωμένα τα νοσοκομεία, πόσες κλίνες ΜΕΘ είναι διαθέσιμες, πώς θα λάβει χώρα απρόσκοπτα ο εμβολιασμός κοκ. Σημασία έχουν και τα μέτρα αναπλήρωσης του εισοδήματος, λόγω του lockdown, με δυο λόγια, η περίφημη «στήριξη της οικονομίας».

Προφανώς παροχική και περιοριστική διοίκηση υπήρχε και πριν την πανδημία. Έχει, όμως, ενταθεί και διευρυνθεί ο ρόλος τους λόγω της πανδημίας, καθώς έχει εν γένει διευρυνθεί ο ρόλος του κράτους.

Τρίτο χαρακτηριστικό της νέας διοίκησης στην εποχή της πανδημίας είναι, αναμφίβολα, η ψηφιακή διοίκηση. Όλο και περισσότερες υποθέσεις διεκπεραιώνονται με ηλεκτρονικό τρόπο,  η οργάνωση του εμβολιασμού ωθεί όλο και περισσότερους στις υπηρεσίες της άυλης συνταγογράφησης του δημόσιου συστήματος υγείας, η γραφειοκρατία μειώνεται. Έτσι, η κοινωνική αποστασιοποίηση, την οποία επέβαλε η πανδημία, πίεσε τον δημόσιο τομέα προς έναν ψηφιακό εκσυγχρονισμό που θα έπρεπε να είχε λάβει χώρα και νωρίτερα.

Το ερώτημα που τίθεται είναι: από τη σκοπιά του συντάγματος και των ατομικών ελευθεριών πώς επαναπροσδιορίζεται η σχέση πολίτη – διοίκησης, πολίτη – κράτους εν τέλει, σε κάθε ένα από αυτά τα τρία σημεία;

  1. A) Θα ξεκινήσω αντίστροφα, δηλαδή από το τελευταίο πεδίο προβληματισμού, την ψηφιακή διοίκηση, γιατί εδώ τα πράγματα είναι πλέον προφανή. Είναι σαφές ότι η γιγάντωση του ψηφιακού κράτους πρέπει να συνοδευτεί από την ενδυνάμωση του ρόλου, ιδίως του ελεγκτικού ρόλου, των ανεξάρτητων αρχών που δραστηριοποιούνται στο συναφές πεδίο, δηλαδή της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών. Για παράδειγμα, μέσω της εποπτείας από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, χρειάζεται να διασφαλιστεί ότι ο τεράστιος όγκος δεδομένων και μεταδεδομένων, που συγκεντρώθηκε την εποχή της πανδημίας, θα καταστραφεί και δεν θα αξιοποιηθεί από κανέναν, ούτε από τους ιδιώτες παρόχους των σχετικών υπηρεσιών για εμπορικούς σκοπούς.

Β) Θα έρθω τώρα στο ζήτημα της διεύρυνσης της περιοριστικής, αλλά και της  παροχικής διοίκησης, το οποίο είναι και το θεωρητικά πιο απαιτητικό, πρωτίστως από την άποψη των ατομικών ελευθεριών.

Έχει καταρρεύσει το σύστημα των ατομικών ελευθεριών; Έχουν καταστεί οι ελευθερίες λειτουργικές; Έχουν ξεπεραστεί ή – χειρότερα – έχουν εξαφανιστεί τα όρια;

Θα ήθελα να δείξω ότι με το θεωρητικό οπλοστάσιο του κλασικού φιλελευθερισμού είναι δυνατόν να εννοιολογήσουμε την παρούσα κρίση, αλλά και να αντλήσουμε κανονιστικά συμπεράσματα. Η τρέχουσα κρίση είναι κρίση ενός συλλογικού αγαθού, της δημόσιας υγείας, που – σε αντίθεση με την ατομική υγεία – δεν έχει ο καθένας μας εξουσία να διαθέσει, ούτε είναι δυνατόν να διαθέσει ο καθένας το κομμάτι που του αναλογεί, χωρίς να επηρεάζει τους άλλους. Μας δίνεται γι’ αυτό μια καλή ευκαιρία να σκεφτούμε πάνω στην ουσία του φιλελευθερισμού.

