ΣΤΕ (Ολομ) 2291/2015

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Αριθμός απόφασης 2291/2015

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 26 Οκτωβρίου 2012, με την εξής σύνθεση: Κων. Μενουδάκος, Πρόεδρος, Ευδ. Γαλανού, Χρ. Ράμμος, Μιχ. Βηλαράς, Ιω. Μαντζουράνης, Αικ. Σακελλαροπούλου, Δ. Αλεξανδρής, Γ. Ποταμιάς, Ιω. Γράβαρης, Ε. Αντωνόπουλος, Γ. Τσιμέκας, Σπ. Μαρκάτης, Αντ. Ντέμσιας, Σπ. Χρυσικοπούλου, Β. Καλαντζή, Μ. Σταματελάτου, Α. Καλογεροπούλου, Ε. Κουσιουρής, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κων. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνης, Κων. Πισπιρίγκος, Αντ. Χλαμπέα, Δ. Μακρής, Τ. Κόμβου, Β. Αναγνωστοπούλου – Σαρρή, Σύμβουλοι, Σ. Βιτάλη, Ιω. Δημητρακόπουλος, Στ. Λαμπροπούλου, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Β. Ραφτοπούλου και Αντ. Χλαμπέα καθώς και η Πάρεδρος Στ. Λαμπροπούλου μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Μ. Παπασαράντη. 

Για να δικάσει την από 16 Ιανουαρίου 2012 αίτηση:

των: 1) Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Υπαλλήλων Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.), που εδρεύει στην Αθήνα (Εθνικής Αντιστάσεως 8 – Άλιμος), η οποία παρέστη με το δικηγόρο Αθανάσιο Κουρέντα (Α.Μ. 5466), ο οποίος με δήλωσή του στο ακροατήριο διορθώνει την επωνυμία της σε «Ομοσπονδία Υπαλλήλων Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.)», που τον διόρισε στο ακροατήριο ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ομοσπονδίας ………………………………., 2) …………………….. του …………….., κατοίκου Αθηνών (……………………… – Άλιμος), ο οποίος παρέστη με τον ίδιο ως άνω δικηγόρο Αθανάσιο Κουρέντα, που τον διόρισε στο ακροατήριο, 3) …………………. του …………….., 4) ……………….. του …………… και 5) ………………. του ……………….., κατοίκων Αθηνών (……………….- Άλιμος), οι οποίοι δεν παρέστησαν, 

κατά των Υπουργών: α) Οικονομικών και β) Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, οι οποίοι παρέστησαν με τις: 1) Μεταξία Ανδροβιτσανέα, Νομική Σύμβουλο του Κράτους και 2) Εμμανουέλα Πανοπούλου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Η πιο πάνω αίτηση εισάγεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της από 24 Φεβρουαρίου 2012 πράξης του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, λόγω της σπουδαιότητάς της, σύμφωνα με τα άρθρα 14 παρ. 2 εδάφ. α, 20 και 21 του Π.Δ. 18/1989.

Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ακυρωθούν: α) η υπ’ αριθμ. ΔΙΠΙΔΔ/Β.10Ε.Ε./2/οικ.22225/8-11-2011 Εγκύκλιος του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και β) η από 16-12-2011 (ΦΕΚ 262/16-12-2011 τ. Α΄) Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως. 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Συμβούλου Μ. Σταματελάτου. 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αιτούντων που παρέστησαν, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τις αντιπροσώπους των Υπουργών, οι οποίες ζήτησαν την απόρριψή της. 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου 

κ α ι 

Α φ ο ύ   μ ε λ έ τ η σ ε   τ α   σ χ ε τ ι κ ά   έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε   κ α τ ά   τ ο   Ν ό μ ο 

 

1. Επειδή, λόγω κωλύματος, κατά την έννοια του άρθρου 26 του ν. 3719/2008 (Α’ 214) της Αντιπροέδρου Ευδοξίας Γαλανού, τακτικού μέλους της συνθέσεως που εκδίκασε την κρινόμενη υπόθεση, έλαβε μέρος στη διάσκεψη αντ’ αυτής ως τακτικό μέλος η Σύμβουλος Βαρβάρα Ραφτοπούλου, αναπληρωματικό μέχρι τώρα μέλος της συνθέσεως (βλ. Πρακτικό Διασκέψεως της Ολομελείας 53/2013).

2. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθμ. 1225908, 3227254/2012 ειδικά γραμμάτια παραβόλου).

3. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της υπ’ αριθμ. ΔΙΠΙΔΔ /Β.10 Ε.Ε./2/οικ.22225/8.11.2011 πράξης του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης “Εφαρμογή διατάξεων του άρθρου 34 του ν. 4024/2011 περί κατάργησης κενών θέσεων ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και εργασιακής εφεδρείας”, με την οποία, μεταξύ άλλων, γνωστοποιήθηκαν στις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στον πίνακα αποδεκτών οι διατάξεις του άρθρου 34 του ν. 4024/2011 (Α’ 226). Επίσης, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της από 16 Δεκεμβρίου 2011 Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου με τίτλο “Κατεπείγοντα μέτρα εφαρμογής του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015 και του Κρατικού Προϋπολογισμού έτους 2011” (Α’ 262/16.12.2011).

4. Επειδή, η κρινόμενη αίτηση εισάγεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου λόγω της σπουδαιότητάς της, κατόπιν της από 24.2.2012 πράξεως του Προέδρου του, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 εδάφιο α’ του π.δ. 18/1989 (Α’ 8). 

5. Επειδή, με προφορική δήλωση στο ακροατήριο του δικηγόρου που υπογράφει το δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης ως πληρεξούσιος των αιτούντων διορθώνεται η επωνυμία της πρώτης των αιτούντων από “Πανελλήνια Ομοσπονδία Υπαλλήλων Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.)” σε “Ομοσπονδία Υπαλλήλων Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.)”. 

6. Επειδή, τρεις από τους πέντε συνολικά αιτούντες και, ειδικότερα, οι αναγραφόμενοι στο δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης με τους αριθμούς 3 (………………..), 4 (………………….) και 5 (……………….) δεν παρέστησαν κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο ούτε νομιμοποίησαν τον υπογράφοντα την αίτηση δικηγόρο με κάποιον από τους τρόπους που προβλέπονται στο άρθρο 27 του π.δ. 18/1989 (Α’ 8), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 του ν. 2479/1997 (Α’ 61). Επομένως, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως προς τους αιτούντες αυτούς, για τον ως άνω λόγο, ως απαράδεκτη. 

7. Επειδή, στο ν. 4024/2011 “Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο μισθολόγιο – βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015” (Α’ 226/27.10.2011) περιέχεται, μεταξύ άλλων, το κεφάλαιο τρίτο (άρθρα 33, 34, 35), το οποίο τιτλοφορείται “Κατάργηση κενών οργανικών θέσεων στο δημόσιο τομέα, προσυνταξιοδοτική διαθεσιμότητα και εργασιακή εφεδρεία”. Στο άρθρο 34 του ανωτέρω νόμου με την επικεφαλίδα “Κατάργηση κενών θέσεων ιδιωτικού δικαίου και εργασιακή εφεδρεία”, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο εκδόσεως, της προσβαλλόμενης πράξης, οριζόταν ότι: “1. Η παρ. 7 του άρθρου 37 του ν. 3986/2011 (Α’ 152) αντικαθίσταται ως εξής: “7. α) Το προσωπικό που τίθεται σε καθεστώς εργασιακής εφεδρείας εντάσσεται σε πίνακες κατάταξης από το ΑΣΕΠ, με βάση αντικειμενικά και αξιοκρατικά κριτήρια (όπως τυπικά προσόντα, εμπειρία, οικογενειακή κατάσταση, ηλικία, προϋπηρεσία, ειδικές γνώσεις κ.λπ.). Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται μετά από πρόταση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, καθορίζονται τα αντικειμενικά και αξιοκρατικά κριτήρια που προβλέπονται στο προηγούμενο εδάφιο, η διαδικασία κατάρτισης του πίνακα και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. 

