Πρόεδρος: Γ. Παναγιωτόπουλος
Εισηγητής: Κ. Ευστρατίου, Σύμβουλος
Παρουσίαση της απόφασης
Η απόφαση περί χαρακτηρισμού και οριοθετήσεως περιοχής, κειμένης εκτός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως και εκτός οικισμού, ως Π.Ο.Τ.Α. έχει ως αποτέλεσμα τον καθορισμό για πρώτη φορά των συγκεκριμένων χρήσεων γης, οι οποίες επιτρέπονται στην περιοχή αυτή, καθώς και τη θέσπιση περιορισμών που αποβλέπουν στον έλεγχο της εντάσεως καθεμιάς από τις επιτρεπόμενες χρήσεις. Συνεπώς, η απόφαση αυτή, μη περιοριζομένη απλώς στον καθορισμό των ορίων της Π.Ο.Τ.Α., έχει κανονιστικό χαρακτήρα. Ενόψει τούτου, η κοινή υπουργική απόφαση, με την οποία χαρακτηρίστηκαν και οριοθετήθηκαν ως Π.Ο.Τ.Α. εκτάσεις στην περιοχή Ρωμανού του Νομού Μεσσηνίας, καθορίστηκαν οι επιτρεπόμενες χρήσεις γης και θεσπίστηκαν περιορισμοί, ως προς την ένταση των χρήσεων, καθώς και ως προς τη δόμηση, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, αποτελεί δε το κανονιστικό πλαίσιο, στο οποίο ευρίσκει έρεισμα η προσβαλλόμενη πράξη περί κηρύξεως αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, εφόσον η απαλλοτρίωση αυτή έχει ως σκοπό να αποκτήσει ο φορέας ιδρύσεως και εκμεταλλεύσεως της Π.Ο.Τ.Α. τις εκτάσεις, οι οποίες κείνται εντός των καθορισθέντων με την ανωτέρω κοινή υπουργική απόφαση ορίων της, αλλά ανήκουν σε τρίτους. Κατά την έννοια του άρθρου 24 του Συντάγματος, ο χωροταξικός σχεδιασμός πρέπει να έχει κατ’ αρχήν ολοκληρωθεί πριν από την ανάπτυξη οποιασδήποτε ιδιαιτέρως σημαντικής δραστηριότητας, ώστε να αποφεύγεται η άναρχη ανάπτυξη, που προκαλεί υποβάθμιση ή και καταστροφή του περιβάλλοντος, καθώς και η δημιουργία πραγματικών καταστάσεων, που δυσχεραίνουν και υπονομεύουν την ορθολογική χωροταξία. Και ναι μεν ο συνταγματικός νομοθέτης δεν έθεσε συγκεκριμένη προθεσμία για την ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού της Xώρας, η έλλειψη, όμως, αυτή δεν έχει την έννοια ότι επιτρέπεται επ’ αόριστον ο σχεδιασμός και η πραγματοποίηση έργων και δραστηριοτήτων, συνεπαγομένων σημαντικές επεμβάσεις στο χώρο και στο περιβάλλον, χωρίς προηγούμενη ολοκλήρωση των χωροταξικών σχεδίων, ιδίως μάλιστα όταν πρόκειται περί έργων και δραστηριοτήτων, των οποίων η πραγματοποίηση δεν επιβάλλεται από την ανάγκη θεραπείας επιτακτικών λόγων δημοσίου συμφέροντος. Διαφορετικά η συνταγματική επιταγή για χωροταξικό σχεδιασμό θα μετέπιπτε σε απλή θεωρητική διακήρυξη αρχής με αποτέλεσμα, παρά την σαφώς αντίθετη βούληση του συνταγματικού νομοθέτη, να παραμένει το περιβάλλον χωρίς ουσιαστική προστασία, αφού θα ήταν δυνατόν να εκτελεσθούν έργα και να αναπτυχθούν δραστηριότητες, με ευρύτερες επιπτώσεις στο περιβάλλον, χωρίς προηγούμενο χωροταξικό σχεδιασμό, με συνέπεια, όταν τελικώς θα ολοκληρωνόταν ο σχεδιασμός αυτός, να ήταν άνευ αξίας, αφού δεν θα αποτελούσε πράγματι σχεδιασμό, αλλά αποδοχή ήδη διαμορφωθείσης πραγματικής καταστάσεως. Από το νομοθετικό καθεστώς, που διέπει τις Π.Ο.Τ.Α., προκύπτει ότι η Π.Ο.Τ.Α. συνεπάγεται εκτεταμένες επεμβάσεις σε εκτός σχεδίου περιοχές, οι οποίες προορίζονται κατ’ αρχήν για γεωργική, δασοπονική ή κτηνοτροφική χρήση, καθώς και για την αναψυχή του κοινού με την διάθεση σε αυτό ελευθέρων χώρων, και όχι για οικιστική ή οργανωμένη τουριστική εκμετάλλευση (πρβλ. Σ.τ.Ε. 535/2003 Ολομ., 3135/2002 Ολομ., 696/1986 Ολομ.). Τούτο, διότι ο καθορισμός περιοχής ως Π.Ο.Τ.Α. συνεπάγεται, κατ’ αποτέλεσμα, ενόψει των επιτρεπομένων να εγκατασταθούν εντός αυτής ποικίλων χρήσεων (όπως ξενοδοχεία, κατοικία, εμπορικά καταστήματα, εστιατόρια, αναψυκτήρια, κέντρα διασκεδάσεως, χώροι συναθροίσεως κοινού, πολιτιστικά κέντρα, κτίρια κοινωνικής πρόνοιας, θρησκευτικοί χώροι, χώροι στάθμευσης, πρατήρια βενζίνης, αθλητικές εγκαταστάσεις, εγκαταστάσεις μέσων μαζικών μεταφορών, συνεδριακά κέντρα, ελικοδρόμια, γήπεδα γκολφ, τουριστικοί λιμένες), την δημιουργία οικισμού, ο οποίος μάλιστα δομείται σύμφωνα με τις διατάξεις περί της εκτός σχεδίου δομήσεως. Εξ άλλου, στην Π.Ο.Τ.Α. είναι δυνατόν να ενταχθούν και περιοχές, που χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας κατά το Σύνταγμα, όπως είναι οι δασικές και οι παράκτιες περιοχές και οι αρχαιολογικοί χώροι. Συνεπώς, ενόψει των σημαντικών επιπτώσεων που μπορεί να έχει, κατά τα ανωτέρω, ο καθορισμός περιοχής ως Π.Ο.Τ.Α. στο φυσικό, πολιτιστικό και οικιστικό περιβάλλον, πρέπει να αποτελεί οπωσδήποτε αντικείμενο προηγούμενου χωροταξικού σχεδιασμού. Τούτο, διότι μόνο στο πλαίσιο τέτοιου σχεδιασμού καθίσταται εφικτό να εκτιμηθούν εκ των προτέρων οι επιπτώσεις της παραγωγικής αυτής δραστηριότητας στο περιβάλλον και να προταθούν οι κατάλληλες για την υποδοχή Π.Ο.Τ.Α. γεωγραφικές περιοχές με βάση τους κανόνες της επιστήμης της χωροταξίας, όπως απαιτεί η παρ. 2 του άρθρου 24 του Συντάγματος, όχι δε μόνον με βάση κριτήρια, αφορώντα στην οικονομική ανάπτυξη ή στην ενίσχυση της περιφερειακής αναπτύξεως. Συνεπώς, οι διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων (δ΄ και ε΄) της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997, οι οποίες επιτρέπουν τον καθορισμό Π.Ο.Τ.Α. σε περιοχή, για την οποία δεν υφίσταται προηγούμενη σχετική πρόβλεψη σε χωροταξικό σχέδιο, αντίκεινται στο άρθρο 24 του Συντάγματος. Την έλλειψη προηγούμενου χωροταξικού σχεδιασμού, δηλαδή την έλλειψη της, εκ των προτέρων, προβλέψεως σε χωροταξικό σχέδιο περιοχής ως κατάλληλης για να χαρακτηρισθεί ως Π.Ο.Τ.Α., δεν δύναται να αναπληρώσει η προβλεπόμενη στις διατάξεις αυτές προηγούμενη έγκριση, στα πλαίσια σχεδιασμού της τουριστικής αναπτύξεως και χαράξεως τουριστικής πολιτικής, γενικών κατευθύνσεων τουριστικής πολιτικής για την δημιουργία Π.Ο.Τ.Α., η πρωτοβουλία για την σύνταξη των οποίων μάλιστα έχει ανατεθεί στον Ε.Ο.Τ., σε νομικό πρόσωπο δηλαδή το οποίο δεν έχει ως σκοπό του, σύμφωνα με τις διατάξεις που το διέπουν, τον χωροταξικό σχεδιασμό, αλλά την οργάνωση, ανάπτυξη και προώθηση του τουρισμού στην Ελλάδα (άρθρο 1 παρ. 3 ν. 2160/1993). Τούτο, διότι οι γενικές αυτές κατευθύνσεις τουριστικής πολιτικής δεν αποτελούν, πάντως, χωροταξικό σχεδιασμό, υπό την έννοια του, κατά τους κανόνες της επιστήμης της χωροταξίας, εκ των προτέρων καθορισμού των περιοχών, στις οποίες επιτρέπεται η δημιουργία Π.Ο.Τ.Α. Εφόσον η κοινή υπουργική απόφαση περί χαρακτηρισμού και οριοθετήσεως της επίμαχης Π.Ο.Τ.Α. Ρωμανού εκδόθηκε χωρίς ο καθορισμός της Π.Ο.Τ.Α. αυτής να έχει αποτελέσει αντικείμενο προηγούμενου χωροταξικού σχεδιασμού, ερείδεται στη διάταξη του προτελευταίου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997, η οποία, όμως, είναι μη εφαρμοστέα, ως αντικείμενη στο άρθρο 24 του Συντάγματος. Ενόψει τούτου, η ανωτέρω κοινή υπουργική απόφαση δεν είναι νόμιμη. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη πράξη κηρύξεως αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, εκδοθείσα σε εκτέλεση της εν λόγω μη νόμιμης κοινής υπουργικής αποφάσεως, είναι και αυτή μη νόμιμη και πρέπει να ακυρωθεί, κατά το μέρος που αφορά στα ακίνητα των αιτούντων.
Πλήρες κείμενο της απόφασης
[…]
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή, όπως συμπληρώθηκε με το από 20.12.2005 δικόγραφο προσθέτων λόγων, ζητείται η ακύρωση της υπ’ αριθ. 1079579/7291/0010/11.10.2004 αποφάσεως των Υφυπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Τουριστικής Ανάπτυξης (ΦΕΚ Δ΄ 925/18.10.2004), με την οποία κηρύχθηκε αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων, συνολικού εμβαδού 260.336,73 τ.μ., υπέρ και με δαπάνες της ανώνυμης εταιρείας «Τουριστικές Επιχειρήσεις Μεσσηνίας Α.Ε.» (ΤΕΜΕΣ Α.Ε.), στις περιοχές Ρωμανού και Πύλου του Νομού Μεσσηνίας, για τη δημιουργία Περιοχής Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (Π.Ο.Τ.Α.). Με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της ανωτέρω πράξεως, καθό μέρος με αυτήν απαλλοτριώθηκε ακίνητο φερόμενο ως ανήκον στον αιτούντα, στην περιοχή Ρωμανού, εκτάσεως 8.500 τ.μ.
[…]
7. Επειδή, με το άρθρο 1 παρ. 3 περ. β΄ του ν. 2234/1994 «Τροποποίηση και συμπλήρωση του Ν. 1892/1990 κλπ …» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 142) προστέθηκε παράγραφος 4 στο άρθρο 3 του ν. 1892/1990, με την οποία ορίσθηκαν τα εξής: «Με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται μετά από πρόταση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Τουρισμού, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Γεωργίας μπορεί να καθορίζονται για την τουριστική εν γένει ανάπτυξη της χώρας, Περιοχές Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (Π.Ο.Τ.Α.) για την εγκατάσταση σε αυτές ξενοδοχειακών μονάδων κάθε μορφής, καθώς και επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών του τουριστικού τομέα, εφόσον πρόκειται για περιοχές που είναι κατάλληλες για ολοκληρωμένη τουριστική ανάπτυξη και δεν διαθέτουν αναπτυγμένη τουριστική υποδομή. Για να εκδοθούν τα ως άνω προεδρικά διατάγματα είναι απαραίτητο προηγουμένως να εκπονηθεί από τον ΕΟΤ και να εγκριθεί από τον Υπουργό Τουρισμού μελέτη τουριστικής ανάπτυξης και αξιοποίησης της συγκεκριμένης περιοχής, στην οποία θα προβλέπεται το είδος και ο αριθμός των μονάδων, ο αριθμός των κλινών, οι ειδικές εγκαταστάσεις, καθώς και οι ελεύθεροι χώροι και οι χώροι πρασίνου που απαιτούνται για την ολοκληρωμένη αξιοποίηση της περιοχής. …». Οι ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 3 περ. β΄ του ν. 2234/1994 περιελήφθησαν στο π.δ. 456/1995 «Κωδικοποίηση διατάξεων περί επενδυτικών κινήτρων» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 269) και απετέλεσαν την παράγραφο 6 του άρθρου 3 του προεδρικού διατάγματος αυτού. Ακολούθως, με το άρθρο 29 του ν. 2545/1997 «Βιομηχανικές και Επιχειρηματικές Περιοχές κλπ…» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 254), και υπό τον τίτλο «Περιοχές Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (Π.Ο.Τ.Α.)», ορίσθηκαν, μεταξύ άλλων, τα εξής: «1. α. Ως Περιοχές Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (Π.Ο.Τ.Α.) κατά την έννοια … του άρθρου 1 του ν. 2234/1994 … χαρακτηρίζονται δημόσιες ή ιδιωτικές εκτάσεις εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων, εκτός ορίων οικισμών προϋφισταμένων του 1923 και εκτός ορίων οικισμών κάτω των 2.000 κατοίκων, όπου δημιουργείται ένα σύνολο τουριστικών εγκαταστάσεων αποτελούμενο από ξενοδοχεία διαφόρων λειτουργικών μορφών, εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 2160/1993 …, καθώς και συμπληρωματικές εγκαταστάσεις αναψυχής, άθλησης και γενικά υπηρεσιών διάθεσης του ελεύθερου χρόνου των τουριστών. β. … 2. Στις Π.Ο.Τ.Α. επιτρέπεται να περιλαμβάνονται όλες οι χρήσεις του άρθρου 8 του από 23.2.1987 προεδρικού διατάγματος (Φ.Ε.Κ. 166 Δ΄ ), όπως συμπληρώθηκε από την παρ. 18α του άρθρου 6 του ν. 2160/1993, πλην καζίνο. 3. Ο χαρακτηρισμός και η οριοθέτηση των Π.Ο.Τ.Α. γίνεται μετά από αίτηση φυσικών ή νομικών προσώπων του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και ύστερα από γνώμη του οικείου νομαρχιακού συμβουλίου, σε εφαρμογή εγκεκριμένου χωροταξικού σχεδίου, εθνικού ή περιφερειακού επιπέδου, ή τομεακής αναπτυξιακής – χωροταξικής μελέτης και εναρμονίζεται με τις χρήσεις και λειτουργίες της ευρύτερης περιοχής και τους γενικότερους αναπτυξιακούς στόχους. … Εάν δεν υφίσταται εγκεκριμένο χωροταξικό σχέδιο ή τομεακή αναπτυξιακή χωροταξική μελέτη πριν το χαρακτηρισμό και την οριοθέτηση με την παραπάνω κοινή υπουργική απόφαση μιας περιοχής ως Π.Ο.Τ.Α., απαιτείται η σύνταξη και έγκριση γενικών κατευθύνσεων τουριστικής πολιτικής για τη δημιουργία Π.Ο.Τ.Α., σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Οι κατευθύνσεις αυτές συντάσσονται από τον Ε.Ο.Τ. και εγκρίνονται με απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων. 4. Με την παραπάνω κοινή απόφαση χαρακτηρισμού και οριοθέτησης Π.Ο.Τ.Α. καθορίζονται και εγκρίνονται τα εξής: α. Οι επιτρεπόμενες χρήσεις γης στα πλαίσια εφαρμογής της διάταξης της παρ. 2 του παρόντος άρθρου, καθώς και οι πρόσθετοι περιορισμοί που αποσκοπούν στον έλεγχο της έντασης κάθε χρήσης. β. Οι ειδικότεροι όροι και τα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος από την ίδρυση και λειτουργία της Π.Ο.Τ.Α. γ. Η Γενική Διάταξη των προβλεπόμενων εγκαταστάσεων και η μέγιστη ανά χρήση εκμετάλλευση και τα διαγράμματα των δικτύων υποδομής … δ. Ο φορέας ίδρυσης και εκμετάλλευσης της Π.Ο.Τ.Α. Η μεταβολή της έκτασης των ορίων της Π.Ο.Τ.Α. επιτρέπεται μόνον εφόσον τηρηθούν αναλόγως οι διαδικασίες, που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου για την ίδρυσή της. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής. 5 α. (όπως ίσχυε πριν αντικατασταθεί με την κατωτέρω παρατιθέμενη παρ. 5 του άρθρου 51 του ν. 3105/2003, ΦΕΚ Α΄ 29). Εάν η έκταση της Π.Ο.Τ.Α. δεν πολεοδομείται, επιτρέπεται η σύσταση οριζόντιων ιδιοκτησιών επί των τυχόν εγκρινόμενων μη αμιγώς τουριστικών εγκαταστάσεων, όλες δε οι επιτρεπόμενες να εγκατασταθούν σε αυτή χρήσεις υπόκεινται στους όρους και περιορισμούς της εκτός σχεδίου δόμησης τουριστικών εγκαταστάσεων του από 20.1.1988 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 61 Δ΄). Για τον υπολογισμό της μέγιστης εκμετάλλευσης και των λοιπών όρων και περιορισμών δόμησης, οι εκτάσεις της Π.Ο.Τ.Α. νοούνται ως ενιαίο σύνολο. β. … γ. Σε περίπτωση που η Π.