Θα ήθελα να τονίσω ότι η ιδέα των ατομικών ελευθεριών γεννήθηκε ταυτόχρονα, εντός και ως σύστοιχη του κοινωνικού συμβολαίου. Οι ατομικές ελευθερίες, λοιπόν, δεν θα πρέπει να γίνονται αντιληπτές ως ένα σύνολο εγωιστικών, ξεροκέφαλων ή σολιψιστικών απαιτήσεων έναντι της κοινότητας, γιατί ακριβώς εξ αρχής αποτέλεσαν στοιχείο ενός κοινωνικού συμβολαίου. Πηγή των ατομικών ελευθεριών είναι ο απροϋπόθετος σεβασμός του άλλου. Πώς μπορούμε να το κατανοήσουμε αυτό;

Ο Τσακυράκης επεσήμαινε ότι η ελευθερία από κάθε μορφής λογοκρισία δεν πηγάζει από την ελευθερία του «εγώ» να εκθέτει όποια άποψη θέλει, αλλά από την υποχρέωση του καθενός να μην δρα εξουσιαστικά και περιοριστικά προς όποια άποψη δεν συμπαθεί.

Αντίστοιχα ισχύουν για την περίπτωση της πανδημίας. Είναι δυνατόν, στο όνομα της ατομικής ελευθερίας, ορισμένοι να μη συμμετέχουν στο δημόσιο βάρος που τους αναλογεί για τη διαφύλαξη της δημόσιας υγείας, επειδή αρνούνται να φορέσουν μάσκα ή να εμβολιαστούν ή να κάνουν τέστ; Η ίση συμμετοχή στο δημόσιο βάρος βασίζεται στον ίσο σεβασμό του άλλου ως ελεύθερου υποκειμένου. Και η πανδημία, ως κρίση ενός αποκλειστικά συλλογικού αγαθού, μας έδωσε την αφορμή να επισημάνουμε στρεβλώσεις, πολύ δημοφιλείς, γύρω από τον φιλελευθερισμό. Φιλελευθερισμός, λοιπόν, δεν είναι μόνον η ελευθερία του κεφαλαίου και ο οικονομικός ανταγωνισμός, αλλά, πρωτίστως, ο σεβασμός του άλλου ως ίσου υποκειμένου.

Γ) Υπάρχει όμως και ένα ακόμη ζήτημα που προκύπτει από τη γιγάντωση της διοίκησης λόγω της πανδημίας, πολύ πιο δύσκολα αντιμετωπίσιμο. Αλήθεια, πόσο ελεύθεροι μπορεί να θεωρούμαστε, αν υποστηριζόμαστε πλήρως από το παροχικό κράτος; Ο συνδυασμός δε – περιορισμού αφενός και κρατικής υποβάσταξης αφετέρου – φαντάζει ζοφερός. Δεν έχουμε εδώ να κάνουμε με ένα μοντέλο πλήρως διευθυνόμενου βίου; Μήπως η διευρυμένη, ταυτοχρόνως περιοριστική και παροχική, διοίκηση σημαίνει ότι οδεύουμε προς αυτό που ο Φουκώ ονόμασε βιοπολιτική, μια πλήρη δηλαδή εξουσίαση και ποδηγέτηση του ανθρώπινου βίου, όπου πολύ λίγα αφήνονται στο ελεύθερο πνεύμα και στο ελεύθερο φρόνημα, στην ελεύθερη επιλογή του καθενός; Και, τέλος, γιατί να μας απασχολεί αυτό το ερώτημα, αφού η κατάσταση της πανδημίας φαίνεται ότι οδεύει προς το τέλος της;

Ζούμε μια αιφνίδια μεταβολή της ανθρώπινης συνθήκης. Η μεταβολή που επήλθε την περίοδο της πανδημίας, μπορεί, λόγω του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής και των μέτρων που θα απαιτηθούν για την ανάσχεσή της, να είναι μια πρόγευση αυτού που θα ακολουθήσει τις επόμενες δεκαετίες. Ήδη οι επιστήμονες κάνουν λόγο για νέες πανδημίες, χώρια οι νέες σπανιότητες που θα επιφέρει η κλιματική αλλαγή.