Από τους εν λόγω πίνακες κατάταξης, το ανωτέρω προσωπικό: αα) μπορεί να μεταφέρεται ύστερα από αίτησή του με την ίδια σχέση εργασίας σε φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 1 του ν. 3812/2009 (Α’ 234), εφόσον υπάρχουν αιτήματα των φορέων αυτών για πλήρωση θέσεων τακτικού προσωπικού, σε ποσοστό 10% των ετήσιων προσλήψεων, με βάση τα απολογιστικά στοιχεία του προηγούμενου έτους, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις του άρθρου 11 του ν. 3833/2010, ββ) επιλέγεται ύστερα από αίτηση του κατά προτεραιότητα σε ποσοστό 30% επί του συνόλου των εκάστοτε θέσεων που προκηρύσσονται για απασχόληση προσωπικού ορισμένου χρόνου σε υπηρεσίες και φορείς του δημόσιου τομέα, γγ) προηγείται έναντι όλων των λοιπών κατηγοριών για την επιλογή υποψηφίων για μερική απασχόληση, σύμφωνα με το ν. 3250/2004, εφόσον υποβάλει αίτηση. Στις ανωτέρω περιπτώσεις η τυχόν επιλογή για απασχόληση επιφέρει διακοπή της καταβολής των αποδοχών της εργασιακής εφεδρείας. β) Σε καθεστώς εργασιακής εφεδρείας δεν εντάσσεται εργαζόμενος: αα) του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος έχει ενταχθεί ήδη σε προσυνταξιοδοτική διαθεσιμότητα ή στην εργασιακή εφεδρεία της παρούσας παραγράφου, ββ) του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος ή τέκνο το οποίο τον βαρύνει φορολογικά σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κ.Φ.Ε. (ν. 2238/1994, Α’Ι51) και συνοικεί με αυτόν, έχει αναπηρία σε ποσοστό τουλάχιστον 67%. Για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης το ετήσιο φορολογούμενο και απαλλασσόμενο εισόδημα του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του Κ.Φ.Ε. ορίζεται στις δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ. γγ) που είναι ανάπηρος σε ποσοστό τουλάχιστον 67% ή πολύτεκνος κατά την έννοια των παραγράφων 1 έως 3 του άρθρου πρώτου του ν. 1910/1944 (Α’ 229), εφόσον τα τέκνα, που ορίζονται στις προαναφερόμενες διατάξεις του ν. 1910/1944, τον βαρύνουν φορολογικά, σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κ.Φ.Ε., δδ) που είναι προστάτης μονογονεϊκής οικογένειας με τέκνο που συνοικεί με αυτόν και τον βαρύνει φορολογικά σύμφωνα με το άρθρο 7 του Κ.Φ.Ε. γ) Το προσωπικό που εντάσσεται στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας συνεχίζει να λαμβάνει για χρονικό διάστημα δώδεκα (12) μηνών, και εφόσον προβλέπεται από ειδικότερες διατάξεις μέχρι είκοσι τέσσερις (24) μήνες, από την ένταξή του στο καθεστώς αυτό, αποδοχές ίσες με το 60% του βασικού μισθού που ελάμβανε κατά το χρόνο εισόδου του στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας. δ) Για το προσωπικό που εντάσσεται στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας καταβάλλονται από τον φορέα προέλευσης οι εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου που αναλογούν για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη, υπολογιζόμενες επί των τακτικών αποδοχών που ελάμβανε ο εργαζόμενος κατά το χρόνο ένταξής του στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας κατά τον ίδιο χρόνο. Αν ο φορέας προέλευσης έχει καταργηθεί, οι ως άνω εισφορές, καθώς και η τυχόν οφειλόμενη αποζημίωση λόγω απόλυσης καταβάλλονται από τον Ο.Α.Ε.Δ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μπορεί κατ’ εξαίρεση του προηγούμενου εδαφίου να καθορίζεται διαφορετικός φορέας καταβολής των αποδοχών ή και των εισφορών του προηγούμενου εδαφίου και να ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα. ε) Η ένταξη στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας λογίζεται ως προαναγγελία απόλυσης για κάθε έννομη συνέπεια και οι αποδοχές που καταβάλλονται στο προσωπικό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υποπαράγραφο γ’, συμψηφίζονται με την αποζημίωση λόγω απόλυσης που τυχόν οφείλεται κατά τη λήξη του χρόνου της εργασιακής εφεδρείας. στ) Αν ο εργαζόμενος συνάψει οποιασδήποτε μορφής εργασιακή σχέση ή ασκήσει ελεύθερο επάγγελμα ή επιτήδευμα κατά τη διάρκεια της εργασιακής εφεδρείας, το καταβαλλόμενο σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο ποσοστό βασικού μισθού, περικόπτεται κατά το μέρος που οι πάσης φύσεως αποδοχές από την εργασιακή σχέση που συνάφθηκε ή το εισόδημα από το ελευθέριο επάγγελμα ή επιτήδευμα που ασκήθηκε, υπερβαίνουν τις αποδοχές που ελάμβανε κατά την είσοδό του στην εργασιακή εφεδρεία. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ρυθμίζονται ο τρόπος υπολογισμού του εισοδήματος σε μηνιαία βάση από την τυχόν άσκηση ελευθερίου επαγγέλματος ή επιτηδεύματος, τα ειδικότερα ζητήματα ασφάλισης, καταβολής των εισφορών εργαζομένου και εργοδότη, ο τελικός δικαιούχος φορέας των εισφορών και κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου. 2. Καταργούνται οι κενές, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, θέσεις εργαζομένων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στο Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ., τους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού και τις επιχειρήσεις τους, στα Ν.Π.Ι.Δ. που ανήκουν στο κράτος η σε Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ο.