Ο.Τ.Α. περιλαμβάνει εκτάσεις ή τμήματα εκτάσεων που υπάγονται σε ειδικό νομικό καθεστώς (π.χ. δασικές εκτάσεις, αρχαιολογικούς χώρους κλπ.) εφαρμόζονται επ’ αυτών οι οικείες διατάξεις. 6. … 7. Οι τυχόν εγκρινόμενες κατά τις διαδικασίες των προηγούμενων παραγράφων μη αμιγώς τουριστικές εγκαταστάσεις των Π.Ο.Τ.Α. δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το 20% της συνολικής κατά περίπτωση νόμιμης εκμετάλλευσης. 8. Οι διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 1, 8 παρ. 1 και 2 και 14 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται αναλόγως και στις Π.Ο.Τ.Α. … 9. Η εποπτεία των φορέων ίδρυσης και εκμετάλλευσης των Π.Ο.Τ.Α. ασκείται από τον Υπουργό Ανάπτυξης. 10. Η παρ. 6 του άρθρου 3 του π.δ/τος 456/1995 (ΦΕΚ 269 Α) καταργείται». Με την παρ. 5 του άρθρου 51 του προαναφερθέντος ν. 3105/2003 αντικαταστάθηκε η περίπτωση α΄ της παρ. 5 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997 ως εξής: «Εάν η έκταση της Π.Ο.Τ.Α. δεν πολεοδομείται, επιτρέπεται η σύσταση διηρημένων ιδιοκτησιών (οριζοντίων και καθέτων) επί των τυχόν εγκρινομένων μη αμιγώς τουριστικών εγκαταστάσεων, η σύσταση μόνο καθέτων ιδιοκτησιών επί των τουριστικών εγκαταστάσεων, καθώς και η δια συμβάσεων, καταρτιζομένων μεταξύ του φορέα της Π.Ο.Τ.Α. και τρίτων, παραχώρηση σε τρίτους ενοχικών και εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί αυτών. … Όλες οι επιτρεπόμενες να εγκατασταθούν σε αυτή χρήσεις υπόκεινται στους όρους και περιορισμούς της εκτός σχεδίου δόμησης τουριστικών εγκαταστάσεων του από 20.1.1988 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 61 Δ΄) με την επιφύλαξη όσων ορίζονται διαφορετικά παρακάτω. Η παραχωρούμενη, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 της ενότητας Ε΄ (ειδικές διατάξεις και περιορισμοί) του προαναφερόμενου διατάγματος στους οικείους Ο.Τ.Α., έκταση δεν μπορεί να υπερβαίνει το 5% της εντός των ορίων του οικείου Ο.Τ.Α. περιεχόμενης έκτασης της Π.Ο.Τ.Α. Για τον υπολογισμό της μέγιστης εκμετάλλευσης και των λοιπών όρων και περιορισμών δόμησης, οι εκτάσεις της Π.Ο.Τ.Α. νοούνται ως ενιαίο σύνολο». Εξάλλου, στο άρθρο 14 του ν. 2545/1997, στις διατάξεις του οποίου παραπέμπει η παρατεθείσα ανωτέρω παράγραφος 8 του αφορώντος στις Π.Ο.Τ.Α. άρθρου 29 του ίδιου νόμου, υπό τον τίτλο «Απαλλοτριώσεις – Παραχώρηση χρήσης αιγιαλού και παραλίας», ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «1. Για τον καθορισμό και την οργάνωση της Β.Ε.ΠΕ. [Βιομηχανική και Επιχειρηματική Περιοχή] επιτρέπεται η αναγκαστική απαλλοτρίωση, υπέρ του φορέα Β.Ε.ΠΕ. και με δαπάνες του, ακινήτων ή η σύσταση δουλείας ή άλλων εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων, που περιλαμβάνονται στις Β.Ε.ΠΕ. και των τυχόν, εκτός από αυτές, αναγκαίων ακινήτων για την οργάνωση των Β.Ε.ΠΕ. και την εκτέλεση έργων υποδομής (οδοποιΐας, ύδρευσης, αποχέτευσης, ηλεκτροδότησης, τηλεπικοινωνιών) και κάθε άλλου απαραίτητου έργου για την εγκατάσταση και λειτουργία των επιχειρήσεων. 2. Η αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων (αστικών και αγροτικών) πραγματοποιείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης ύστερα από αιτιολογημένη αίτηση του ενδιαφερόμενου φορέα Β.Ε.ΠΕ. Η ίδρυση Β.Ε.ΠΕ. θεωρείται πάντοτε ότι αφορά δημόσια ωφέλεια. Είναι επίσης δυνατή η κήρυξη επειγουσών απαλλοτριώσεων σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. 3. Για τον προσδιορισμό της αποζημίωσης και την αναγνώριση δικαιούχων εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται για τις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις … 4. … 6. Για την πραγμάτωση των σκοπών της Β.Ε.ΠΕ. επιτρέπεται η παραχώρηση στο φορέα Β.Ε.ΠΕ. της χρήσης αιγιαλού και παραλίας και του δικαιώματος εκτέλεσης, χρήσης και εκμετάλλευσης λιμενικών έργων ή επέκτασης ήδη υφιστάμενων στην περιοχή λιμενικών εγκαταστάσεων. Η παραχώρηση γίνεται για χρονικό διάστημα μέχρι πενήντα (50) χρόνων … 7. Ο φορέας Β.Ε.ΠΕ., με εξαίρεση τις περιπτώσεις εθνικής ανάγκης, έχει το δικαίωμα της αποκλειστικής και με αντάλλαγμα χρήσης της ζώνης αιγιαλού – παραλίας για την κατασκευή λιμενικών έργων που εκτελεί … 8. …».
8. Επειδή, ως προς τις επιτρεπόμενες χρήσεις γης εντός των Π.Ο.Τ.Α., η παρατεθείσα στην προηγούμενη σκέψη παράγραφος 2 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997 παραπέμπει στις διατάξεις του άρθρου 8 του από 23.2.1987 π.δ/τος «Κατηγορίες και περιεχόμενο χρήσεων γης» (Φ.Ε.Κ. Δ΄ 166), με το οποίο καθορίσθηκαν, κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 1561/1985 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 148), οι κατηγορίες και το περιεχόμενο των χρήσεων γης στις περιοχές των γενικών πολεοδομικών σχεδίων. Το ανωτέρω από 23.2.1987 προεδρικό διάταγμα καθορίζει, στο άρθρο 1, τις κατηγορίες χρήσεων γης στις περιοχές των γενικών πολεοδομικών σχεδίων, αφενός μεν σύμφωνα με την γενική πολεοδομική τους λειτουργία (παρ. Α), μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η κατηγορία χρήσεως «τουρισμός – αναψυχή» (άρθρο 8), αφετέρου δε σύμφωνα με την ειδική πολεοδομική τους λειτουργία (παρ. Β). Στα επόμενα άρθρα 2-10 του προαναφερθέντος από 23.2.1987 προεδρικού διατάγματος καθορίζεται το περιεχόμενο των γενικών κατηγοριών χρήσεων, με την περιοριστική απαρίθμηση των χρήσεων γης κατά την ειδική πολεοδομική τους λειτουργία, που επιτρέπεται να αποτελέσουν περιεχόμενο των γενικών κατηγοριών. Στο άρθρο 8 του εν λόγω προεδρικού διατάγματος, με τίτλο «Περιεχόμενο τουρισμού – αναψυχής», ορίζεται ότι «Στις περιοχές τουρισμού – αναψυχής επιτρέπονται μόνο: 1. Ξενώνες, ξενοδοχεία και λοιπές εγκαταστάσεις 2. Κατοικία. 3. Εμπορικά καταστήματα. 4. Εστιατόρια. 5. Αναψυκτήρια. 6. Κέντρα διασκέδασης, αναψυχής. 7. Χώροι συνάθροισης κοινού. 8. Πολιτιστικά κτίρια και εν γένει πολιτιστικές λειτουργίες. 9. Κτίρια κοινωνικής πρόνοιας. 10. Θρησκευτικοί χώροι. 11. Κτίρια, γήπεδα στάθμευσης. 12. Πρατήρια βενζίνης. 13. Αθλητικές εγκαταστάσεις. 14. Εγκαταστάσεις μέσων μαζικών μεταφορών». Ακολούθως, με την παρ. 18 του άρθρου 6 του ν. 2160/1993 (ΦΕΚ Α΄ 118) ορίσθηκε ότι στις περιπτώσεις του άρθρου 8 του π.δ/τος της 23.2.1987 «προστίθενται νέες περιπτώσεις 15, 16, 17, 18, 19 ως ακολούθως: ‘‘15. Συνεδριακά κέντρα. 16. Ελικοδρόμια. 17. Καζίνα. 18. Γήπεδα γκολφ. 19. Τουριστικοί λιμένες’’», ενώ με την παρ. 2 του άρθρου 6 του μεταγενεστέρου ν. 3139/2003 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 100) προστέθηκε στο άρθρο 8 του από 23.2.1987 π.δ/τος περίπτωση 20 «εγκαταστάσεις εμπορικών εκθέσεων – εκθεσιακά κέντρα».
9. Επειδή, περαιτέρω, κατ’ εξουσιοδότηση της παρατεθείσης στην έβδομη σκέψη διατάξεως του τελευταίου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997 εκδόθηκε η υπ’ αριθ. Τ/3522/9.7.1998 κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ Β΄ 822/6.8.1998), με την οποία εγκρίθηκε, ως είχε, η υπ’ αριθ. 500309/22.4.1998 απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.), με τίτλο «Γενικές κατευθύνσεις τουριστικής πολιτικής για τη δημιουργία Περιοχών Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης σε εθνικό επίπεδο». Στα τρία πρώτα κεφάλαια της αποφάσεως αυτής του Γενικού Γραμματέα του ΕΟΤ (με τίτλους «Ποσοτική και ποιοτική εικόνα του ελληνικού τουρισμού», «Οι επιλογές της ισχύουσας τουριστικής πολιτικής» και «Το πρόβλημα της προσθήκης νέων κλινών στο υφιστάμενο δυναμικό – Η δημιουργία νέων τουριστικών προορισμών») αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: Α) Βάσει των στατιστικών στοιχείων, ο τουρισμός εμφανίζει μεγάλη συμβολή στους κρίσιμους δείκτες της οικονομίας (συμμετοχή στο ΑΕΠ κατά 8,45%, στους άδηλους πόρους κατά 30,41%, στην κάλυψη του εμπορικού ελλείμματος κατά 33,85%, ενώ καταναλώνει προϊόντα των λοιπών παραγωγικών κλάδων σε ποσοστό 14,7% επί του ΑΕΠ). Β) Ο τουρισμός στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από συγκέντρωση της δραστηριότητας σε ορισμένες μόνο περιοχές, απόλυτη σχεδόν κυριαρχία του μοντέλου του μαζικού τουρισμού χαμηλής συναλλαγματικής απόδοσης και αυστηρά εποχική ζήτηση. Ο συνδυασμός των χαρακτηριστικών αυτών ευθύνεται για τη συνεχή υποβάθμιση των παρεχομένων υπηρεσιών, λόγω της υπερπροσφοράς κλινών στις περιοχές συγκέντρωσης και της στήριξης της ανταγωνιστικότητας αποκλειστικά στη χαμηλή τιμή, και την αρνητική εξέλιξη στις αφίξεις και διανυκτερεύσεις. Γ) Σε διεθνές επίπεδο παρατηρείται αφ’ ενός μεν φθίνουσα πορεία της Μεσογείου ως προορισμού μαζικού τουρισμού κατά το ελληνικό πρότυπο, αφ’ ετέρου δε σταδιακή στροφή σε πιο εξειδικευμένα τουριστικά προϊόντα που ενσωματώνουν τους αξιόλογους φυσικούς, πολιτιστικούς και κοινωνικούς πόρους του τόπου διακοπών και προϋποθέτουν την ενεργή συμμετοχή του τουρίστα στην επιλογή του τόπου αυτού. Πρόκειται για τις λεγόμενες νέες ή θεματικές μορφές τουρισμού, οι οποίες μπορούν να εξυπηρετηθούν από μονάδες που δημιουργούνται εξ αρχής, κατά τρόπο τέτοιο ώστε να συνιστούν πλήρεις και αυτόνομες αγορές, προσανατολισμένες από τα πρώτα στάδια του σχεδιασμού τους σε ζήτηση υψηλής στάθμης και ειδικών μορφών τουρισμού. Τέτοιους διαφοροποιημένους προορισμούς διακοπών αποτελούν οι Π.Ο.Τ.Α., οι οποίες είναι σύνολα τουριστικών εγκαταστάσεων, αποτελούμενα από ξενοδοχεία διαφόρων λειτουργικών μορφών, εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής, καθώς και συμπληρωματικές εγκαταστάσεις αναψυχής, άθλησης και γενικά υπηρεσιών διάθεσης του ελεύθερου χρόνου των τουριστών. Δ) Οι Π.Ο.Τ.Α. θα χρησιμοποιηθούν ως χρηματοδοτικό εργαλείο (μέσω του αναπτυξιακού ν. 2601/1998), με φειδώ τα επόμενα 5-10 έτη, ώστε να δοκιμασθεί ο θεσμός και στην πράξη και να «ανοίξουν» λίγοι νέοι προορισμοί/αγορές, που θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό στο χώρο της Μεσογείου και να προσελκύσουν διαφοροποιημένη ζήτηση υψηλών εισοδημάτων. Περαιτέρω, στο κεφάλαιο με τον τίτλο «Όροι – Προϋποθέσεις ίδρυσης Περιοχών Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης» της ανωτέρω, υπ’ αριθ. 500309/22.4.1998, αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα του Ε.Ο.Τ. ορίζονται τα εξής: «Οι Π.Ο.Τ.Α. αποτελούν μορφή ιδιωτικής επένδυσης, που είναι δυνατόν να ενταχθεί στα κίνητρα του αναπτυξιακού νόμου σύμφωνα με τους όρους και τις διαδικασίες του νόμου αυτού. Προϋποθέσεις για τη δημιουργία Π.Ο.Τ.Α. είναι οι ακόλουθες: 1. Περιοχή κατάλληλη για ολοκληρωμένη τουριστική ανάπτυξη, που όμως δεν διαθέτει ανεπτυγμένη τουριστική υποδομή και δη μεγάλο συγκριτικά αριθμό τουριστικών καταλυμάτων. Ως «κατάλληλη για ολοκληρωμένη τουριστική ανάπτυξη» νοείται η ευρύτερη περιοχή, που διαθέτει τους αναγκαίους αξιόλογους φυσικούς, πολιτιστικούς και ανθρώπινους πόρους, διαθέτει δηλαδή τα αναγκαία για την προσέλκυση διεθνούς τουριστικής ζήτησης πρωτογενή στοιχεία. [Λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη η ποικιλία τοπίων, η ύπαρξη δασών, λιμνών, σπηλαίων, βιοτόπων, ιαματικών πηγών, τοπίων ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους, ακτών μεγάλου μήκους ή/και εντυπωσιακού διαμελισμού, ήπιο κλίμα, πλεονάζον ισοζύγιο ύδατος, καθώς και αναγνωρισμένοι αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία, ευρέος χρονικού φάσματος, παραδοσιακοί οικισμοί, επίπεδα πολιτιστικής ανάπτυξης κ.ά.]. Η «καταλληλότητα» αυτή της ευρύτερης περιοχής αξιολογείται κατά κύριο λόγο σε επίπεδο νομού (ή νησιού) και δευτερευόντως σε επίπεδο γεωγραφικής περιφέρειας. Η ύπαρξη ή όχι «ανεπτυγμένης τουριστικής υποδομής» εξετάζεται σε επίπεδο νομού (ή νησιού). 2. Διάθεση δημόσιας ή ιδιωτικής έκτασης ελάχιστης επιφάνειας 800.000 μ2, ενιαίας (δηλαδή χωρίς παρεμβολή ιδιοκτησιών τρίτων) σε ποσοστό τουλάχιστον 85%, που θα πρέπει να βρίσκεται σε χρονοαπόσταση 90 λεπτών της ώρας το πολύ από αεροδρόμιο ικανό να δεχθεί τακτικές και ναυλωμένες πτήσεις από την Ελλάδα και το εξωτερικό. 3. Ύπαρξη διαπιστωμένου επενδυτικού ενδιαφέροντος του ιδιωτικού τομέα. Δικαιούμενοι να εκδηλώσουν ενδιαφέρον είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιοκτήτες της έκτασης και συγχρόνως υποψήφιοι επενδυτές ή κοινοπραξίες, στις οποίες συμμετέχει και ο ιδιοκτήτης/ες της έκτασης. … Οι επιθυμούντες να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους θα πρέπει να είναι σε θέση να χρηματοδοτήσουν το συνολικό επενδυτικό πρόγραμμα κατά τους όρους του αναπτυξιακού νόμου και συγκεκριμένα: 3.1 Λαμβάνοντες τα κίνητρα του Ν. 2601/98 για τα ξενοδοχειακά καταλύματα και τις υπαγόμενες στον ίδιο νόμο εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής (συνεδριακά κέντρα, λιμένες αναψυχής, κέντρα θαλασσοθεραπείας, κέντρα τουρισμού υγείας, γήπεδα γκολφ, εγκαταστάσεις χιονοδρομικού τουρισμού, υδροθεραπευτήρια, κέντρα προπονητικού – αθλητικού τουρισμού). 3.2. Ο επενδυτής θα πρέπει –εφόσον θα προσφύγει και σε δανειοδότηση για την κάλυψη μέρους του συνολικού κόστους της επένδυσης– να έχει εξασφαλίσει το θετικό ενδιαφέρον έγκυρου τραπεζικού οργανισμού. 3.3. Ακόμη, θα πρέπει να έχει σοβαρή επιχειρηματική εμπειρία στην οργάνωση και λειτουργία τουριστικών επιχειρήσεων ή να εξασφαλίζει με σχετική σύμβαση τη συνεργασία φορέα, που διαθέτει το προσόν αυτό. 4. Το επενδυτικό σχέδιο για τη δημιουργία Π.Ο.Τ.