H μελέτη που ακολουθεί εξετάζει από τη σκοπιά της συνταγματικής θεωρίας τη μεθοδολογική και ερμηνευτική θεμελίωση του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή. Στο πλαίσιο αυτό, και προκειμένου να ανατρέψει κλασικές στη διεθνή θεωρία προσεγγίσεις, οι οποίες αντιλαμβάνονται το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή, ως δικαίωμα αρνητικό και ατομιστικό επιχειρεί μια νέα θεμελίωσή του στο πλαίσιο τεσσάρων διακριτών, αλλά αλληλο-προϋποτιθέμενων υποθέσεων. Πρώτον, ότι το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή αναπτύσσεται ως ‘εν εξελίξει’ δικαίωμα, διαθέτοντας δυναμικό και όχι στατικό χαρακτήρα στο πλαίσιο μιας σχετικής, εξελισσόμενης διάκρισης δημόσιου-ιδιωτικού. Δεύτερον, ότι το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή δεν συμβάλει στην απομόνωση και απόσυρση του ατόμου, αλλά στην επικοινωνιακή, διυποκειμενική διάδρασή του με την κοινωνία και με τους άλλους. Τρίτον, ότι η αξία του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή έγκειται στους σκοπούς, στην αυτονομία και την ελευθερία που εγγυάται για το υποκείμενό της. Τέλος, στη διακρίβωση του ‘πολιτικού’ χαρακτήρα της ιδιωτικότητας, ως δικαιώματος το οποίο συνιστά διακύβευμα και διεκδίκηση του υποκειμένου στο πλαίσιο της ίδιας της ιδιωτικής σφαίρας (οικογένεια, οίκος), της κοινωνίας αλλά και της δημόσιας σφαίρας. Ειδικότερα, η μελέτη αυτή διαιρείται σε πέντε διακριτά αλλά αλληλοσυνδεόμενα μέρη μέσα από τα οποία επιχειρείται η μετάβαση από μια αρνητική σε μια θετική προσέγγιση της ιδιωτικότητας, ως οικειότητας. Στο πρώτο μέρος εξετάζεται η χρήση των όρων και η σημασία τους για την απόδοση του εννοιολογικού και κανονιστικού περιεχομένου της ιδιωτικότητας από μια θεωρητική αλλά και συγκριτικο-δικαιϊκή σκοπιά. Στο δεύτερο μέρος εξετάζεται κριτικά η κλασική στη φιλελεύθερη θεωρία αρνητική θεώρηση της ιδιωτικότητας, η οποία την ταυτίζει με τη στέρηση, την απομόνωση και τη μοναχικότητα. Στη βάση αυτής της κριτικής, στα τρία τελευταία μέρη της μελέτης επιχειρείται η σύσταση μιας θεωρίας για μια θετική κατανόηση της ιδιωτικότητας, ως αρνητικής αλλά και θετικής ελευθερίας του προσώπου. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται πρώτον η σημασία μιας σχετικής και όχι απόλυτης διάκρισης δημόσιου-ιδιωτικού για τη διάπλαση μιας θετικής ιδιωτικότητας, η ηθική θεμελίωση του δικαιώματος στην αυτονομία του υποκειμένου και τέλος η ανάγκη μιας διυποκειμενικής θεώρησης του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή ως βάση για την απόλαυση της έκφρασης του αλλά και της οικειότητας και της επικοινωνίας του με την κοινωνία και τη δημόσια σφαίρα. (Αναδημοσίευση από το περιοδικό ‘Το Σύνταγμα’, τεύχ. 2/2011, σελ. 237επ).
Για να διαβάσετε το άρθρο πατήστε στο εικονίδιο του pdf.