Τ.Α. κατά την έννοια της επίτευξης κρατικού ή δημόσιου ή αυτοδιοικητικού σκοπού ή εποπτείας ή διορισμού και ελέγχου της πλειοψηφίας της διοίκησής τους ή επιχορηγούνται τακτικά σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις από πόρους των ως άνω φορέων κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, καθώς και στις δημόσιες επιχειρήσεις, οργανισμούς και ανώνυμες εταιρείες που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Α’ του ν. 3429/2005 (Α’ 314), όπως έχουν τροποποιηθεί με τις όμοιες της παρ. 1α του ν. 3899/2010 (Α’ 212). Εξαιρούνται οι κενές θέσεις: α) για τις οποίες έχει εκδοθεί κατά το χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου έγκριση πρόσληψης προσωπικού σύμφωνα με το άρθρο 2 της ΠΥΣ 33/2006 9 (Α’ 280), β) για την πλήρωση των οποίων έχει εκδοθεί πράξη προκήρυξης μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και γ) καλλιτεχνικού προσωπικού της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης, του Εθνικού Θεάτρου και του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και της Ορχήστρας Λυρικής Σκηνής. 3. Η σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των εργαζομένων στους φορείς της προηγούμενης παραγράφου με εξαίρεση το καλλιτεχνικό προσωπικό της περίπτωσης γ’ της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και το ιατρικό, νοσηλευτικό και παραϊατρικό προσωπικό των δημοσίων νοσηλευτικών ιδρυμάτων, των φορέων κοινωνικής πρόνοιας του ΕΚΑΒ και των ασφαλιστικών ταμείων, καθώς και τους ερευνητές και ειδικούς λειτουργικούς επιστήμονες που υπάγονται στις διατάξεις του ν. 1514/1985, λύεται αυτοδικαίως εκ του νόμου, όταν συντρέξουν στο πρόσωπό τους οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης για λήψη πλήρους σύνταξης, που αντιστοιχούν σε τριανταπέντε (35) χρόνια ασφάλισης, εφόσον το δικαίωμα αυτό αποκτάται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις μέχρι και την 31.12.2013. 4. Οι εργαζόμενοι της προηγούμενης παραγράφου τίθενται αυτοδικαίως, με την παρέλευση ενός μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, σε εργασιακή εφεδρεία και μέχρι την κατά την προηγούμενη παράγραφο λύση της σχέσης εργασίας τους. 5. α) Οι εργαζόμενοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των φορέων που καταργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 56 του ν. 4002/2011 (Α’ 180), εντάσσονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου στην εργασιακή εφεδρεία που προβλέπεται στην παρ. 7 του άρθρου 37 του ν. 3986/2011. β) Η παράγραφος 3 του άρθρου 56 του ν. 4002/2011 καταργείται. γ) η παράγραφος 5 του άρθρου 62 του ν. 4002/2011 καταργείται. 6. Το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των νομικών προσώπων που συγχωνεύονται ή λύονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 57 έως και 64 και 66 του ν. 4002/2011 εντάσσονται από 1.1.2012 στην εργασιακή εφεδρεία της παρ.7 του άρθρου 37 του ν. 3986/2011, όπως τροποποιείται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, εφόσον μέχρι 30.11.2011 δεν έχουν εκδοθεί οι αποφάσεις μεταφοράς προσωπικού από τα αρμόδια όργανα που προβλέπεται στις ως άνω διατάξεις. 7. Με απόφαση του οργάνου διοίκησης των φορέων υποδοχής των νομικών προσώπων της προηγούμενης παραγράφου, που εκδίδεται το αργότερο μέχρι 31.12.2011, προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, των κατηγοριών ΥΕ και ΔΕ, σε αριθμό ίσο με το προσωπικό των κατηγοριών αυτών που μεταφέρθηκε και εντάχθηκε στον φορέα υποδοχής, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 57 έως και 64, και 66 του ν. 4002/2011, εντάσσεται στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας της παρ. 7 του άρθρου 37 του ν. 3986/2011, όπως η παράγραφος τροποποιείται με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Αν μέχρι την ως άνω ημερομηνία δεν έχει ολοκληρωθεί η σχετική διαδικασία ένταξης του ανωτέρω προσωπικού στο καθεστώς αυτό, το σύνολο του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των κατηγοριών αυτών (ΥΕ και ΔΕ) του φορέα υποδοχής, θεωρείται πλεονάζον και εντάσσεται αυτοδικαίως από 1.1.2012 στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας που ορίζεται στο προηγούμενο εδάφιο με την επιφύλαξη των διατάξεων της υποπαραγράφου β’ της παραγράφου 7 του άρθρου 37 του ν. 3986/2011, όπως τροποποιείται με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Κριτήριο ένταξης στην εργασιακή εφεδρεία του ως άνω προσωπικού αποτελεί η προϋπηρεσία του εργαζομένου στον φορέα προέλευσης ή υποδοχής, εντασσομένων στην εργασιακή εφεδρεία όσων έχουν την ολιγότερη προϋπηρεσία. 8. Η χρονική διάρκεια της εργασιακής εφεδρείας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους είκοσι τέσσερις (24) μήνες, προκειμένου για εργαζόμενους της παραγράφου 4, και τους δώδεκα (12) μήνες, προκειμένου για εργαζόμενους των παραγράφων 5, 6 και 7. 9. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου κατισχύουν κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης ή ρήτρας ή όρου συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας. 10. …11. …”.