Α. θα πρέπει να συνεπάγεται ελάχιστο συνολικό ύψος επένδυσης 20 δισ. δραχμές (εξαιρουμένης της αξίας της γης, …) και να περιλαμβάνει : – Τουριστικά καταλύματα (κύρια και μη κύρια ξενοδοχειακά) διαφόρων λειτουργικών μορφών και τάξεων ΑΑ και Α, τουλάχιστον 1500 συνολικά κλινών. – Κέντρα εστίασης – αναψυχής διαφόρων λειτουργικών μορφών. – Δύο τουλάχιστον εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής (όπως π.χ. μαρίνα, συνεδριακό κέντρο, γήπεδο γκολφ, κέντρο θαλασσοθεραπείας, κέντρο τουρισμού υγείας, υδροθεραπευτήριο, χιονοδρομικό κέντρο, θεματικό πάρκο, αθλητικό – προπονητικό κέντρο). – Εμπορικό κέντρο ή και ολοκληρωμένο συγκρότημα παραδοσιακής βιοτεχνίας. – Λουτρικές εγκαταστάσεις, αν η έκταση είναι παραθαλάσσια. – Αθλητικές εγκαταστάσεις και, – προαιρετικά, οικιστικό συγκρότημα. … 5. Συμβατότητα της επένδυσης με τα κριτήρια της χωροταξικής, πολεοδομικής και περιβαλλοντικής πολιτικής και καταλληλότητα του χώρου για την ανάπτυξη της αιτούμενης χρήσης. 6. Π.Ο.Τ.Α. δεν δημιουργούνται … όπου υφίσταται ικανοποιητική εν όλω ή εν μέρει τουριστική ανωδομή (καταλύματα) ενώ είναι δυνατόν να χωροθετηθούν στα λοιπά … τμήματα της Επικράτειας, εφόσον συντρέχουν τα ακόλουθα επί μέρους κριτήρια (που ελέγχονται σε επίπεδο νομού ή νησιού): 6.α. Δημογραφικά κριτήρια 6.α.1. πληθυσμός που μεταξύ των δύο τελευταίων απογραφών εμφανίζει μείωση ή περιορισμένη αύξηση (όχι άνω του 5%) 6.α.2. αγροτικός πληθυσμός σε ποσοστό ανώτερο του μέσου εθνικού όρου (δηλ. του 28,4%) 6.α.3. προϊούσα γήρανση του πληθυσμού 6.α.4. περιοχές αραιοκατοικημένες: αριθμός κατοίκων ανά τ.χλμ. μικρότερος του μέσου εθνικού όρου (δηλ. των 79,2 κατοίκων) 6.α.5. ύπαρξη έντονης αστικής πόλωσης 6.β. Ύπαρξη τεχνικής υποδομής 6.β.1. οδικό δίκτυο αρκετά ανεπτυγμένο, με ικανό ποσοστό ασφαλτόστρωσης β.2. θαλάσσιες συγκοινωνίες υπαρκτές, έστω και μικρής σημασίας. Ύπαρξη υποδομής σε μαρίνες και αλιευτικά καταφύγια 6.β.3. αεροπορική συγκοινωνία. Χρονοαπόσταση από διεθνές αεροδρόμιο στην έκταση της ΠΟΤΑ μικρότερη των 90 λεπτών 6.β.4. μη ανεπτυγμένο βιομηχανικό δυναμικό 6.β.5. επαρκής υποδομή βασικής, μέσης και ανωτέρας εκπαίδευσης, καθώς και υποδομή υγείας (νομαρχιακό νοσοκομείο) 6.γ. Κριτήρια σχετικά με την Απασχόληση 6.γ.1. μείωση απασχόλησης στον πρωτογενή τομέα 6.γ.2. τάση αύξησης της απασχόλησης στον τριτογενή τομέα 6.γ.3. αυξητική τάση του ποσοστού ανεργίας 6.δ. Κριτήρια τουριστικής ανάπτυξης 6.δ.1. υφιστάμενο μέγεθος τουριστικού τομέα κατώτερο των δυνατοτήτων που διαγράφουν οι τουριστικοί πόροι της περιοχής 6.δ.2. ύπαρξη ξενοδοχειακών κλινών σε ποσοστό < 1%="" του="" συνόλου="" της="" χώρας="" 6.δ.3.="" ύπαρξη="" ξενοδοχειακών="" κλινών="" σε="" αριθμό="">< 50="" κλινών="" 1000="" κατοίκους="" 6.δ.4.="" ανυπαρξία="" ξενοδοχειακών="" κλινών="" αα΄="" τάξης="" 6.δ.5.="" ανυπαρξία="" κλινών="" α΄="" τάξης="" ή="" περιορισμός="" τους="" μόνο="" στα="" αστικά="" κέντρα="" 6.δ.6.="" οι="" πραγματοποιούμενες="" συνολικά="" διανυκτερεύσεις="" σε="" κύρια="" ξενοδοχειακά="" καταλύματα="" να="" μην="" υπερβαίνουν="" το="" 1%="" του="" συνόλου="" της="" χώρας="" 6.δ.7.="" οι="" πραγματοποιούμενες="" διανυκτερεύσεις="" αλλοδαπών="" να="" μην="" υπερβαίνουν="" το="" 0,5%="" του="" συνόλου="" της="" χώρας.="" 7.="" …».="">
10. Επειδή, εξάλλου, κατ’ εξουσιοδότηση της παρατεθείσης στην έβδομη σκέψη διατάξεως της παρ. 4 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997 εκδόθηκε η υπ’ αριθ. Τ/751/10.2.1998 απόφαση της Υπουργού Ανάπτυξης και του Υφυπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, με τίτλο «Απαιτούμενα δικαιολογητικά, διαδικασίες και ρύθμιση λοιπών λεπτομερειών για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρ. 29 του Ν. 2545/97…» (ΦΕΚ Β΄ 149). Στην παράγραφο 1 της ανωτέρω αποφάσεως, η οποία έχει τον τίτλο «Απαιτούμενα δικαιολογητικά για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρ. 29 του Ν. 2545/97», ορίζεται ότι ο ενδιαφερόμενος επενδυτής οφείλει να υποβάλλει, μεταξύ άλλων δικαιολογητικών, «α. … β. Έκθεση συνοπτικής παρουσίασης της φυσιογνωμίας της περιοχής, όπως αυτή προσδιορίζεται από τις χωρικές ενότητες που προβλέπονται στο σχετικό εγκεκριμένο χωροταξικό σχέδιο, εθνικού ή περιφερειακού επιπέδου, ή τη σχετική τομεακή – αναπτυξιακή μελέτη ή τις γενικές κατευθύνσεις τουριστικής πολιτικής για τη δημιουργία Π.Ο.Τ.Α., σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρ. 29 του Ν. 2545/97. Η έκθεση περιλαμβάνει ενδεικτικά τη θέση της περιοχής ως προς τον ευρύτερό της φυσικό και αναπτυξιακό χώρο, γεωμορφολογικά δεδομένα, κλιματικά δεδομένα, στοιχεία για τη συγκοινωνιακή υποδομή και τις λοιπές εξυπηρετήσεις, δημογραφικά και οικονομικά δεδομένα της περιοχής, αναπτυξιακά δεδομένα, δυνατότητες και επιλογές του επενδυτή, κ.λπ. γ. Έκθεση αναλυτικής παρουσίασης της υφιστάμενης κατάστασης στον τομέα του Τουρισμού, που περιλαμβάνει ενδεικτικά μεγέθη τουριστικής ζήτησης και προσφοράς …, κατάσταση υποδομής, γενικής και ειδικής τουριστικής, και δυνατότητες βελτίωσής της στο άμεσο μέλλον, φυσικούς, ανθρωπογενείς και ανθρώπινους πόρους, που ενδιαφέρουν τον Τουρισμό κ.λπ. δ. Περιγραφή της προτεινόμενης για τη δημιουργία Π.Ο.Τ.Α. έκτασης (ή εκτάσεων) και της άμεσα ευρύτερης περιοχής. Ειδικότερα περιγραφή: Του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντός της. Της υφισταμένης υποδομής, τεχνικής και κοινωνικής, και τεκμηριωμένη εκτίμηση της επάρκειάς της. Των δεσμεύσεων που προκύπτουν από την ύπαρξη ίδιων νομικών καθεστώτων, άλλων υφιστάμενων ή θεσμοθετημένων χρήσεων γης ή αναπτυξιακών προγραμμάτων άλλων φορέων. … Του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της έκτασης (ή των εκτάσεων) … Του θεσμικού καθεστώτος δόμησης της έκτασης ή των εκτάσεων (εκτός σχεδίου δόμηση, Ζ.Ο.Ε., Γ.Π.Σ.). Η ως άνω περιγραφή συνοδεύεται από: i) γενικό τοπογραφικό διάγραμμα της ευρύτερης περιοχής σε κλίμακα 1:5000, όπου σημειώνονται τα όρια της προτεινόμενης για Π.Ο.Τ.Α έκτασης (ή εκτάσεων), με απεικόνιση των χρήσεων γης, που υφίστανται εντός αυτής και στην ευρύτερη περιοχή και σε ακτίνα 1000 μ. τουλάχιστον από τα όριά της (δασικές εκτάσεις, γεωργικές αρδευόμενες εκτάσεις, οικισμοί, δρόμοι, βιομηχανικές περιοχές, αρχαιολογικοί χώροι, τουριστικές εγκαταστάσεις, προστατευόμενες περιοχές κ.λπ.), ii) χάρτη προσανατολισμού σε κλίμακα 1:200.000 σε μέγεθος σελίδας με το χώρο επέμβασης και υπόμνημα για πόλεις, οικισμούς, δρόμους, χώρους με ιδιαίτερο ενδιαφέρον κ.λπ. και iii) … ε. Έκθεση παρουσίασης του προγράμματος τουριστικής αξιοποίησης με πρόταση για τις εντός Π.Ο.Τ.Α. επί μέρους χρήσεις γης στο πλαίσιο εφαρμογής της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 29 του Ν. 2545/97, μεγέθη – δυναμικότητες, προτεινόμενους όρους και περιορισμούς δόμησης, προτεινόμενη μέγιστη ανά χρήση εκμετάλλευση και αναγκαία έργα γενικής και ειδικής τουριστικής υποδομής. H έκθεση αυτή, στην περίπτωση, που η προτεινόμενη Π.Ο.Τ.Α. προβλέπεται να υλοποιηθεί κατ’ εφαρμογή της διάταξης της παρ. 5 εδάφ. α΄ του άρθρου 29 του Ν. 2545/97, συνοδεύεται από Σχέδιο Γενικής Διάταξης των προβλεπόμενων εγκαταστάσεων, … στην οποία απεικονίζονται τα ανωτέρω στοιχεία της έκθεσης καθώς και τα διαγράμματα εσωτερικής υποδομής της έκτασης. στ. Έκθεση κατ’ αρχήν αξιολόγησης των χωροταξικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την ίδρυση και λειτουργία της Π.Ο.Τ.Α. με περιεχόμενα: Αναμενόμενες επιπτώσεις στον πληθυσμό από δημογραφική, οικονομική και κοινωνική σκοπιά. Αναμενόμενες επιπτώσεις στο οικιστικό δίκτυο: εξετάζονται οι αναμενόμενες επιπτώσεις: – στον πρωτογενή τομέα και ιδιαίτερα στη γεωργία π.χ. πιέσεις για αλλαγή των χρήσεων γης, υπερεξάντληση φυσικών πόρων, όπως το νερό, ανταγωνισμός στην απασχόληση (π.χ. εγκατάλειψη της γεωργίας και στροφή προς τις υπηρεσίες, οικοδομικές εργασίες κ.λπ.), τάσεις διεύρυνσης ή συρρίκνωσης της τοπικής παραγωγής και αγοράς κ.λπ. – στο δευτερογενή τομέα π.χ. ανάπτυξη παραδοσιακής βιομηχανίας, οικοδομικών εργασιών, ανταγωνισμός στην απασχόληση – στον τριτογενή τομέα, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων στο ήδη επενδεδυμένο στον Τουρισμό κεφάλαιο από την αύξηση της τουριστικής προσφοράς, την ένταξη εγκαταστάσεων ειδικής τουριστικής υποδομής στο τοπικό τουριστικό προϊόν και γενικά τις αναμενόμενες επιπτώσεις στον συναγωνισμό. Αναμενόμενες επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον: Εξετάζονται οι αναμενόμενες επιπτώσεις στο έδαφος, τον αέρα, τη χλωρίδα, στην πανίδα, στους λοιπούς φυσικούς πόρους (με ιδιαίτερη έμφαση στην επάρκεια των υδάτινων πόρων της περιοχής και τη χωρητικότητα των ακτών προκειμένου για Π.Ο.Τ.Α. που έχουν ως πόλο έλξης τη θάλασσα) και στην αισθητική του τοπίου. Η αξιολόγηση της αντοχής των φυσικών πόρων θα πρέπει να συνεκτιμά όχι μόνο την επιβάρυνση από τη δημιουργία της Π.Ο.Τ.Α. αλλά και την τυχόν επιβάρυνση της περιοχής από τη βελτίωση της προσπελασιμότητας και των εξυπηρετήσεων. Αναμενόμενες επιπτώσεις στην πολιτιστική κληρονομιά: Εξετάζεται η συμβατότητα της επιδιωκόμενης ανάπτυξης με την ανάγκη προστασίας του τοπίου σε περίπτωση γειτνίασης με αρχαιολογικούς χώρους, παραδοσιακούς οικισμούς κ.λπ., αλλά και οι επιπτώσεις από την αναμενόμενη αύξηση των επισκεπτών στους παραπάνω τουριστικούς πόρους. Εξαγωγή συνθετικών συμπερασμάτων (αναμενόμενες επιπτώσεις από την ίδρυση και λειτουργία της Π.Ο.Τ.Α.). Προβλεπόμενα μέτρα για την πρόληψη, τον περιορισμό ή / και την εξουδετέρωση των δυσμενών επιπτώσεων από την ίδρυση και λειτουργία της Π.Ο.Τ.Α. Μέτρα (έργα, ρυθμίσεις κ.λπ.) που, κατά τον επενδυτή, κρίνεται σκόπιμο να αναλάβει ο δημόσιος τομέας για την ενίσχυση των υποδομών της ευρύτερης περιοχής, με αδρομερή εκτίμηση του κόστους. ζ. Οικονομικά στοιχεία – χρηματοδότηση: Η σχετική έκθεση περιλαμβάνει: Συνολικό εκτιμώμενο κόστος επένδυσης … Χρηματοδοτικό σχήμα (επιχορήγηση αναπτυξιακού νόμου, ίδια συμμετοχή, δανειακά κεφάλαια)». Στην παράγραφο 2 της ανωτέρω, υπ’ αριθ. Τ/751/10.2.1998, κοινής υπουργικής αποφάσεως, η οποία έχει τον τίτλο «Διαδικασία χαρακτηρισμού και οριοθέτηση μιας Π.Ο.Τ.Α.», ορίζεται ότι ο φάκελος με τα οριζόμενα στο κεφάλαιο 1 δικαιολογητικά υποβάλλεται στον ΕΟΤ (περ. α΄), μερίμνη του οποίου δύο εκ των κατατιθεμένων έξι αντιτύπων του φακέλου διαβιβάζονται στις Διευθύνσεις Χωροταξίας και Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων (περ. β΄), ότι, εντός 20 ημερών από την λήψη του φακέλου, οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΕΟΤ (Διευθύνσεις Α΄ Έρευνας – Ανάπτυξης και Β΄ Εφαρμογής Προγραμμάτων και Χωροταξίας) και οι ανωτέρω αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου καθορίζουν κοινή σύσκεψη, κατά την οποία συντάσσουν κοινό πρακτικό, στο οποίο βεβαιώνεται: «– η τυπική και ουσιαστική συμβατότητα του φακέλου σύμφωνα με τα υπό στοιχ. 1 (α έως ζ) της παρούσας – η συμβατότητα της πρότασης Π.Ο.Τ.Α. με το οικείο εγκεκριμένο χωροταξικό σχέδιο, εθνικού ή περιφερειακού επιπέδου ή με τομεακή αναπτυξιακή – χωροταξική μελέτη ή με τις γενικές κατευθύνσεις τουριστικής πολιτικής της κοινής υπουργικής απόφασης της παρ. 3 του άρθρου 29 του Ν. 2545/97» (περ. γ΄), ότι αντίγραφα του πρακτικού και του φακέλου αποστέλλονται στο οικείο νομαρχιακό συμβούλιο, προκειμένου αυτό να γνωμοδοτήσει, καθώς και στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας (περ. δ΄), ότι «Ο ΕΟΤ, το ΥΠΕΘΟ και η Δ/νση Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού του ΥΠΕΧΩΔΕ, με βάση τα στοιχεία του φακέλου και έχοντας υπόψη τους το περιεχόμενο του κοινού πρακτικού της παρ. 2γ της παρούσας, γνωστοποιούν εγγράφως στο ΥΠΕΧΩΔΕ/Δ/νση Χωροταξίας τις επί της ουσίας πλήρως τεκμηριωμένες απόψεις τους για την προτεινόμενη Π.Ο.Τ.Α.» (περ. ε΄), ότι «Η Διεύθυνση Χωροταξίας του ΥΠΕΧΩΔΕ συντάσσει και προωθεί για προσυπογραφή το Σχέδιο της κοινής Απόφασης των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων για τον χαρακτηρισμό και την οριοθέτηση της Π.Ο.Τ.Α. …» (περ. στ΄) και ότι «Στην περίπτωση που, σύμφωνα με το κοινό πρακτικό ΕΟΤ – Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., δεν διαπιστώνεται πληρότητα του φακέλου ή συμβατότητα της επένδυσης, σύμφωνα με τα υπό στοιχ. 2γ ανωτέρω, ενημερώνεται σχετικά εγγράφως ο αιτών με φροντίδα του ΕΟΤ και διακόπτεται η τήρηση της ως άνω διαδικασίας. Η διαδικασία, που διακόπηκε λόγω έλλειψης πληρότητας φακέλου, είναι δυνατόν να επαναληφθεί εξαρχής εφόσον συμπληρωθεί ο φάκελος» (περ. ζ΄). Τέλος, στην παράγραφο 3 της προαναφερθείσης, υπ’ αριθ. Τ/751/10.2.1998, κοινής υπουργικής αποφάσεως αναφέρονται τα εξής: «Διευκρινίζεται ότι ο χαρακτηρισμός και η οριοθέτηση έκτασης (ή εκτάσεων) ως Π.Ο.Τ.Α. υποκαθιστά εξ όλων των κατά νόμο προβλεπομένων διαδικασιών για την έγκριση της ίδρυσης των πάσης φύσεως τουριστικών εγκαταστάσεων μόνο την προέγκριση χωροθέτησης (αρμοδιότητας Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.) και την έγκριση καταλληλότητας του γηπέδου ή οικοπέδου (αρμοδιότητας ΕΟΤ). Όλες οι άλλες κατά νόμον διαδικασίες (έγκριση αρχιτεκτονικής μελέτης εγκαταστάσεων από ΕΟΤ, έγκριση περιβαλλοντικών όρων από Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. και ΕΟΤ, διαδικασίες υπαγωγής στα κίνητρα του Αναπτυξιακού Νόμου στο ΥΠ.ΕΘ.Ο. κ.λπ.) τηρούνται κανονικά και στην περίπτωση των Π.Ο.Τ.Α.».
11. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τον φάκελο της υποθέσεως προκύπτουν τα εξής: Ομάδα ιδιωτών και η παρεμβαίνουσα εταιρεία ζήτησαν, με τις από 23.9.1998, 18.12.1998, 30.3.2000 και 14.12.2000 αιτήσεις, τον χαρακτηρισμό ως Π.Ο.Τ.Α. τριών περιοχών στο Νομό Μεσσηνίας. Με την υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ Δ΄ 887/22.10.2001) –εκδοθείσα, όπως προκύπτει και από το προοίμιο αυτής (υπ’ αριθ. 2 και 3), μετά τήρηση της προβλεπομένης στην αναφερθείσα στην προηγούμενη σκέψη, υπ’ αριθ. Τ/751/10.2.1998, κοινή υπουργική απόφαση διαδικασίας και σύμφωνα με τα κριτήρια για την δημιουργία Π.Ο.Τ.Α., τα οποία καθορίζονται στην μνημονευθείσα στην ένατη σκέψη, υπ’ αριθ. 500309/22.4.1998, απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Ε.Ο.Τ., η οποία εγκρίθηκε με την υπ’ αριθ. Τ/3522/9.7.1998 κοινή υπουργική απόφαση– οι περιοχές, για τις οποίες υπεβλήθη η αίτηση, χαρακτηρίσθηκαν ως Π.Ο.Τ.Α. και οριοθετήθηκε η συνολική έκταση κάθε μιας εξ αυτών, καθορίσθηκαν χρήσεις γης κατά ζώνες, όροι και περιορισμοί δομήσεως, η γενική διάταξη των εγκαταστάσεων και διατυπώθηκαν υποδείξεις για το ειδικότερο περιεχόμενο που πρέπει να έχουν οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που θα υποβληθούν κατά το στάδιο εγκρίσεως των περιβαλλοντικών όρων. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την ανωτέρω, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινή υπουργική απόφαση και τα σχεδιαγράμματα που την συνοδεύουν και έχουν συνδημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ως Π.Ο.Τ.Α χαρακτηρίσθηκαν οι εξής εκτός σχεδίου πόλεως και εκτός ορίων οικισμών περιοχές: 1) Περιοχή 1 (ΠΟΤΑ Ρωμανού), η οποία αποτελείται από δύο τμήματα, εκατέρωθεν του ποταμού Σέλλα, 2) Περιοχή 2 (ΠΟΤΑ Πύλου) και 3) Περιοχή 3 (ΠΟΤΑ Ριζόμυλου) (άρθρο 1 παρ. 1). Με το άρθρο 2 της προαναφερθείσης, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινής υπουργικής αποφάσεως καθορίσθηκαν, κατά ζώνες, οι επιτρεπόμενες χρήσεις γης. Για το τμήμα Ρωμανού ορίζονται τα εξής : Α) Στην Ζώνη Ι επιτρέπεται η δημιουργία κύριων τουριστικών καταλυμάτων, όλων των λειτουργικών μορφών Α΄ και ΑΑ΄ τάξης, μέγιστης δυναμικότητας 3.500 κλινών, καθώς και εγκαταστάσεων ειδικής τουριστικής υποδομής και, συγκεκριμένα, ενός συνεδριακού κέντρου και ενός κέντρου θαλασσοθεραπείας. Β) Στην Ζώνη ΙΙ επιτρέπεται η δημιουργία αθλητικών εγκαταστάσεων, εγκαταστάσεων γκολφ και εγκαταστάσεων τεχνικής υποδομής. Γ) Στην Ζώνη ΙΙΙ επιτρέπεται η ανέγερση κτιρίων για την εξυπηρέτηση του συνόλου των ειδικών χρήσεων του άρθρου 8 του από 23.2.1987 π.δ/τος για τις περιοχές τουρισμού – αναψυχής, εκτός των αμιγώς τουριστικών χρήσεων που εγκαθίστανται στην Ζώνη Ι, ορίζεται δε ότι η μέγιστη δόμηση στην ως άνω Ζώνη ΙΙΙ δεν μπορεί να υπερβεί τα 17.500 τ.μ. Στο άρθρο 3 της ανωτέρω, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινής υπουργικής αποφάσεως διατυπώνονται οδηγίες και κατευθύνσεις για την αντιμετώπιση ορισμένων ζητημάτων προστασίας του περιβάλλοντος, κατά την σύνταξη των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και την έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Περαιτέρω, η αυτή ως άνω, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινή υπουργική απόφαση ορίζει στο άρθρο 4 ότι «Η μεγίστη ανά χρήση εκμετάλλευση (δόμηση) ορίζεται σαν ποσοστό επί της συνολικής στο πλαίσιο των διατάξεων της παραγράφου 5.α. του άρθρου 29 του Ν. 2545/97 δομήσιμης επιφάνειας των γηπέδων ως εξής: Για τις εγκαταστάσεις εντός των Ζωνών Ι και ΙΙ ποσοστό 80% της συνολικής δομήσιμης επιφάνειας των γηπέδων. Για τις εγκαταστάσεις εντός της Ζώνης ΙΙΙ ποσοστό 20% της συνολικής δομήσιμης επιφάνειας των γηπέδων» (παρ. 3) και ότι «… η συνολική δόμηση σε κάθε μια από τις καθοριζόμενες στο άρθρο 1 της παρούσας περιοχών … δεν μπορεί να υπερβεί την προκύπτουσα ως επιτρεπόμενη για κάθε έκταση … κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 173 του Π.Δ. της 27.7.1999 «Κώδικας βασικής πολεοδομικής νομοθεσίας» (Δ΄ 580)» (παρ. 4, από προφανή παραδρομή αριθμούμενη ως 3 στην ανωτέρω απόφαση). Τέλος, με το άρθρο 5 της ίδιας ως άνω, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινής υπουργικής αποφάσεως ορίζεται ως φορέας ιδρύσεως και εκμεταλλεύσεως της Π.Ο.Τ.Α. Ρωμανού η παρεμβαίνουσα εταιρία και με το άρθρο 6 παρ. 1 της εν λόγω αποφάσεως τάσσεται προθεσμία στον φορέα αυτόν για την απόκτηση του συνόλου των ιδιωτικών εκτάσεων που χαρακτηρίζονται ως Π.Ο.Τ.Α. Η ανωτέρω, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινή υπουργική απόφαση τροποποιήθηκε με την εκδοθείσα μετά την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως υπ’ αριθ. 31656/21.7.2005 κοινή απόφαση των Υφυπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και Τουριστικής Ανάπτυξης (ΦΕΚ Δ΄ 766/25.7.2005). Συγκεκριμένα, με το άρθρο 1 της νεώτερης αυτής, υπ’ αριθ. 31656/21.7.2005, κοινής υπουργικής αποφάσεως, μεταξύ άλλων, οριοθετήθηκε εκ νέου η Π.Ο.Τ.Α. Ρωμανού, με συνέπεια, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, η συνολική έκταση αυτής να μειωθεί από 1.391.990 τ.μ. σε 1.300.157 τ.μ. (παρ. 1), αντικαταστάθηκε το άρθρο 3 της προγενέστερης, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, αποφάσεως (παρ. 2), προβλέφθηκε η, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, αναστολή της προβλεπομένης στην παρ. 1 του άρθρου 6 της αποφάσεως αυτής προθεσμία (παρ. 6) και επήλθαν τροποποιήσεις σε ορισμένες διατάξεις της ίδιας αποφάσεως, άλλες από εκείνες που παρατέθηκαν ανωτέρω. Ειδικότερα, με το άρθρο 3 της ανωτέρω, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, αποφάσεως, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 της νεώτερης, υπ’ αριθ. 31656/21.7.2005, αποφάσεως, θεσπίζονται (στην παρ. 1) ορισμένοι ειδικοί όροι για την προστασία του περιβάλλοντος (μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται: χάραξη του εσωτερικού οδικού δικτύου της Π.Ο.Τ.Α., κατά τρόπο ώστε να προσαρμοσθεί απολύτως με το τοπίο, προσαρμογή των κατασκευών στα πρότυπα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της περιοχής, λήψη μέτρων προστασίας της θαλάσσιας χελώνας και των αμμοθινών στην παραλία της περιοχής Ρωμανού, απαγόρευση επεμβάσεων επί δασικού χαρακτήρος εκτάσεων με εξαίρεση την διέλευση δρόμων και διαδρομών γκόλφ, εξέταση της δυνατότητας χρήσεως ήπιων ή εναλλακτικών πηγών ενέργειας, διάθεση λυμάτων / υγρών αποβλήτων στο αποχετευτικό δίκτυο της πόλεως και, σε περίπτωση ανυπαρξίας τέτοιου δικτύου, κατασκευή εγκαταστάσεων επεξεργασίας λυμάτων εντός της περιοχής της Π.Ο.Τ.Α., καθορισμός στην φάση εγκρίσεως των μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων του τρόπου συλλογής και διαθέσεως των πάσης φύσεως απορριμμάτων, που θα παράγονται στην φάση λειτουργίας της Π.Ο.Τ.Α.). Περαιτέρω, στην παρ. 2 του ανωτέρω άρθρου 3 της προαναφερθείσης, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, αποφάσεως, όπως αντικαταστάθηκε, ορίζεται ότι οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων, που απαιτείται να υποβληθούν για το σύνολο των έργων και δραστηριοτήτων της Π.Ο.Τ.Α., πρέπει να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, «α. … γ. Αναλυτική περιγραφή των επεμβάσεων στο περιβάλλον … στ. Διεξοδική παρουσίαση όλων των πιθανών εναλλακτικών λύσεων για την κατασκευή και λειτουργία του συνόλου των έργων και δραστηριοτήτων και επιλογή της βέλτιστης εξ αυτών με βάση περιβαλλοντικά κριτήρια. Παρουσίαση των εναλλακτικών λύσεων για την υδροδότηση του έργου (άρδευση γηπέδου golf, εξασφάλιση νερού ύδρευσης ξενοδοχειακών μονάδων, κ.λπ.). Παρουσίαση των εναλλακτικών λύσεων για την κάλυψη των ενεργειακών απαιτήσεων του έργου, κ.λπ. ζ. Εξέταση / ανάλυση όλων των πιθανών επιπτώσεων στο περιβάλλον από την συνεργιστική δράση των έργων και δραστηριοτήτων κάθε περιοχής της ΠΟΤΑ … η. … θ. Όλες τις σχετικές αποφάσεις επικύρωσης καθορισμού οριογραμμών των ρεμάτων που διασχίζουν τις εκτάσεις της Π.Ο.Τ.Α. ι. Αναλυτική περιγραφή του τρόπου διαχείρισης του υδάτινου δυναμικού της περιοχής, προκειμένου η λιμνοθάλασσα της Γιάλοβας, ο ποταμός Σέλας και το παρόχθιο δάσος του να μην απειληθούν από υπεράντληση των υπόγειων υδροφορέων καθώς και από υπερβολική χρήση επιφανειακών υδάτων για ύδρευση και άρδευση της Π.Ο.Τ.Α. ια. Όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά τεκμηρίωσης της μεθόδου επεξεργασίας / διάθεσης των υγρών λυμάτων (π.χ. αν πρόκειται για σύνδεση με βιολογικούς καθαρισμούς πόλεων, να υποβληθούν οι σχετικές βεβαιώσεις των Δήμων κ.λπ.) ή οι εγκεκριμένες από τη Δ/νση Υγιεινής μελέτες επεξεργασίας και διάθεσης υγρών αποβλήτων (εφόσον κατασκευαστεί μονάδα επεξεργασίας λυμάτων εντός της περιοχής της ΠΟΤΑ)». Κατ’ επίκληση της ανωτέρω, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινής υπουργικής αποφάσεως (βλ. υπ’ αριθ. 3 του προοιμίου της προσβαλλομένης αποφάσεως) και με σκοπό την απόκτηση από την παρεμβαίνουσα εταιρία του συνόλου των εκτάσεων, που έχουν χαρακτηρισθεί ως Π.Ο.Τ.Α. στις περιοχές Ρωμανού και Πύλου με την εν λόγω απόφαση, εκδόθηκε η προσβαλλομένη, υπ’ αριθ. 1079579/7291/0010/11.10.2004, απόφαση των Υφυπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Τουριστικής Ανάπτυξης, με την οποία κηρύχθηκε αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων, συνολικού εμβαδού 260.336,73 τ.μ., κειμένων στις ανωτέρω δύο περιοχές, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και το φερόμενο ως ανήκον στον αιτούντα ακίνητο στην περιοχή Ρωμανού.