Η ευρεία αναδιάταξη του ανθρώπινου βίου, ή, μια κατάσταση γενικευμένης σπανιότητας της βιωματικής εμπειρίας, όπως αυτή που διανύουμε λόγω του κορωνοϊού, μπορεί να σημαίνει ότι θα πρέπει να ξαναδούμε εκ νέου τις σταθμίσεις και τις προτεραιότητες των συνταγματικών αγαθών, και ίσως να προβούμε σε κάποιες prima facie ιεραρχήσεις, όσο κι εάν πάντοτε είναι νοητές εξαιρέσεις και ειδικότερες αξιολογήσεις.

Όπως δηλαδή δεχτήκαμε ότι ο κλασικός φιλελευθερισμός μας καλεί και στην εκπλήρωση υποχρεώσεων προς το κοινωνικό σύνολο ως συνέπεια του ίσου σεβασμού, έτσι θα πρέπει να δεχτούμε ότι μπροστά σε αυτή τη νέα σπανιότητα μπορεί να χρειαστούμε και νέες – κατ’ αρχήν – ιεραρχήσεις και κάποιον αναστοχασμό.

Αυτή τη στιγμή σπάνιος πόρος είναι, θα λέγαμε, η κοινωνικότητα και θα πρέπει να τον διανείμουμε δίκαια. Πώς θα τον διανείμουμε, λοιπόν, δίκαια; Και με ποια προτεραιότητα; Στην εκπαίδευση; Στην πρωτοβάθμια ή στη δευτεροβάθμια; Στον πολιτισμό; Στα θέατρα; Στον τουρισμό; Ή στη δικαιοσύνη; Το ζήτημα της δικαιοσύνης και της προτεραιότητας μεταξύ των ατομικών ελευθεριών είναι πιο επιτακτικό στην παρούσα φάση διαχείρισης της πανδημίας, κατά την οποία ζούμε υπό συνθήκες μερικού lockdown, παρά στην πρώτη φάση των οριζόντιων και γενικών περιορισμών.

Θα επιχειρήσω, λοιπόν, να κάνω μια πρόταση περί προτεραιότητας, αν και, είναι σαφές, κανένα συνταγματικό αγαθό δεν επιτρέπεται να πέσει κάτω από ένα ελάχιστο επίπεδο προστασίας και κανένα μείγμα μέτρων δεν επιτρέπεται να προσβάλει το επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης.

Ποια είναι λοιπόν η πρόταση; Προτεραιότητα έχει η πολιτική κοινότητα, που είναι το σπίτι μας, μέσα στο οποίο θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε τις όποιες κρίσεις. Προτεραιότητα έχει, λοιπόν, η πολιτική κοινότητα, άρα και η πολιτική ελευθερία, δηλαδή πέραν του αυτονοήτου της ψήφου, η ελευθερία του φρονήματος και η ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης. Αυτή η λογική προτεραιότητα έχει ιστορικό και θεωρητικό βάθος. Ιστορικά, νομίζω, επιβεβαιώνεται πως η ουσία του Διαφωτισμού υπήρξε η ελευθερία του φρονήματος. Στην επανάσταση του ορθού λόγου δεν νοείται το πνεύμα να μην έχει τον πρώτο λόγο. Ακόμη, η  ελευθερία της σκέψης ήταν που οδήγησε τους ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν ότι είναι ίσοι και ότι τα προνόμια πρέπει να καταργηθούν. Και θεωρητικά, από τους στοχαστές του Διαφωτισμού, με πρώτο τον Ιμμάνουελ Καντ, μέχρι τους νεώτερους στοχαστές της ελευθερίας, με βασικότερο τον Τζον Ρωλς, νομίζω, προκύπτει η προτεραιότητα της ελευθερίας του πνεύματος. Δεν θα κουράσω εδώ με θεωρητικές αναλύσεις.