8. Επειδή, στη συνέχεια, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη υπουργική πράξη, στην οποία ορίζονται, κατά τα πληττόμενα μέρη αυτής, τα ακόλουθα: “4. Εργασιακή εφεδρεία του προσωπικού ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που απασχολείται στους φορείς που συγχωνεύονται ή λύονται των άρθρων 57-64 και 66 του ν. 4002/2011 (Α’ 180). Πεδίο εφαρμογής. Με τις ρυθμίσεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 34 του νόμου 4024/2011 … οι εργαζόμενοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των φορέων που συγχωνεύονται ή λύονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 57 έως και 64 και 66 του ν. 4002/2011, εντάσσονται στην εργασιακή εφεδρεία από 1.1.2012, εφόσον μέχρι 30.11.2011 δεν έχουν εκδοθεί οι αποφάσεις μεταφοράς τους από τα αρμόδια όργανα που προβλέπεται στις ανωτέρω διατάξεις… Η χρονική διάρκεια της εργασιακής εφεδρείας του προσωπικού των φορέων της παρ. 6 δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες… Με απόφαση του οργάνου διοίκησης των φορέων υποδοχής των νομικών προσώπων των άρθρων 57 έως και 64 και 66 του ν. 4002/2011, που εκδίδεται το αργότερο μέχρι 31.12.2011, προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, των κατηγοριών ΥΕ και ΔΕ, σε αριθμό ίσο με το προσωπικό των κατηγοριών αυτών που μεταφέρθηκε και εντάχθηκε σε αυτούς, εντάσσεται στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας. Αν μέχρι την ως άνω ημερομηνία δεν έχει ολοκληρωθεί η σχετική διαδικασία ένταξης του ανωτέρω προσωπικού στο καθεστώς αυτό, το σύνολο του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των κατηγοριών αυτών (ΥΕ και ΔΕ) του φορέα υποδοχής, θεωρείται πλεονάζον και εντάσσεται αυτοδικαίως από 1.1.2012 στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας. Κριτήριο ένταξης στην εργασιακή εφεδρεία του ως άνω προσωπικού αποτελεί η προϋπηρεσία του εργαζομένου στον φορέα προέλευσης ή υποδοχής, εντασσομένων στην εργασιακή εφεδρεία όσων έχουν την ολιγότερη προϋπηρεσία. 5. Αποδοχές και αποζημίωση εργασιακής εφεδρείας. Το προσωπικό που εντάσσεται στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας: Συνεχίζει να λαμβάνει για χρονικό διάστημα δώδεκα (12) μηνών και εφόσον προβλέπεται από ειδικότερες διατάξεις μέχρι είκοσι τέσσερις (24) μήνες, από την ένταξή του στο καθεστώς αυτό, αποδοχές ίσες με το 60% του βασικού μισθού που ελάμβανε κατά το χρόνο εισόδου του στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας. Για το ανωτέρω προσωπικό καταβάλλονται από τον φορέα προέλευσης, οι εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου που αναλογούν για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη, υπολογιζόμενες επί των τακτικών αποδοχών που ελάμβανε ο εργαζόμενος κατά το χρόνο ένταξής του στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας κατά τον ίδιο χρόνο… Η ένταξη στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας λογίζεται ως προαναγγελία απόλυσης για κάθε έννομη συνέπεια και οι αποδοχές που καταβάλλονται στο προσωπικό που εντάσσεται σε καθεστώς εργασιακής εφεδρείας, συμψηφίζονται με την αποζημίωση λόγω απόλυσης που τυχόν οφείλεται κατά τη λήξη του χρόνου της εργασιακής εφεδρείας”. 

9. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η ανωτέρω υπουργική πράξη έχει εκτελεστό χαρακτήρα, ως εισάγουσα νέες ρυθμίσεις, κανονιστικού χαρακτήρα, κατά τα μέρη αυτής που αναφέρονται: α) στην υπαγωγή σε καθεστώς εργασιακής εφεδρείας του προσωπικού ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που απασχολείται στους φορείς που συγχωνεύονται ή λύονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 57 έως και 64 και 66 του ν. 4002/2011 και β) στις αποδοχές και αποζημιώσεις που καταβάλλονται στο προσωπικό που εντάσσεται στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας. Ο ανωτέρω ισχυρισμός, είναι απορριπτέος διότι με την προσβαλλόμενη υπουργική πράξη, κατά τα ανωτέρω μέρη της, όπως προκύπτει από το περιεχόμενό της, επαναλαμβάνονται οι ρυθμίσεις των παραγράφων 6, 7 και 8 του άρθρου 34 του ν. 4024/2011, που αφορούν τη θέση σε εργασιακή εφεδρεία του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των νομικών προσώπων, τα οποία συγχωνεύονται ή λύονται, καθώς και οι ρυθμίσεις των υποπαραγράφων 1γ, 1δ και 1ε του αυτού άρθρου 34, που αφορούν τις αποδοχές και την αποζημίωση του προσωπικού που εντάσσεται στο καθεστώς εργασιακής εφεδρείας. Ενόψει των ανωτέρω εκτεθέντων, η προσβαλλόμενη πράξη, κατά τα επίμαχα μέρη της, αποτελεί απλή ερμηνευτική εγκύκλιο, με την οποία παρέχονται οδηγίες και διευκρινίσεις στις αρμόδιες υπηρεσίες για τον τρόπο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 34 του ν. 4024/2011 και, συνεπώς, δεν απορρέουν έννομες συνέπειες για τους διοικουμένους από την πράξη αυτή, η οποία, ως εκ τούτου, κατά τα προδιαληφθέντα μέρη δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα (Σ.τ.Ε. 668/2012, 1283-4/2012 Ολομ.) και, κατ’ ακολουθίαν, απαραδέκτως προσβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση. 