12. Επειδή, η απόφαση περί χαρακτηρισμού και οριοθετήσεως περιοχής, κειμένης εκτός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως και εκτός οικισμού, ως Π.Ο.Τ.Α. έχει ως αποτέλεσμα τον καθορισμό για πρώτη φορά των συγκεκριμένων χρήσεων γης, οι οποίες επιτρέπονται στην περιοχή αυτή, καθώς και την θέσπιση περιορισμών που αποβλέπουν στον έλεγχο της εντάσεως καθεμιάς από τις επιτρεπόμενες χρήσεις. Συνεπώς, η απόφαση αυτή, μη περιοριζομένη απλώς στον καθορισμό των ορίων της Π.Ο.Τ.Α., έχει κανονιστικό χαρακτήρα. Ενόψει τούτου, η προαναφερθείσα, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινή υπουργική απόφαση, όπως μεταγενεστέρως τροποποιήθηκε, με την οποία χαρακτηρίσθηκαν και οριοθετήθηκαν ως Π.Ο.Τ.Α. εκτάσεις στην περιοχή Ρωμανού του Νομού Μεσσηνίας, καθορίσθηκαν οι επιτρεπόμενες χρήσεις γης και θεσπίσθηκαν περιορισμοί, ως προς την ένταση των χρήσεων, καθώς και ως προς την δόμηση, έχει κανονιστικό χαρακτήρα, αποτελεί δε το κανονιστικό πλαίσιο, στο οποίο ευρίσκει έρεισμα η ήδη προσβαλλόμενη πράξη περί κηρύξεως αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, εφόσον η απαλλοτρίωση αυτή έχει ως σκοπό να αποκτήσει ο φορέας ιδρύσεως και εκμεταλλεύσεως της Π.Ο.Τ.Α. τις εκτάσεις, οι οποίες κείνται εντός των καθορισθέντων με την ανωτέρω κοινή υπουργική απόφαση ορίων της, αλλά ανήκουν σε τρίτους. Με τα δεδομένα αυτά, το κύρος της ανωτέρω, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινής υπουργικής αποφάσεως ελέγχεται παρεμπιπτόντως στα πλαίσια της παρούσης δίκης.
13. Επειδή, το άρθρο 24 του Συντάγματος όριζε, πριν την αναθεώρησή του με το Ψήφισμα της 6.4.2001 της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής, ότι «1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. … 2. Η χωροταξική αναδιάρθρωση της Χώρας, η διαμόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόμηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθμιστική αρμοδιότητα και τον έλεγχο του Κράτους, με σκοπό να εξυπηρετηθεί η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισμών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης». Στην διάταξη της παρ. 2 του ανωτέρω άρθρου 24 του Συντάγματος προστέθηκε, με την προαναφερθείσα αναθεώρησή του, το εξής εδάφιο: «Οι σχετικές τεχνικές επιλογές και σταθμίσεις γίνονται κατά τους κανόνες της επιστήμης. …». Περαιτέρω, το Σύνταγμα ορίζει στο μεν άρθρο 79 παρ. 8 ότι «Τα προγράμματα οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης εγκρίνονται από την Ολομέλεια της Βουλής, όπως νόμος ορίζει» και στο άρθρο 106 ότι «1. Για την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης και την προστασία του γενικού συμφέροντος το Κράτος προγραμματίζει και συντονίζει την οικονομική δραστηριότητα στη Χώρα, επιδιώκοντας να εξασφαλίσει την οικονομική ανάπτυξη όλων των τομέων της εθνικής οικονομίας. Λαμβάνει τα επιβαλλόμενα μέτρα για την αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου, … για την προώθηση της περιφερειακής ανάπτυξης και την προαγωγή ιδίως της οικονομίας των ορεινών, νησιωτικών και παραμεθορίων περιοχών. 2. Η ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία δεν επιτρέπεται να αναπτύσσεται εις βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ή προς βλάβη της εθνικής οικονομίας. 3. …».
14. Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 24 του Συντάγματος το φυσικό και το πολιτιστικό περιβάλλον έχουν αναχθεί σε αυτοτελώς προστατευόμενα αγαθά. Τα αρμόδια όργανα του Κράτους οφείλουν να προβαίνουν σε θετικές ενέργειες για την αποτελεσματική διαφύλαξη των αγαθών αυτών και, ειδικότερα, να λαμβάνουν τα απαιτούμενα, νομοθετικά και διοικητικά, προληπτικά και κατασταλτικά, μέτρα, παρεμβαίνοντας στον αναγκαίο βαθμό στην οικονομική ή άλλη, ατομική ή συλλογική, δραστηριότητα. Κατά την λήψη των ανωτέρω μέτρων τα όργανα της νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας οφείλουν να σταθμίζουν και άλλους παράγοντες, αναγομένους στο γενικότερο εθνικό και δημόσιο συμφέρον, όπως είναι εκείνοι που σχετίζονται με τους σκοπούς της οικονομικής αναπτύξεως και της ενισχύσεως της περιφερειακής αναπτύξεως. Η επιδίωξη, όμως, των σκοπών αυτών και η στάθμιση των προστατευομένων αντιστοίχων εννόμων αγαθών πρέπει να συμπορεύεται προς την υποχρέωση της Πολιτείας να μεριμνά για την προστασία του περιβάλλοντος κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται βιώσιμη ανάπτυξη. Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 24, καθώς και των άρθρων 79 παρ. 8 και 106 του Συντάγματος, προκύπτει ότι ο χωροταξικός σχεδιασμός ανατίθεται στην Πολιτεία, που οφείλει να θεσπίζει τις αναγκαίες ρυθμίσεις, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία του περιβάλλοντος, οι άριστοι δυνατοί όροι διαβιώσεως του πληθυσμού και η οικονομική ανάπτυξη στα πλαίσια της αρχής της αειφορίας (βιώσιμης αναπτύξεως). Ουσιώδης όρος για την βιώσιμη ανάπτυξη είναι τα ολοκληρωμένα χωροταξικά σχέδια, όπως αυτά προβλέπονταν στον ν. 360/1976 (ΦΕΚ Α΄ 151), που ίσχυε κατά τον χρόνο δημοσιεύσεως του ν. 2545/1997, προβλέπονται δε ήδη στον ν. 2742/1999 (ΦΕΚ Α΄ 207) [το Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης, με το οποίο προσδιορίζονται οι βασικές προτεραιότητες και οι στρατηγικές κατευθύνσεις της χωροταξικής πολιτικής, τα Ειδικά Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης, τα οποία εξειδικεύουν και συμπληρώνουν τις γενικές κατευθύνσεις του Γενικού Πλαισίου, είτε σε ορισμένους τομείς δραστηριότητας σε εθνικό επίπεδο, είτε σε ειδικές περιοχές του ελληνικού χώρου, και τα Περιφερειακά Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης, τα οποία εναρμονίζονται με το Γενικό Πλαίσιο και τα Ειδικά Πλαίσια και καθορίζουν σε επίπεδο Περιφέρειας ή, αν αυτό επιβάλλεται, σε επίπεδο νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων ή άλλων γεωγραφικών ενοτήτων της Περιφέρειας, τις κατευθύνσεις και τα προγραμματικά πλαίσια για την χωροθέτηση των βασικών παραγωγικών δραστηριοτήτων του πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα]. Τα σχέδια αυτά θέτουν, με βάση την ανάλυση των δεδομένων και την πρόγνωση των μελλοντικών εξελίξεων, τους μακροπρόθεσμους στόχους της οικονομικής και κοινωνικής αναπτύξεως και ρυθμίζουν, μεταξύ άλλων, το πλαίσιο για την διαμόρφωση των οικιστικών περιοχών, των περιοχών ασκήσεως παραγωγικών δραστηριοτήτων, ως τέτοιων δραστηριοτήτων νοουμένων και των τουριστικών, καθώς και των ελευθέρων χώρων στις εκτός σχεδίου περιοχές (βλ. Σ.τ.Ε. 3478/2000 Ολομ., 1569/2005 Ολομ., 2489/2006 Ολομ.). Εξάλλου, κατά την έννοια του άρθρου 24 του Συντάγματος, ο χωροταξικός σχεδιασμός πρέπει να έχει κατ’ αρχήν ολοκληρωθεί πριν από την ανάπτυξη οποιασδήποτε ιδιαιτέρως σημαντικής δραστηριότητας, ώστε να αποφεύγεται η άναρχη ανάπτυξη, που προκαλεί υποβάθμιση ή και καταστροφή του περιβάλλοντος, καθώς και η δημιουργία πραγματικών καταστάσεων, που δυσχεραίνουν και υπονομεύουν την ορθολογική χωροταξία. Και ναι μεν ο συνταγματικός νομοθέτης δεν έθεσε συγκεκριμένη προθεσμία για την ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού της Xώρας, η έλλειψη, όμως, αυτή δεν έχει την έννοια ότι επιτρέπεται επ’ αόριστον ο σχεδιασμός και η πραγματοποίηση έργων και δραστηριοτήτων, συνεπαγομένων σημαντικές επεμβάσεις στο χώρο και στο περιβάλλον, χωρίς προηγούμενη ολοκλήρωση των χωροταξικών σχεδίων, ιδίως μάλιστα όταν πρόκειται περί έργων και δραστηριοτήτων, των οποίων η πραγματοποίηση δεν επιβάλλεται από την ανάγκη θεραπείας επιτακτικών λόγων δημοσίου συμφέροντος. Διαφορετικά η συνταγματική επιταγή για χωροταξικό σχεδιασμό θα μετέπιπτε σε απλή θεωρητική διακήρυξη αρχής με αποτέλεσμα, παρά την σαφώς αντίθετη βούληση του συνταγματικού νομοθέτη, να παραμένει το περιβάλλον χωρίς ουσιαστική προστασία, αφού θα ήταν δυνατόν να εκτελεσθούν έργα και να αναπτυχθούν δραστηριότητες, με ευρύτερες επιπτώσεις στο περιβάλλον, χωρίς προηγούμενο χωροταξικό σχεδιασμό, με συνέπεια, όταν τελικώς θα ολοκληρωνόταν ο σχεδιασμός αυτός, να ήταν άνευ αξίας, αφού δεν θα αποτελούσε πράγματι σχεδιασμό, αλλά αποδοχή ήδη διαμορφωθείσης πραγματικής καταστάσεως.
Μειοψήφησαν ο Πρόεδρος και οι Σύμβουλοι Δ. Πετρούλιας, Α. Καραμιχαλέλης και Ι. Ζόμπολας, οι οποίοι υπεστήριξαν την εξής γνώμη: Kατά την έννοια των διατάξεων των παρ. 1 και 2 του άρθρου 24 του Συντάγματος, με τις οποίες, άλλωστε, δεν τάσσεται προθεσμία στο νομοθέτη για την ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού της Χώρας, η πραγματοποίηση των πάσης φύσεως έργων οικονομικής ανάπτυξης, τα οποία συνεπάγονται σοβαρές επεμβάσεις στο περιβάλλον, όπως είναι η εκτέλεση έργων υποδομών (αυτοκινητοδρόμων, αεροδρομίων, γεφυρών, λιμένων, φραγμάτων κ.λπ.), βιομηχανικών ή άλλων εγκαταστάσεων παραγωγικών δραστηριοτήτων, καθώς και η κατάρτιση και έγκριση των διαφόρων πολεοδομικών σχεδίων, ή άλλων σχεδίων χρήσεων γης, τα οποία, ως κατ’ εξοχήν ρυθμίσεις που επιτρέπουν παντός είδους σημαντικές επεμβάσεις στο χώρο, πρέπει να εναρμονίζονται προς τις επιλογές ή τις κατευθύνσεις του χωροταξικού σχεδιασμού (βλ. άρθρο 9 του Ν. 2472/1999), δεν προϋποθέτουν την προηγούμενη ένταξή τους σε χωροταξικό σχέδιο. Συγκεκριμένα, ούτε το άρθρο 24 παρ. 1, 2 και 6 του Συντάγματος, ούτε άλλη συνταγματική διάταξη επιβάλλουν απαγόρευση της, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, ίδρυσης και λειτουργίας μεγάλων βιομηχανικών μονάδων ή εκτέλεσης άλλων τεχνικών έργων πριν από τη σύνταξη γενικώτερης χωροταξικής μελέτης της όλης μείζονος περιοχής, διότι η «αντίθετος άποψις θα επέφερε, μέχρι της συντάξεως τοιαύτης μελέτης, οικονομικήν στασιμότητα της Χώρας, όπερ προδήλως δεν έγκειται εις τας προθέσεις του συνταγματικού νομοθέτου» (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4576/1977 Ολομ.). Επίσης, δεν «απορρέει ευθέως από το άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος, με το οποίο επιτάσσεται η χωροταξική οργάνωση της Χώρας, ή από τον […] ν. 360/1976 απαγόρευση να πραγματοποιηθούν τα επίμαχα έργα αν δεν είναι ενταγμένα σε χωροταξικό σχέδιο» (πρβλ. Σ.τ.Ε. 4498/1998 Ολομ., 3478/2000 Ολομ.). Εξ άλλου, στον κοινό νομοθέτη απόκειται να καθορίσει τα όργανα, τις διαδικασίες και τα μέσα άσκησης του χωροταξικού σχεδιασμού. Σε εκτέλεση της παρ. 2 του άρθρου 24 του Συντάγματος εκδόθηκαν, όσον αφορά στον χωροταξικό σχεδιασμό, αρχικά ο Ν. 360/1976 «Περί χωροταξίας και Περιβάλλοντος» και ο ήδη ισχύων Ν. 2472/1999 «Χωροταξικός σχεδιασμός και αειφόρος ανάπτυξη και άλλες διατάξεις». Με τον τελευταίο αυτό νόμο προβλέπεται η κατάρτιση και έγκριση των εξής χωροταξικών σχεδίων: Γενικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης, το οποίο καλύπτει όλο τον εθνικό χώρο, Ειδικών Πλαισίων Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης και Περιφερειακών Πλαισίων Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για κάθε περιφέρεια της Χώρας. Προβλέπεται δε, στο άρθρο 18 παρ. 5 του αυτού Ν. 2472/1999 ότι, κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου αυτού, η κατάρτιση και έγκριση Ειδικών και Περιφερειακών Πλαισίων Χωροταξικού Σχεδιασμού μπορεί να διενεργείται και χωρίς την ύπαρξη εγκεκριμένου Γενικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Σε πλήρη αρμονία με τα ανωτέρω, ο Ν. 2472/1999 ορίζει, στο άρθρο του 9 παρ. 1 εδάφιο δεύτερο, ότι, έως την έγκριση των ως άνω πλαισίων χωροταξικού σχεδιασμού, χωρίς δηλαδή χρονικό περιορισμό, αφού αντίστοιχη χρονική δέσμευση δεν επιβάλλεται από το άρθρο 24 του Συντάγματος, η έγκριση των ρυθμιστικών σχεδίων, των γενικών πολεοδομικών σχεδίων και λοιπών σχεδίων χρήσεων γης, καθώς και η έκδοση άλλων κανονιστικών και ατομικών πράξεων, με τις οποίες επιχειρείται ρύθμιση του χώρου, γίνεται μετά από συνεκτίμηση των διαθέσιμων στοιχείων του ευρύτερου χωροταξικού σχεδιασμού και ιδίως αυτών που απορρέουν από υφιστάμενες ή υπό εξέλιξη μελέτες χωροταξικού χαρακτήρα. Άλλωστε, πρέπει να επισημανθεί ότι το Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης εγκρίθηκε με απόφαση της Βουλής το έτος 2008 (ΦΕΚ Α΄ 128/2008), το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης της Περιφέρειας Πελοποννήσου εγκρίθηκε το έτος 2003, με την 25294/25.6.2003 απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ Β΄ 1485/2003), και το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τον Τουρισμό και της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων αυτού εγκρίθηκε το 2009, με την απόφαση 24208/2009 της Επιτροπής Συντονισμού της Κυβερνητικής Πολιτικής στον Τομέα του Χωροταξικού Σχεδιασμού και της Αειφόρου Ανάπτυξης (ΦΕΚ Β΄ 1138/2009). Με αυτά τα δεδομένα, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι ο συνταγματικός νομοθέτης του 1975, καθώς και ο αναθεωρητικός νομοθέτης του 2001, οπότε αναθεωρήθηκε και το άρθρο 24 του Συντάγματος, χωρίς πάντως να τροποποιηθεί η αρχική διάταξη της παρ. 2, θέλησαν, με τα άρθρα 24, 78 παρ. 9 και 106, να απαγορεύσουν την εκτέλεση σημαντικών για την εθνική οικονομία έργων και την πραγματοποίηση επενδύσεων, καθώς και την κατάρτιση πολεοδομικών σχεδίων, ή άλλων σχεδίων χρήσεων γης, δηλαδή θέλησαν να επιβάλουν στη Χώρα οικονομικό μαρασμό, έως την, κατά τα ανωτέρω, ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού της. Περαιτέρω, κατά τα άρθρα 24, 79 παρ. 8 και 106 του Συντάγματος, «Ουσιώδης όρος για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι τα ολοκληρωμένα χωροταξικά σχέδια …», μέχρι δε «την ολοκλήρωση της διαδικασίας εγκρίσεως των χωροταξικών σχεδίων, είναι ανεκτός ο μερικός, χωρικός ή τομεακός σχεδιασμός και προγραμματισμός προκειμένου να αποφεύγεται η άναρχη ανάπτυξη…» (πρβλ. Σ.