Θα μπορούσε, βέβαια, κάποιος εύλογα να διερωτηθεί: Είναι δυνατόν σε συνθήκες πανδημίας να μιλούμε για την προτεραιότητα του πνεύματος; Δεν είναι η ζωή η υπέρτατη αξία; Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσουμε το εξής: το ερώτημα δεν είναι αν έχει προτεραιότητα το πνεύμα έναντι της ζωής ή το πνεύμα έναντι του σώματος. Το ερώτημα είναι, πώς μπορεί υπό συνθήκες που προστατεύουν τη δημόσια υγεία, εν προκειμένω αναγκαία και υπό συνθήκες κοινωνικής αποστασιοποίησης, να επιβεβαιώνεται η ιδιαίτερη σημασία των ελευθεριών του πνεύματος.

Ούτως ή άλλως μέσα στον ανθρώπινο βίο, η ζωή βρίσκεται διαρκώς υπό διακινδύνευση. Οδηγούμε στους δρόμους με όλα τα απαραίτητα μέτρα ασφάλειας και προστασίας, αλλά γνωρίζουμε ότι υπάρχουν πιθανότητες να βλαβεί η  ζωή μας, όπως και όταν ταξιδεύουμε με αεροπλάνο ή κολυμπάμε στη θάλασσα. Υπό αυτήν την έννοια, η ζωή δεν είναι κυρίαρχη, ούτε μπορεί κάποιος να μας την εξασφαλίσει. Κάτι τέτοιο θα ήταν, υπό μίαν έννοια, πέρα από τα ανθρώπινα. Αντίθετα, η πολιτική κοινότητα μπορεί μόνο να εξασφαλίσει κάποιες διαδικασίες για τη φροντίδα της υγείας (δημόσιας κι ατομικής) κι εμμέσως και της ζωής, οι οποίες θα εκφράζουν μια πειστική λύση στο ζήτημα της εξισορρόπησης όλων των συνταγματικών εγγυήσεων, λαμβάνοντας υπόψη το ειδικό βάρος των ελευθεριών του πνεύματος.

Τι σημαίνει λοιπόν η προτεραιότητα των ελευθεριών των πνεύματος για την περίπτωση της πανδημίας; Σημαίνει ότι, όταν τα μέτρα κατά της πανδημίας επηρεάζουν δυσμενώς τις προϋποθέσεις καλλιέργειας του ελεύθερου φρονήματος, πλήττουν δηλαδή περισσότερο την εκπαίδευση, τον πολιτισμό και τον πολιτικό διάλογο, πρέπει να δίνεται μεγαλύτερη έμφαση, ένα ειδικότερο βάρος στην αιτιολογία για την αναγκαιότητα του περιορισμού των αγαθών αυτών, ιδίως όταν τα μέτρα παρατείνονται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αντιστοίχως, αναμένεται ότι – όσο τα μέτρα παρατείνονται – τόσο πιο διεξοδικός πρέπει να γίνεται ο δικαστικός έλεγχος για τα παραπάνω αγαθά, μια που ελλείπει πλέον το στοιχείο του απρόβλεπτου. Τέλος, καθώς οι περιορισμοί δεν είναι πια γενικοί και οριζόντιοι, όπως στην πρώτη φάση της πανδημίας, πρέπει να αιτιολογούνται ειδικά οι επιλογές που προκρίνονται έναντι άλλων, ως προς το ποιοι θα απολαύσουν τον σχετικά σπάνιο πόρο της κοινωνικότητας με γνώμονα, βέβαια, τα υγειονομικά κι επιστημονικά δεδομένα, αλλά και την ιδιαίτερη βαρύτητα των συνταγματικών αγαθών που σχετίζονται με την καλλιέργεια του ελεύθερου πνεύματος και αποτελούν τη βάση της πολιτικής ελευθερίας.