10. Επειδή, στην παρ. 1 του άρθρου 44 του Συντάγματος ορίζονται τα ακόλουθα:

«Σε έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί, ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Οι πράξεις αυτές υποβάλλονται στη Βουλή για κύρωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 72 παράγραφος 1, μέσα σε σαράντα ημέρες από την έκδοσή τους ή μέσα σε σαράντα ημέρες από τη σύγκληση της Βουλής σε σύνοδο. Αν δεν υποβληθούν στη Βουλή μέσα στις προαναφερόμενες προθεσμίες ή αν δεν εγκριθούν από αυτή μέσα σε τρεις μήνες από την υποβολή τους παύουν να ισχύουν στο εξής.»

Όπως έχει ήδη κριθεί με αποφάσεις της Ολομέλειας του Δικαστηρίου (1250/2003, 3612/2002, 3636/1989, 2289/1987), αν η πράξη νομοθετικού περιεχομένου κυρωθεί μέσα στις συνταγματικές προθεσμίες από το νόμο, οι ρυθμίσεις της καθίστανται ρυθμίσεις του κυρωτικού της νόμου και, μάλιστα, αναδρομικώς, αφού η “κύρωση” από το νόμο εμπεριέχει εννοιολογικώς την αναδρομή του νόμου.

Εξάλλου, όπως έχει επίσης κριθεί, η συνδρομή ή μη των έκτακτων περιπτώσεων εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης, κατά το άρθρο 44 παρ. 1 του Συντάγματος, δεν υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο, ως αναγομένη στη σφαίρα της πολιτικής ευθύνης των ασκούντων στην περίπτωση αυτή νομοθετική εξουσία πολιτειακών οργάνων (Ολομ. Σ.τ.Ε. 1250/2003, 3636/1989, 2289/1987). 

11. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η προσβαλλόμενη πράξη νομοθετικού περιεχομένου της 16ης Δεκεμβρίου 2011, η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του νόμου 4047/2012 (Α’ 31/23.2.2012) μέσα στην προθεσμία που προβλέπει το άρθρο 44 παρ. 1 του Συντάγματος, επικαλείται στο προοίμιό της την “έκτακτη περίπτωση εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης”, μεταξύ άλλων, “να συμπληρωθούν άμεσα οι διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 7 του άρθρου 34 του ν. 4024/2011, σχετικά με τη θέση σε εφεδρεία των εργαζομένων με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου”. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 8 της προαναφερόμενης πράξης νομοθετικού περιεχομένου, η ισχύς της αρχίζει από τη δημοσίευσή της, στις 16.12.2011, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δηλαδή από χρόνο προγενέστερο της άσκησης της κρινόμενης αίτησης (24.1.2012). Ως εκ τούτου, κατά την άσκηση της εν λόγω αίτησης η προσβαλλόμενη με αυτήν πράξη νομοθετικού περιεχομένου είχε ήδη καταστεί σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, τυπικός νόμος, κατά του οποίου δεν χωρεί αίτηση ακυρώσεως (Ολομ. Σ.τ.Ε. 1250/2003, 3612/2002, 2593/2001). Επομένως, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη και κατά το μέρος που στρέφεται κατά της εν λόγω πράξης νομοθετικού περιεχομένου. 

12. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως απαράδεκτη.

Δ ι ά   τ α ύ τ α 

Απορρίπτει την αίτηση. 

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου. 

Επιβάλλει στους αιτούντες τη δικαστική δαπάνη του Δημοσίου που ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ. 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 18 Φεβρουαρίου 2013

Ο Πρόεδρος                                     Η Γραμματέας

Κων. Μενουδάκος                            Μ. Παπασαράντη

 
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 10ης Ιουνίου 2015.

Ο Πρόεδρος                                     Η Γραμματέας

Σωτ. Αλ. Ρίζος                                  Μ. Παπασαράντη

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

twenty − fifteen =