τ.Ε. 1569/2005 Ολομ., 705/2006 Ολομ.). Ως συμβατός δε με το Σύνταγμα σχεδιασμός, έως την έγκριση των ολοκληρωμένων χωροταξικών σχεδίων, θεωρείται ο καθορισμός λατομικής περιοχής για την εντός αυτής, κατ’ αρχήν, εκμετάλλευση λατομείων. Εξ άλλου, μέχρις ότου εκπονηθούν και εγκριθούν τα ολοκληρωμένα χωροταξικά σχέδια, και εφόσον το ζήτημα του τόπου ασκήσεως της σχετικής δραστηριότητας δεν ρυθμίζεται με εγκεκριμένο ρυθμιστικό ή πολεοδομικό σχέδιο ή με Ζ.Ο.Ε., η εγκατάσταση μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας επιτρέπεται, κατά τρόπο συμβατό με το Σύνταγμα, κατ’ εξαίρεση, μόνον σε ζώνες ανάπτυξης ιχθυοτροφείων, εγκρινόμενες κατά το άρθρο 24 του Ν. 1650/1986, όπως αρχικώς ίσχυε, το οποίο προέβλεπε τον καθορισμό «ζωνών ανάπτυξης παραγωγικών δραστηριοτήτων», μεταξύ των οποίων ρητώς περιλαμβάνονται και οι τουριστικές δραστηριότητες (παρ. 1), ρύθμιση αντίστοιχη εκείνης του επίμαχου άρθρου 29 του Ν. 2545/1997. Ο καθορισμός όμως τόσο των λατομικών περιοχών, όσο και των ζωνών ανάπτυξης παραγωγικών δραστηριοτήτων (όπως και τα ρυθμιστικά και πολεοδομικά σχέδια και οι Ζ.Ο.Ε.) δεν αποτελούν βεβαίως «χωροταξικό σχεδιασμό», δοθέντος ότι τα μέσα χωροταξικού σχεδιασμού είναι τα προβλεπόμενα από τον κοινό νομοθέτη στα άρθρα 6, 7 και 8 του Ν. 2742/1999, δηλαδή το Γενικό Πλαίσιο, τα Ειδικά Πλαίσια και τα Περιφερειακά Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Συνεπώς, το Σύνταγμα (άρθρα 24, 79 παρ. 8 και 106) δεν απαγορεύει την πραγματοποίηση σημαντικών έργων οικονομικής ανάπτυξης της Χώρας, εάν δεν έχουν προβλεφθεί σε χωροταξικό σχέδιο. Εξ άλλου, το κοινοτικό δίκαιο, δηλαδή τόσο η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά την οποία ένας από τους θεμελιώδεις σκοπούς της Κοινότητας αποτελεί η αρμονική, ισόρροπη και αειφόρος ανάπτυξη (άρθρο 2), καθώς και η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας και βελτίωσης του περιβάλλοντος (άρθρο 174 πρώην 130P), όσο και το παράγωγο κοινοτικό δίκαιο (Οδηγίες 85/337/ΕΟΚ και 2001/42/ΕΚ), δεν τάσσουν ως προϋπόθεση για την πραγματοποίηση έργων δημόσιων ή ιδιωτικών, που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, τα έργα αυτά να είναι ήδη ενταγμένα σε χωροταξικό σχέδιο. Εάν ο χωροταξικός σχεδιασμός ήταν, πράγματι, αναγκαίος όρος για την προστασία του περιβάλλοντος, ο κοινοτικός νομοθέτης δεν θα είχε παραλείψει να θεσπίσει, ως προϋπόθεση της εκτέλεσης τέτοιων έργων, την προηγούμενη έγκριση χωροταξικών σχεδίων. Όσον αφορά δε στην Οδηγία 2001/42/ΕΚ, η οποία έχει μεταφερθεί στην εσωτερική έννομη τάξη με την κοινή υπουργική απόφαση ΥΠΕΧΩΔΕ/ΕΥΠΕ/οικ.107017/2006 (ΦΕΚ 1225/2006 τ. Β΄), και η οποία δεν έχει πάντως, εν προκειμένω, κατά χρόνον, εφαρμογή (βλ. άρθρο 13 παρ. 1 της Οδηγίας και άρθρο 10 της ανωτέρω ΚΥΑ), με αυτήν προβλέπεται μόνον η στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση πριν από την έγκριση σχεδίου ή προγράμματος στους τομείς, μεταξύ άλλων, του τουρισμού και πολεοδομικού ή χωροταξικού σχεδιασμού, χωρίς να απαιτείται ο προηγούμενος χωροταξικός σχεδιασμός για την έγκριση των σχεδίων ή προγραμμάτων. Ανεξαρτήτως πάντως αυτών, η επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα και τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος διασφαλίζεται πλήρως, τόσο σε επίπεδο κανόνων εθνικού, όσο και σε επίπεδο κανόνων παράγωγου κοινοτικού δικαίου. Πρόκειται για τις γενικές ρυθμίσεις του Ν. 1650/1986, των Οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 2001/42/ΕΚ και των βάσει αυτών κανονιστικών διατάξεων και, όσον αφορά στις ΠΟΤΑ, σε συνδυασμό με τις ειδικές διατάξεις του άρθρου 29 του Ν. 2545/1997 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών εκδοθεισών υπουργικών αποφάσεων. Με βάση τις προαναφερόμενες γενικές διατάξεις (εθνικές και κοινοτικές) για την προστασία του περιβάλλοντος, με τις οποίες διασφαλίζεται η τήρηση της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης και, γενικότερα, των ορισμών του Συντάγματος και της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, με τους οποίους καθιερώνεται επίσης η αρχή της προληπτικής δράσης στον τομέα του περιβάλλοντος (πρβ. Σ.τ.Ε. 3478/2000 Ολομ.), εκτελέσθηκαν από το 1990 και εφεξής όλα τα μεγάλα έργα της Χώρας, χωρίς να έχει προηγηθεί χωροταξικός σχεδιασμός είτε εθνικός, είτε περιφερειακός, ο οποίος ολοκληρώθηκε, με τη διαμόρφωση των σχετικών πολιτικών επιλογών του νομοθέτη, το έτος 2008, με την έγκριση από τη Βουλή του Γενικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Όσον αφορά στη δημιουργία των Περιοχών Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (ΠΟΤΑ), είχε ήδη θεσπισθεί ειδικό νομικό καθεστώς με τις διατάξεις του άρθρου 29 παρ. 1 έως 10 του Ν. 2545/1997 και τις βάσει αυτών εκδοθείσες κανονιστικές υπουργικές αποφάσεις, με τις οποίες διενεργείται, βάσει χωροταξικών και περιβαλλοντικών κριτηρίων, ο μερικός τομεακός και χωρικός σχεδιασμός των ΠΟΤΑ. Συνεπώς, ούτε το Σύνταγμα, ούτε και το κοινοτικό δίκαιο, τάσσουν ως αναγκαία προϋπόθεση, για την ανάπτυξη οποιασδήποτε σημαντικής παραγωγικής δραστηριότητας, είτε γενικώς, είτε ειδικώς στον τομέα του τουρισμού, η ανάπτυξη του οποίου συνιστά επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος, ως ζωτικής σημασίας για την εθνική οικονομία, την προηγούμενη ένταξή της σε χωροταξικό σχέδιο, γενικό, περιφερειακό ή ειδικό πλαίσιο χωροταξικού σχεδιασμού, κατά τους ορισμούς του Ν. 2742/1999, χωρίς τούτο, δηλαδή η έλλειψη προηγούμενου χωροταξικού σχεδιασμού, να συνιστά έλλειμμα ουσιαστικής προστασίας του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος. Τούτο δε διότι δεν είναι βεβαίως νοητό να θεωρηθεί ότι η τήρηση των κανόνων του παράγωγου κοινοτικού δικαίου, που δεν επιβάλλουν την προηγούμενη ένταξη σε χωροταξικό σχέδιο έργου που ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, δεν διασφαλίζει πλήρη και αποτελεσματική για το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον προστασία. Όταν μάλιστα, σύμφωνα με τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, αφ’ ενός μεν η αειφόρος ανάπτυξη αποτελεί έναν από τους θεμελιώδεις σκοπούς της Κοινότητας (άρθρο 2), αφ’ ετέρου δε η πολιτική της Κοινότητας στον τομέα του περιβάλλοντος «αποβλέπει σε υψηλό επίπεδο προστασίας» (άρθρο 174 πρώην άρθρο 130P). Αυτό είναι το νομικό και μάλιστα υπερνομοθετικό (συνταγματικό και κοινοτικό) πλαίσιο της εκτέλεσης έργων υποδομών και της ανάπτυξης παραγωγικών εν γένει δραστηριοτήτων. Ως εκ τούτου, η αποδιδόμενη ανωτέρω έννοια στα άρθρα 24, 79 παρ. 8 και 106 του Συντάγματος συνεπάγεται την, μετά πάροδο δεκαετίας, αντισυνταγματικότητα των ρυθμίσεων του άρθρου 29 του Ν. 2545/1997 και την ανατροπή και ματαίωση επενδύσεων για την εκτέλεση έργων ζωτικών για την εθνική οικονομία που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί ή πραγματοποιούνται με βάση τις ρυθμίσεις αυτές, οι οποίες, κατά τούτο, ήσαν απολύτως σύμφωνες με το Σύνταγμα τόσο κατά τη θέσπιση των διατάξεων του άρθρου 29 του Ν. 2545/1997, αλλά και μεταγενεστέρως (Σ.τ.Ε. 3478/2000 Ολομ.). Με αυτά τα δεδομένα, η αποδοχή άλλης γνώμης είναι και αντίθετη προς τις αρχές της ασφάλειας του δικαίου και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης, οι οποίες δεσμεύουν όλα τα όργανα του Κράτους και οι οποίες όχι μόνο αποτελούν θεμελιώδεις αρχές του Κράτους δικαίου, αλλά και αναγκαίο όρο για την προσέλκυση και πραγματοποίηση επενδύσεων και, κατά συνεκδοχή, την οικονομική ανάπτυξη και ευημερία της Χώρας.
15. Επειδή, από το παρατεθέν στις έβδομη και ένατη σκέψεις νομοθετικό καθεστώς, που διέπει τις Π.Ο.Τ.Α., προκύπτει ότι η Π.Ο.Τ.Α. συνεπάγεται εκτεταμένες επεμβάσεις σε εκτός σχεδίου περιοχές, οι οποίες προορίζονται κατ’ αρχήν για γεωργική, δασοπονική ή κτηνοτροφική χρήση, καθώς και για την αναψυχή του κοινού με την διάθεση σε αυτό ελευθέρων χώρων, και όχι για οικιστική ή οργανωμένη τουριστική εκμετάλλευση (πρβλ. Σ.τ.Ε. 535/2003 Ολομ., 3135/2002 Ολομ., 696/1986 Ολομ.). Τούτο δε διότι ο καθορισμός περιοχής ως Π.Ο.Τ.Α. συνεπάγεται, κατ’ αποτέλεσμα, ενόψει των επιτρεπομένων να εγκατασταθούν εντός αυτής ποικίλων χρήσεων (όπως ξενοδοχεία, κατοικία, εμπορικά καταστήματα, εστιατόρια, αναψυκτήρια, κέντρα διασκεδάσεως, χώροι συναθροίσεως κοινού, πολιτιστικά κέντρα, κτίρια κοινωνικής πρόνοιας, θρησκευτικοί χώροι, χώροι στάθμευσης, πρατήρια βενζίνης, αθλητικές εγκαταστάσεις, εγκαταστάσεις μέσων μαζικών μεταφορών, συνεδριακά κέντρα, ελικοδρόμια, γήπεδα γκολφ, τουριστικοί λιμένες), την δημιουργία οικισμού, ο οποίος μάλιστα δομείται σύμφωνα με τις διατάξεις περί της εκτός σχεδίου δομήσεως. Εξάλλου, στην Π.Ο.Τ.Α. είναι δυνατόν να ενταχθούν και περιοχές, που χρήζουν ιδιαίτερης προστασίας κατά το Σύνταγμα, όπως είναι οι δασικές και οι παράκτιες περιοχές και οι αρχαιολογικοί χώροι. Συνεπώς, ενόψει των σημαντικών επιπτώσεων που μπορεί να έχει, κατά τα ανωτέρω, ο καθορισμός περιοχής ως Π.Ο.Τ.Α. στο φυσικό, πολιτιστικό και οικιστικό περιβάλλον, πρέπει να αποτελεί οπωσδήποτε αντικείμενο προηγούμενου χωροταξικού σχεδιασμού. Τούτο δε διότι μόνο στο πλαίσιο τέτοιου σχεδιασμού καθίσταται εφικτό να εκτιμηθούν εκ των προτέρων οι επιπτώσεις της παραγωγικής αυτής δραστηριότητας στο περιβάλλον και να προταθούν οι κατάλληλες για την υποδοχή Π.Ο.Τ.Α. γεωγραφικές περιοχές με βάση τους κανόνες της επιστήμης της χωροταξίας, όπως απαιτεί η παράγραφος 2 του άρθρου 24 του Συντάγματος, όχι δε μόνον με βάση κριτήρια, αφορώντα στην οικονομική ανάπτυξη ή στην ενίσχυση της περιφερειακής αναπτύξεως. Συνεπώς, οι διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων (δ΄ και ε΄) της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997, οι οποίες επιτρέπουν τον καθορισμό Π.Ο.Τ.Α. σε περιοχή, για την οποία δεν υφίσταται προηγούμενη σχετική πρόβλεψη σε χωροταξικό σχέδιο, αντίκεινται στο άρθρο 24 του Συντάγματος. Την έλλειψη προηγούμενου χωροταξικού σχεδιασμού, δηλαδή την έλλειψη της, εκ των προτέρων, προβλέψεως σε χωροταξικό σχέδιο περιοχής ως κατάλληλης για να χαρακτηρισθεί ως Π.Ο.Τ.Α., δεν δύναται να αναπληρώσει η προβλεπόμενη στις διατάξεις αυτές προηγούμενη έγκριση, στα πλαίσια σχεδιασμού της τουριστικής αναπτύξεως και χαράξεως τουριστικής πολιτικής, γενικών κατευθύνσεων τουριστικής πολιτικής για την δημιουργία Π.Ο.Τ.Α., η πρωτοβουλία για την σύνταξη των οποίων μάλιστα έχει ανατεθεί στον Ε.Ο.Τ., σε νομικό πρόσωπο δηλαδή το οποίο δεν έχει ως σκοπό του, σύμφωνα με τις διατάξεις που το διέπουν, τον χωροταξικό σχεδιασμό, αλλά την οργάνωση, ανάπτυξη και προώθηση του τουρισμού στην Ελλάδα (βλ. άρθρο 1 παρ. 3 του ν. 2160/1993). Τούτο δε διότι οι γενικές αυτές κατευθύνσεις τουριστικής πολιτικής δεν αποτελούν, πάντως, χωροταξικό σχεδιασμό, υπό την έννοια του, κατά τους κανόνες της επιστήμης της χωροταξίας, εκ των προτέρων καθορισμού των περιοχών, στις οποίες επιτρέπεται η δημιουργία Π.Ο.Τ.Α.. Τούτο δε ανεξαρτήτως ότι από το παρατεθέν στην ένατη σκέψη περιεχόμενο της υπ’ αριθ. 500309/22.4.1998 αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα του Ε.Ο.Τ., η οποία εγκρίθηκε με την υπ’ αριθ. Τ/3522/9.7.1998 κοινή υπουργική απόφαση και θεσπίζει τις γενικές κατευθύνσεις τουριστικής πολιτικής, συνάγεται ότι, και όταν ακόμη η απόφαση αυτή αναφέρεται σε κριτήρια σχετικά με το περιβάλλον, την χωροταξία, τις χρήσεις γης, την οικονομική ανάπτυξη, την δημογραφική κατάσταση και τις υποδομές, προκειμένου περιοχή να κριθεί κατάλληλη για την εγκατάσταση Π.Ο.Τ.Α., αποβλέπει στην εκτίμηση των κριτηρίων αυτών, στην συγκεκριμένη κάθε φορά περίπτωση, ως προς την πιθανολόγηση της βιωσιμότητας της σχετικής με τον τουρισμό επενδύσεως και της συμβολής αυτής στην προώθηση του τουρισμού, δηλαδή αν περιοχή συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις για να αναπτυχθεί τουριστικώς και να προσελκύσει το ενδιαφέρον τουριστών, μάλιστα δε τουριστών υψηλής εισοδηματικής στάθμης, όχι ως προς τις επιπτώσεις που η συγκεκριμένη μορφή τουριστικής αναπτύξεως της περιοχής μπορεί να έχει στο φυσικό, πολιτιστικό και οικιστικό περιβάλλον.