Βεβαίως, η πανδημία δεν στρέφεται ευθέως κατά της πολιτικής ελευθερίας, της ελευθερίας σκέψης και συνείδησης. Οι υγειονομικοί περιορισμοί είναι, όπως λέμε, ουδέτεροι ως προς το φρόνημα περιορισμοί. Ευθέως ή αμέσως τα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας βαρύνουν πρωτίστως άλλα, – θα τα αποκαλέσω – συμπληρωματικά αγαθά. Αυτά τα αγαθά τα αποκαλώ συμπληρωματικά, επειδή υποστηρίζουν τις βασικές ελευθερίες, του φρονήματος και του πνεύματος. Τέτοια αγαθά είναι, για παράδειγμα, η κίνηση και η οικονομική ελευθερία. Αυτά τα συμπληρωματικά αγαθά είναι κατ’ αρχήν ευπροσάρμοστα στην οργάνωση της κοινωνικής συμβίωσης ανάλογα με τις συνθήκες. Άλλο νόημα είχε η ελευθερία κίνησης πριν την ανακάλυψη της ατμομηχανής, του αυτοκίνητου ή του αεροπλάνου, άλλο έχει σήμερα, και άλλο θα έχει στο μέλλον, όταν η σπανιότητα των ενεργειακών πόρων θα επιβάλει περιορισμούς στις μετακινήσεις μας. Ούτε μπορεί κάποιος, επειδή υποχρεώθηκε από τα πράγματα να φορέσει παπούτσια για να μην καούν τα πόδια του στην άσφαλτο, να παραπονείται για παραβίαση της ατομικής του ελευθερίας, νοσταλγώντας τις εποχές που περπατούσε ξυπόλυτος στο δροσερό χώμα. Για τον λόγο αυτόν, αυτά τα συμπληρωματικά αγαθά είναι, νομίζω, δεκτικά πολλών σταθμίσεων στο πλαίσιο της γνωστής μας αρχής της αναλογικότητας – και αυτό έχει καταδειχτεί και στην περίπτωση της πανδημίας.

Έμμεσα, όμως, οι περιορισμοί στα συμπληρωματικά αγαθά, όταν παρατείνονται και ξεπερνούν το αναγκαίο, μπορούν να πλήξουν τις προϋποθέσεις καλλιέργειας του ελεύθερου πνεύματος. Για πόσο καιρό, δηλαδή, μπορεί να ανθεί το ελεύθερο πνεύμα σε συνθήκες ακινησίας; Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ήταν οι μετακινήσεις, τα ταξίδια και η ατμομηχανή που καλλιέργησαν συνθήκες εξωστρέφειας και ανοικτότητας που οδήγησαν στις επαναστάσεις: στη γαλλική επανάσταση, αλλά και στην αμερικανική ή ακόμη και την ένδοξη και αναίμακτη αγγλική επανάσταση – και στις οποίες οφείλουμε τον σύγχρονο συνταγματισμό.

Με άλλα λόγια, μετά από τόσο μεγάλο διάστημα κοινωνικής αποστασιοποίησης, η πανδημία δρα ύπουλα, δρα εμμέσως στο υπόστρωμα της ελευθερίας.

Εάν η πανδημία έρχεται στο τέλος της, γιατί να προβληματιζόμαστε τόσο έντονα για την κανονιστική της διαχείριση; Πρώτον, διότι κατά τη διαχείριση ενός μερικού lockdown πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ιδιαίτερη σημασία κάθε συνταγματικού αγαθού και η διανομή του σχετικά σπάνιου πόρου της κοινωνικότητας να είναι δίκαιη. Δεύτερον, το ανέφερα και πριν – νομίζω πως τα νέα κλιματικά φαινόμενα θα μας φέρνουν συχνά αντιμέτωπους με τέτοια διλήμματα αναδιάταξης του ανθρώπινου βίου, και έχει νόημα να διεξαχθεί μια συνολική συζήτηση για τις θεωρητικές καταβολές των επιλογών μας.

 

 

Στο παρόν κείμενο βασίστηκε ομιλία μου σε συνέδριο της ELSA Athens με θέμα «Οι επιπτώσεις της πανδημίας στο δίκαιο και την κοινωνία» την 16η Απριλίου 2021. Το κείμενο διατηρεί την προφορικότητα της εισήγησης. Πληρέστερη ανάλυση ως προς τα ζητήματα των ατομικών ελευθεριών με παραπομπές στη βιβλιογραφία επιχειρείται στο άρθρο μου «Οι ατομικές ελευθερίες και η μεταβολή της ανθρώπινης συνθήκης», ΔτΑ 2020, σελ. 615-661.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

twenty − 14 =