Μειοψήφησαν ο Πρόεδρος και οι Σύμβουλοι Δ. Πετρούλιας, Α. Καραμιχαλέλης και Ι. Ζόμπολας, οι οποίοι υπεστήριξαν ότι είναι σύμφωνες προς το Σύνταγμα οι διατάξεις των δύο τελευταίων εδαφίων της παρ. 3 του άρθρου 29 του Ν. 2545/1997, κατά τις οποίες ο χαρακτηρισμός και η οριοθέτηση περιοχής ως ΠΟΤΑ επιτρέπονται, έστω και αν δεν υφίσταται εγκεκριμένο χωροταξικό σχέδιο, εφ’ όσον όμως έχουν προηγουμένως εγκριθεί, με απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, γενικές κατευθύνσεις τουριστικής πολιτικής για τη δημιουργία ΠΟΤΑ σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Τούτο δε διότι το Σύνταγμα (άρθρα 24, 79 παρ. 8 και 106), όπως άλλωστε και το κοινοτικό δίκαιο, δεν τάσσει ως προϋπόθεση για την εκτέλεση έργων υποδομών και την ανάπτυξη οποιασδήποτε σημαντικής παραγωγικής δραστηριότητας, όπως είναι και ο κρίσιμος για την εθνική οικονομία τομέας του τουρισμού, την προηγούμενη ένταξή τους σε ένα από τα προβλεπόμενα στην ισχύουσα νομοθεσία (άρθρα 6, 7 και 8 του Ν. 2742/1999) χωροταξικά σχέδια (ΣτΕ 2849/2006 Ολομ.). Με το ειδικό δε νομικό πλαίσιο, που θεσπίζεται με τις διατάξεις του άρθρου 29 του Ν. 2545/1997 και των βάσει αυτών εκδιδομένων κανονιστικών υπουργικών αποφάσεων, ορίζονται οι κανόνες που διέπουν τον μερικό, τομεακό και χωρικό, σχεδιασμό των ΠΟΤΑ, κατά τρόπο αντίστοιχο προς εκείνο του άρθρου 24 του Ν. 1650/1986 για τον καθορισμό ζωνών ανάπτυξης παραγωγικών δραστηριοτήτων, με πρόσθετες μάλιστα απαιτήσεις, οι οποίες δεν προβλέπονται για την χωροθέτηση ούτε των λατομικών περιοχών, ούτε των ζωνών ανάπτυξης παραγωγικών δραστηριοτήτων, αφού η δημιουργία των ΠΟΤΑ γίνεται βάσει των γενικών κατευθύνσεων τουριστικής πολιτικής για την ίδρυση ΠΟΤΑ, δηλαδή βάσει προκαθορισμένων χωροταξικών κριτηρίων (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2489/2006 Ολομ.). Επίσης, η χωροθέτηση ΠΟΤΑ διενεργείται βάσει και περιβαλλοντικών κριτηρίων, ύστερα από την εκτίμηση της συμβατότητας της ΠΟΤΑ προς την ανάγκη προστασίας του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής, στην οποία η δημιουργία της ΠΟΤΑ μπορεί να έχει επιπτώσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 4 του άρθρου 29 του Ν. 2545/1997 εκδιδόμενη κοινή υπουργική απόφαση για τα απαιτούμενα για τη δημιουργία της δικαιολογητικά και διαδικασία. Συγκεκριμένα, εν προκειμένω, με την απόφαση Τ.3522/1998 των Υπουργών Ανάπτυξης και ΠΕΧΩΔΕ, με την οποία εγκρίθηκαν οι γενικές κατευθύνσεις της τουριστικής πολιτικής για τη δημιουργία ΠΟΤΑ σε εθνικό επίπεδο, αφού επισημαίνονται τα διαρθρωτικά προβλήματα του ελληνικού τουρισμού και παρουσιάζονται οι διεθνείς τουριστικές τάσεις και εν όψει αυτών προσδιορίζονται οι βασικές επιλογές της εθνικής τουριστικής πολιτικής και κυρίως η ανάγκη δημιουργίας νέων τουριστικών προορισμών (για την προσέλκυση τουριστών υψηλής εισοδηματικής στάθμης από το εξωτερικό), καθορίζονται οι προϋποθέσεις δημιουργίας, καθώς και τα κριτήρια χωροθέτησης των ΠΟΤΑ. Ειδικότερα, σύμφωνα με το πέμπτο κεφάλαιο της εν λόγω κοινής υπουργικής απόφασης, με τίτλο «όροι – προϋποθέσεις ίδρυσης περιοχών ολοκληρωμένης τουριστικής ανάπτυξης», οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία ΠΟΤΑ είναι: «1. Περιοχή κατάλληλη για ολοκληρωμένη τουριστική ανάπτυξη, που όμως δεν διαθέτει ανεπτυγμένη τουριστική υποδομή και δη μεγάλο συγκριτικά αριθμό τουριστικών καταλυμάτων. Ως «κατάλληλη για ολοκληρωμένη τουριστική ανάπτυξη» νοείται η ευρύτερη περιοχή που διαθέτει τους αναγκαίους αξιόλογους φυσικούς, πολιτιστικούς και ανθρώπινους πόρους, διαθέτει δηλαδή τα αναγκαία για την προσέλκυση διεθνούς τουριστικής ζήτησης πρωτογενή στοιχεία. Η «καταλληλότητα» αυτή της ευρύτερης περιοχής αξιολογείται κατά κύριο λόγο σε επίπεδο νομού (ή νησιού) και δευτερευόντως σε επίπεδο γεωγραφικής περιφέρειας. Η ύπαρξη ή όχι «ανεπτυγμένης τουριστικής υποδομής» εξετάζεται σε επίπεδο νομού (ή νησιού). 2. Διάθεση δημόσιας ή ιδιωτικής έκτασης ελάχιστης επιφάνειας 800.000 μ2, … 3. Ύπαρξη διαπιστωμένου επενδυτικού ενδιαφέροντος του ιδιωτικού τομέα. … 4. Το επενδυτικό σχέδιο για τη δημιουργία Π.Ο.Τ.Α. θα πρέπει να συνεπάγεται ελάχιστο συνολικό ύψος επένδυσης 20 δισ. δραχμές (εξαιρουμένης της αξίας της γης) …». Περαιτέρω στη μεν παρ. 5 ορίζεται ως προϋπόθεση η συμβατότητα της επένδυσης με τα κριτήρια της χωροταξικής, πολεοδομικής και περιβαλλοντικής πολιτικής και στην παρ. 6 προβλέπεται ότι ΠΟΤΑ δεν δημιουργούνται στις περιοχές, όπου υφίσταται ικανοποιητική εν όλω ή εν μέρει τουριστική ανωδομή (καταλύματα), ενώ είναι δυνατόν να χωροθετηθούν στα λοιπά τμήματα της Επικράτειας, εφόσον συντρέχουν τα ακόλουθα κριτήρια (που ελέγχονται σε επίπεδο νομού ή νησιού): «6.α. Δημογραφικά κριτήρια … 6.β. Ύπαρξη τεχνικής υποδομής. … 6.γ. Κριτήρια σχετικά με την Απασχόληση. … 6.δ. Κριτήρια τουριστικής ανάπτυξης …». Όπως προκύπτει από τις ανωτέρω ρυθμίσεις του πέμπτου κεφαλαίου, που αναλυτικά παρατίθενται στη σκέψη 9, με εξαίρεση τις προϋποθέσεις που αφορούν στην ελάχιστη απαιτούμενη έκταση για τη δημιουργία ΠΟΤΑ (800.000 μ2), το ελάχιστο κόστος του σχεδίου (20 δισ. δρχ.), την οικονομική και πιστοληπτική ικανότητα και εμπειρία των ενδιαφερομένων και το περιεχόμενο του επενδυτικού προγράμματος της ΠΟΤΑ, όλοι οι λοιποί όροι και κριτήρια αποτελούν χωροταξικά κριτήρια που καθορίζουν το πλαίσιο χωροθέτησης των ΠΟΤΑ : συμβατότητα με τα κριτήρια της χωροταξικής, πολεοδομικής και περιβαλλοντικής πολιτικής και καταλληλότητα του χώρου, απαγόρευση δημιουργίας ΠΟΤΑ σε ανεπτυγμένες τουριστικά περιοχές, δημογραφικά κριτήρια, κριτήρια σχετικά με την απασχόληση, ύπαρξη τεχνικής υποδομής, ως και κριτήρια τουριστικής ανάπτυξης. Βεβαίως δε δεν ευσταθεί η γνώμη ότι με τα κριτήρια αυτά σκοπείται αποκλειστικά η διασφάλιση της βιωσιμότητας της ΠΟΤΑ, εις βάρος των αρχών του χωροταξικού σχεδιασμού, ανεξαρτήτως ότι η βιωσιμότητα των επενδυτικών σχεδίων προφανώς δεν αποτελεί απαγορευμένο, κατά το Σύνταγμα, σκοπό, δεδομένου ότι από αυτά εξαρτάται η βιωσιμότητα της εθνικής οικονομίας. Τούτο δε διότι η συμβατότητα του επενδυτικού σχεδίου με τα κριτήρια της χωροταξικής και περιβαλλοντικής πολιτικής, τα δημογραφικά κριτήρια (όπως μεταξύ άλλων: η μείωση ή περιορισμένη αύξηση –όχι άνω του 5%– του πληθυσμού, προϊούσα γήρανση του πληθυσμού, ύπαρξη έντονης αστικής πόλωσης), τα κριτήρια σχετικά με την απασχόληση (όπως μείωση απασχόλησης στον πρωτογενή τομέα, αυξητική τάση του ποσοστού ανεργίας), τα κριτήρια τουριστικής ανάπτυξης, όπως υφιστάμενο μέγεθος του τουριστικού τομέα κατώτερο των δυνατοτήτων που διαγράφουν οι τουριστικοί πόροι της περιοχής, προφανώς δεν συνδέονται με την βιωσιμότητα των ΠΟΤΑ, που σκοπό έχουν την απεξάρτηση από τον μαζικό τουρισμό και την προσέλκυση τουριστών εξωτερικού υψηλής εισοδηματικής στάθμης, με την αντιμετώπιση του ανταγωνισμού των άλλων χωρών της Μεσογείου. Τα κριτήρια αυτά, όπως και η απαγόρευση δημιουργίας ΠΟΤΑ σε ανεπτυγμένες τουριστικά περιοχές, είναι προεχόντως χωροταξικά, αφού με αυτά επιδιώκεται η μείωση της αναπτυξιακής υστέρησης ορισμένων περιοχών με αξιοποίηση των φυσικών και πολιτιστικών αποθεμάτων τους και ταυτόχρονα η βιώσιμη διαχείριση των πόρων στις ήδη ανεπτυγμένες περιοχές, με την μη υπέρβαση των ορίων αντοχής τους, δηλαδή η ενίσχυση της διαρκούς και ισόρροπης οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της Χώρας στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας (βλ. και το άρθρο 2 παρ. 1 περ. α΄ έως γ΄ του Ν. 2742/1999 και την με αριθ. 3683/10.10.2001 εισήγηση της Διεύθυνσης Χωροταξίας του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ, που μνημονεύεται στο προοίμιο της κοινής υπουργικής απόφασης για τον χαρακτηρισμό και την οριοθέτηση της ΠΟΤΑ Μεσσηνίας, κατά την οποία, σύμφωνα με τη μελέτη για το Χωροταξικό Σχέδιο της Περιφέρειας Πελοποννήσου, «η σχεδιαζόμενη, μέσω της ΠΟΤΑ, ενίσχυση της τουριστικής δραστηριότητας στη νοτιοδυτική Πελοπόννησο, καταγράφεται μεταξύ των μέσων για την υλοποίηση του στρατηγικού – αναπτυξιακού στόχου της Περιφέρειας, που είναι η μείωση της αναπτυξιακής υστέρησης της ενδοχώρας με αξιοποίηση των φυσικών και πολιτιστικών τους αποθεμάτων και η βιώσιμη διαχείριση των πόρων στις ήδη ανεπτυγμένες περιοχές». Από το όλο περιεχόμενο της εν λόγω κοινής υπουργικής απόφασης και εν όψει των όσων ορίζονται στα άρθρα 1 και 2 του Ν. 2742/1999 για τους στόχους και τις κατευθυντήριες αρχές του χωροταξικού σχεδιασμού, καθίσταται σαφές ότι με την απόφαση αυτή θεσπίζονται, σε αρμονία προς το άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος, κατευθύνσεις και χωροταξικού σχεδιασμού στον ειδικό αυτό τομέα του τουρισμού, σε εθνικό επίπεδο. Το γεγονός δε ότι, σύμφωνα με την εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 29 του Ν. 2545/1997, οι γενικές κατευθύνσεις τουριστικής πολιτικής για τη δημιουργία ΠΟΤΑ «συντάσσονται» από τον ΕΟΤ, δεν αναιρεί βεβαίως τον χαρακτήρα αυτών ως κατευθύνσεων και χωροταξικού σχεδιασμού στον ειδικό τουριστικό τομέα της ίδρυσης ΠΟΤΑ. Τούτο δε διότι, πέραν του ότι ο ΕΟΤ ήταν, κατά νόμον, αρμόδιος για την οργάνωση, ανάπτυξη και προώθηση του τουρισμού και, συνεπώς, συναρμόδιος και για την χάραξη των κατευθύνσεων της τουριστικής πολιτικής και σε επίπεδο χωροταξικού σχεδιασμού (πρβλ. και το άρθρο 8 παρ. 3 του Ν. 3270/2004, σύμφωνα με το οποίο ο Υπουργός Τουριστικής Ανάπτυξης μετέχει στην Επιτροπή Συντονισμού της Κυβερνητικής Πολιτικής στον τομέα του Χωροταξικού Σχεδιασμού και Ανάπτυξης του άρθρου 3 παρ. 1 του Ν. 2472/1999), πάντως οι γενικές αυτές κατευθύνσεις τουριστικής πολιτικής εγκρίνονται, όπως ρητώς ορίζεται στην ίδια διάταξη, και από τον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ. Ως εκ τούτου, ο καθορισμός τους ανήκει στην αποφασιστική αρμοδιότητα του κατ’ εξοχήν αρμόδιου για τον χωροταξικό σχεδιασμό Υπουργού (βλ. άρθρο 3 έως 8 του Ν. 2472/1999) και του τότε συναρμόδιου, ως εκ του ρυθμιζόμενου αντικειμένου, Υπουργού Ανάπτυξης. Το ειδικό νομικό καθεστώς για την ίδρυση ΠΟΤΑ συμπληρώνεται με την, κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 4 του άρθρου 29 του Ν. 2545/1997, εκδοθείσα κοινή απόφαση Τ/751/10.2.1998 (ΦΕΚ τ. Β΄ 149/1998) των Υπουργών Ανάπτυξης και ΠΕΧΩΔΕ, με την οποία ορίσθηκαν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και η διαδικασία για τον χαρακτηρισμό και την οριοθέτηση ΠΟΤΑ. Σύμφωνα με το κεφάλαιο 1 της εν λόγω κοινής υπουργικής απόφασης, οι κυριότερες ρυθμίσεις του οποίου παρατίθενται στη σκέψη 10, μεταξύ των δικαιολογητικών αυτών περιλαμβάνονται η έκθεση συνοπτικής παρουσίασης της περιοχής, η περιγραφή της προτεινόμενης για τη δημιουργία ΠΟΤΑ έκτασης και της ευρύτερης περιοχής, η έκθεση του προγράμματος τουριστικής αξιοποίησης και η «έκθεση κατ’ αρχήν αξιολόγησης των χωροταξικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων από την ίδρυση και λειτουργία της ΠΟΤΑ». Στην τελευταία αυτή έκθεση, όπως ρητώς ορίζεται, εξετάζονται, μεταξύ άλλων, οι αναμενόμενες επιπτώσεις: στον πληθυσμό, στο οικιστικό δίκτυο, στο φυσικό περιβάλλον και στην πολιτιστική κληρονομιά. Συγκεκριμένα, όσον αφορά στις επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον από την ίδρυση και λειτουργία της ΠΟΤΑ, εξετάζονται «οι αναμενόμενες επιπτώσεις στο έδαφος, τον αέρα, τη χλωρίδα, στην πανίδα, στους λοιπούς φυσικούς πόρους (με ιδιαίτερη έμφαση στην επάρκεια των υδάτινων πόρων της περιοχής και στη χωρητικότητα των ακτών προκειμένου για ΠΟΤΑ, που έχουν ως πόλο έλξης τη θάλασσα) και στην αισθητική του τοπίου. Η αξιολόγηση της αντοχής των φυσικών πόρων θα πρέπει να συνεκτιμά όχι μόνο την επιβάρυνση από τη δημιουργία της ΠΟΤΑ, αλλά και την τυχόν επιβάρυνση της περιοχής από τη βελτίωση της προσπελασιμότητας και των εξυπηρετήσεων». Όσον δε αφορά στις επιπτώσεις στην πολιτιστική κληρονομιά, «εξετάζεται η συμβατότητα της επιδιωκόμενης ανάπτυξης με την ανάγκη της προστασίας του τοπίου σε περίπτωση γειτνίασης με αρχαιολογικούς χώρους, παραδοσιακούς οικισμούς κ.λπ., αλλά και οι επιπτώσεις από την αναμενόμενη αύξηση των επισκεπτών στους παραπάνω τουριστικούς πόρους». Προβλέπεται δε η «εξαγωγή συνθετικών συμπερασμάτων» όσον αφορά στις επιπτώσεις από την ίδρυση και λειτουργία της ΠΟΤΑ και προτείνονται μέτρα για την πρόληψη, τον περιορισμό ή και την εξουδετέρωση των δυσμενών επιπτώσεων. Περαιτέρω δε ορίζεται στο δεύτερο κεφάλαιο της ανωτέρω κοινής υπουργικής απόφασης, που προβλέπει τη διαδικασία χαρακτηρισμού και οριοθέτησης της ΠΟΤΑ, ότι, αν με το κοινό πρακτικό της Διεύθυνσης Χωροταξίας και της Διεύθυνσης Περιβαλλοντικού του ΠΕΧΩΔΕ και του ΕΟΤ δεν διαπιστώνεται συμβατότητα της επένδυσης με τα χωροταξικά και περιβαλλοντικά κριτήρια, η διαδικασία «διακόπτεται», χωρίς να υπάρχει δυνατότητα επανόδου. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, κατά την διαδικασία χαρακτηρισμού και οριοθέτησης της ΠΟΤΑ, γίνεται εκτίμηση των επιπτώσεων της δημιουργίας της ΠΟΤΑ στο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον και, περαιτέρω, κρίνεται αν αυτή είναι, κατ’ αρχήν, συμβατή με τη συνταγματική επιταγή της προστασίας του περιβάλλοντος. Ρητώς δε προβλέπεται ότι ο χαρακτηρισμός και η οριοθέτηση έκτασης (ή εκτάσεων) της ΠΟΤΑ συνιστά την προέγκριση χωροθέτησης και στη συνέχεια πρέπει να ακολουθήσει η έγκριση περιβαλλοντικών όρων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 1650/1986 (Ν. 3010/2002) και της, κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, εκδοθείσης ΚΥΑ Η.Π. 15393/2332/2002, κατά τις οποίες οι ΠΟΤΑ κατατάσσονται στα έργα της κατηγορίας Α (υποκατηγορία 1), για την πραγματοποίηση των οποίων απαιτείται η έγκριση περιβαλλοντικών όρων. Η ίδια ρύθμιση, ότι δηλαδή για τον χαρακτηρισμό και την οριοθέτηση των ΠΟΤΑ δεν απαιτείται προέγκριση χωροθέτησης κατά τις διατάξεις του Ν. 1650/1986, ισχύει, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 4 του νόμου αυτού και για τη χωροθέτηση των λατομικών περιοχών και των ζωνών ανάπτυξης παραγωγικών δραστηριοτήτων του άρθρου 24 του ανωτέρω νόμου, ο καθορισμός των οποίων αποτελεί συμβατό με το Σύνταγμα σχεδιασμό (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2489/2006 Ολομ.). Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι με το ειδικό νομικό πλαίσιο που διέπει την ίδρυση και χωροθέτηση των Π.Ο.Τ.Α., καθώς και με τις σχετικές για την έγκριση περιβαλλοντικών όρων διατάξεις του Ν. 1650/1986 και των, βάσει αυτού, εκδοθεισών υπουργικών αποφάσεων, διασφαλίζεται πλήρως η απαιτούμενη από το Σύνταγμα και τη Συνθήκη για την Ε.Ε. προστασία του περιβάλλοντος, με κριτήρια χωροταξικά και περιβαλλοντικά.
16. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση η προαναφερθείσα, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινή υπουργική απόφαση, με την οποία χαρακτηρίσθηκαν και οριοθετήθηκαν ως Π.Ο.Τ.Α., μεταξύ άλλων, εκτάσεις στην εκτός σχεδίου πόλεως περιοχή Ρωμανού του Νομού Μεσσηνίας, εκδόθηκε χωρίς να έχει προηγουμένως προβλεφθεί η Π.Ο.Τ.Α. αυτή σε χωροταξικό σχέδιο. Και ναι μεν, κατά τον χρόνο της πρώτης συζητήσεως της υποθέσεως, είχε ήδη εκδοθεί η υπ’ αριθ. 25294/25.6.2003 απόφαση της Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (ΦΕΚ Β΄ 1485/10.10.2003), με την οποία εγκρίθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2742/1999, Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Πελοποννήσου, στο άρθρο 3 δε αυτής μεταξύ των δραστηριοτήτων, που προτείνονται στον τριτογενή τομέα για την Περιφέρεια Πελοποννήσου, αναφέρονται και τα εξής (βλ. παράγραφος Δ. «Πρόγραμμα Δράσης» περ. 2 «Μακροπρόθεσμοι Άξονες Δράσης» υποπερίπτωση 2.1. «Άξονες Δράσεων κατά Τομέα» σε συνδυασμό με τον συνδημοσιευθέντα με την ανωτέρω, υπ’ αριθ. 25294/25.6.2003, υπουργική απόφαση Χάρτη Δ.1.1 με τίτλο «Πρότυπο Χωρικής Ανάπτυξης»): «Ενίσχυση προωθητικών δραστηριοτήτων όπως: – οι εγκαταστάσεις ειδικής τουριστικής υποδομής για την ανάπτυξη θεματικού τουρισμού, – Εφαρμογή – ολοκλήρωση των διαδικασιών και χρηματοδότηση της δημιουργίας Περιοχής Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (ΠΟΤΑ) στην Μεσσηνία. Ήδη έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία χαρακτηρισμού και οριοθέτησης της «ΠΟΤΑ» Μεσσηνίας με την υπ’ αριθ. 24069/3817 Κοινή Υπουργική Απόφαση (19.10.2001) … Με την ως άνω απόφαση καθορίζονται επίσης οι όροι και περιορισμοί προστασίας του περιβάλλοντος ως και ο φορέας ίδρυσης και εκμετάλλευσής της». Η πρόβλεψη, όμως, αυτή, μεταξύ άλλων, της επίμαχης Π.Ο.Τ.Α. Ρωμανού στο Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Περιφέρειας Πελοποννήσου –ανεξαρτήτως ότι δεν συνιστά εξειδίκευση προτάσεως, διατυπωθείσης σε προηγούμενο του περιφερειακού γενικό χωροταξικό πλαίσιο ή χωροταξικό πλαίσιο ειδικό για τον τουρισμό, καθόσον πλαίσια τέτοιου επιπέδου δεν είχαν εγκριθεί κατά τον χρόνο εγκρίσεως του ανωτέρω περιφερειακού– δεν μπορεί, πάντως, να καλύψει την παράλειψη προβλέψεως της Π.Ο.Τ.Α. αυτής σε χωροταξικό σχέδιο προγενέστερο της εκδόσεως της ανωτέρω, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινής υπουργικής αποφάσεως, με την οποία χαρακτηρίσθηκε και οριοθετήθηκε η εν λόγω Π.Ο.Τ.Α. Ρωμανού. Τούτο δε διότι το αφορών στην Περιφέρεια Πελοποννήσου Περιφερειακό Πλαίσιο εγκρίθηκε μετά την δημοσίευση της ανωτέρω, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινής υπουργικής αποφάσεως, την οποία και ρητώς μνημονεύει (πρβλ. Σ.τ.Ε. 526/2003 Ολομ., 604/2002 Ολομ., 1038/1993 Ολομ.). Ενόψει τούτου δε είναι άδηλο ακόμη και εάν αυτή η περιεχόμενη στο ανωτέρω Περιφερειακό Πλαίσιο πρόβλεψη δημιουργίας της συγκεκριμένης Π.Ο.Τ.Α. στην Μεσσηνία είναι αποτέλεσμα σχεδιασμού που στηρίζεται στους κανόνες της επιστήμης της χωροταξίας ή αποβλέπει απλώς στην διευθέτηση πραγματικής καταστάσεως, που είχε ήδη δημιουργηθεί, δοθέντος ότι είχε ήδη ολοκληρωθεί, κατά τον χρόνο εγκρίσεως του ανωτέρω Περιφερειακού Πλαισίου, η διαδικασία χαρακτηρισμού ως Π.Ο.Τ.Α. εκτάσεων στην εκτός σχεδίου πόλεως περιοχή Ρωμανού με την έκδοση της προαναφερθείσης, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινής υπουργικής αποφάσεως (βλ. και την διατύπωση του ανωτέρω Περιφερειακού Πλαισίου, ως προς το επίμαχο ζήτημα: «Ήδη έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία χαρακτηρισμού και οριοθέτησης της «ΠΟΤΑ» Μεσσηνίας με την υπ’ αριθ. 24069/3817 Κοινή Υπουργική Απόφαση»). Άλλωστε, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι κατά τον χαρακτηρισμό και την οριοθέτηση της επίμαχης Π.Ο.Τ.Α. με την προαναφερθείσα, υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001, κοινή υπουργική απόφαση ελήφθησαν υπόψη ενδεχομένως υπάρχοντα κατά τον χρόνο εκείνο στοιχεία του, υπό εκπόνηση τότε, περιφερειακού σχεδίου, όπως π.χ. μελέτη (η οριστική παραλαβή της οποίας, όπως προβάλλουν η παρεμβαίνουσα εταιρία και το Δημόσιο, με τα υποβληθέντα μετά την συζήτηση της υποθέσεως και εντός της ταχθείσης από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου από 22.10.2007 υπομνήματα, είχε εγκριθεί με την υπ’ αριθ. πρωτ. 32704/4655/14.12.2000 απόφαση του Γενικού Διευθυντή Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων) ή συνοδεύοντα αυτήν σχεδιαγράμματα με σημείωση της θέσεως της συγκεκριμένης Π.Ο.Τ.Α. στην περιοχή Ρωμανού. Τούτο δε διότι από το περιεχόμενο των στοιχείων, που μνημονεύονται στο προοίμιο της ανωτέρω, υπ’ αριθ. 24069/2817/19.10.2001, κοινής υπουργικής αποφάσεως (βλ. ιδίως τα μνημονευόμενα στο προοίμιο υπ’ αριθ. 13, 15 και 17 στοιχεία, δηλαδή την υπ’ αριθ. 3/12.2.2001 γνωμοδότηση του Νομαρχιακού Συμβουλίου Μεσσηνίας, την υπ’ αριθ. Α.Π. ΟΙΚ. 89577/23.5.2001 γνωμοδότηση της Διευθύντριας Περιφερειακού Σχεδιασμού της Γενικής Διευθύνσεως Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και την υπ’ αριθ. α.π. 3683/10.10.2001 εισήγηση του Προϊσταμένου της Διευθύνσεως Χωροταξίας της ίδιας Γενικής Διευθύνσεως Περιβάλλοντος), συνάγεται ότι η Διοίκηση, κατά την έκδοση της αποφάσεως αυτής, προέβη σε ίδια πρωτογενή κρίση, ως προς την ανάγκη δημιουργίας Π.Ο.Τ.Α. στην Μεσσηνία και ως προς την καταλληλότητα της συγκεκριμένης περιοχής Ρωμανού για την εγκατάστασή της, κρίση στην οποία δεν θα προέβαινε, αν θεωρούσε ότι από τα υπάρχοντα κατά τον χρόνο εκείνο στοιχεία προέκυπτε η με βάση τους κανόνες της επιστήμης της χωροταξίας χωροθέτηση Π.Ο.Τ.Α. στην περιοχή Ρωμανού.
Κατά τη γνώμη όμως του Προέδρου και των Συμβούλων Δ. Πετρούλια, Α. Καραμιχαλέλη και Ι. Ζόμπολα, και σύμφωνα με όσα υπεστήριξαν στις προηγούμενες σκέψεις 14 και 15, το Σύνταγμα δεν τάσσει ως προϋπόθεση για την ανάπτυξη οποιασδήποτε παραγωγικής δραστηριότητας γενικώς, ειδικώς δε για τον χαρακτηρισμό και την οριοθέτηση μιας περιοχής ως περιοχής ολοκληρωμένης τουριστικής ανάπτυξης, την προηγούμενη πρόβλεψή της σε χωροταξικό σχέδιο. Ο χαρακτηρισμός και η οριοθέτηση της ΠΟΤΑ Μεσσηνίας με την κοινή υπουργική απόφαση 24069/3817/19.10.2001, δηλαδή ο σχεδιασμός της σε νομαρχιακό (αλλά και σε περιφερειακό δευτερευόντως) επίπεδο, έγινε επί τη βάσει χωροταξικών και περιβαλλοντικών κριτηρίων και με τη διαδικασία που προβλέπεται από τις ειδικές διατάξεις του άρθρου 29 του Ν. 2545/1997 και τις δυνάμει αυτών εκδοθείσες κανονιστικές κοινές υπουργικές αποφάσεις Τ.3522/9.7.1998 και Τ.751/10.2.1998 με αντικείμενο τον καθορισμό των γενικών κατευθύνσεων τουριστικής πολιτικής για τη δημιουργία Π.Ο.Τ.Α. και των απαιτούμενων δικαιολογητικών, αντιστοίχως. Οι ειδικές αυτές ρυθμίσεις ήσαν, κατά τα εκτεθέντα στις προηγούμενες σκέψεις, απολύτως σύμφωνες με το Σύνταγμα, το οποίο δεν απαγορεύει την εκτέλεση έργων και την ανάπτυξη οποιασδήποτε σημαντικής παραγωγικής δραστηριότητας, αν αυτά δεν έχουν προηγουμένως ενταχθεί σε ένα από τα προβλεπόμενα στην ισχύουσα νομοθεσία (άρθρα 6, 7 και 8 του Ν. 2742/1999) χωροταξικά σχέδια. Τούτο δε αφορά κάθε παραγωγική δραστηριότητα, κατ’ εξοχήν δε τον τομέα του τουρισμού, η ανάπτυξη του οποίου συνιστά επιτακτικό λόγο δημοσίου συμφέροντος, δεδομένου ότι είναι ζωτικής σημασίας για την σταθερότητα και την ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας. Ο σχεδιασμός της επίμαχης ΠΟΤΑ Μεσσηνίας επιβεβαιώθηκε πάντως και από το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης της Περιφέρειας Πελοποννήσου. Όπως δε προκύπτει από την εισήγηση, με αριθ. 89577/23.5.2001, της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ, που σημειώνεται στο προοίμιο της επίμαχης κοινής υπουργικής αποφάσεως 24069/3817/19.10.2001, κατά τον χαρακτηρισμό και την οριοθέτηση της ΠΟΤΑ Μεσσηνίας συνεκτιμήθηκαν και τα στοιχεία που απέρρεαν από την ήδη ολοκληρωμένη μελέτη για το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης της Περιφέρειας Πελοποννήσου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 9 παρ. 1, εδάφιο δεύτερο, του Ν. 2742/1999. Συγκεκριμένα, στην ανωτέρω εισήγηση της αρμόδιας για τη Χωροταξία Διεύθυνσης του ΥΠΕΧΩΔΕ ρητώς αναφέρεται (βλ. σελ. 14) ότι η δημιουργία της ΠΟΤΑ Μεσσηνίας «υποστηρίζεται και από τις προτάσεις της μελέτης «Χωροταξικό Σχέδιο Περιφέρειας Πελοποννήσου» η εκπόνηση της οποίας έχει ολοκληρωθεί και παραληφθεί από την υπηρεσία μας», και όπως, μάλιστα, αναφέρει η Διοίκηση με τις απόψεις της, είχε ήδη εγκριθεί με την απόφαση 32704/4655/14.12.2000 του Γενικού Διευθυντή Περιβάλλοντος του ΥΠΕΧΩΔΕ, δηλαδή πριν από τη δημοσίευση (στις 22.10.2001) της Κ.Υ.Α. για τον χαρακτηρισμό και οριοθέτηση της ΠΟΤΑ Μεσσηνίας. Επισημαίνεται δε περαιτέρω στην εν λόγω εισήγηση ότι «Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της μελέτης αυτής η σχεδιαζόμενη, μέσω της ΠΟΤΑ, ενίσχυση της τουριστικής δραστηριότητας στη νοτιοδυτική Πελοπόννησο, καταγράφεται μεταξύ των μέσων για την υλοποίηση του στρατηγικού – αναπτυξιακού στόχου της Περιφέρειας, που είναι η μείωση της αναπτυξιακής υστέρησης της ενδοχώρας με αξιοποίηση των φυσικών και πολιτισμικών της αποθεμάτων και η βιώσιμη διαχείριση των πόρων στις ήδη ανεπτυγμένες περιοχές». Με αυτά συνεπώς τα δεδομένα, δεν ευσταθεί η αντίθετη γνώμη, ότι δηλαδή είναι άδηλο εάν η περιεχόμενη στο Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού της Περιφέρειας Πελοποννήσου πρόβλεψη δημιουργίας της συγκεκριμένης ΠΟΤΑ είναι αποτέλεσμα σχεδιασμού που στηρίζεται στους κανόνες της επιστήμης της χωροταξίας, ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι, κατά την χωροθέτηση της επίμαχης ΠΟΤΑ, ελήφθησαν υπ’ όψη υπάρχοντα κατά τον χρόνο εκείνο στοιχεία του, υπό εκπόνηση, Περιφερειακού Χωροταξικού Σχεδίου της Πελοποννήσου, δεδομένου ότι, η Διοίκηση, κατά τον χαρακτηρισμό και οριοθέτηση της ΠΟΤΑ, προέβη σε ίδια πρωτογενή κρίση, ως προς την ανάγκη δημιουργίας ΠΟΤΑ στη Μεσσηνία και ως προς την καταλληλότητα της περιοχής. Τούτο δε διότι, όπως ήδη αμέσως ανωτέρω εκτέθηκε, η δημιουργία της ΠΟΤΑ Μεσσηνίας στηρίχθηκε, σύμφωνα με την εισήγηση 3683/10.10.2001 της Διεύθυνσης Χωροταξίας του ΥΠΕΧΩΔΕ, στις προτάσεις της επιστημονικής (χωροταξικής) μελέτης για το Χωροταξικό Σχέδιο της Πελοποννήσου, η οποία είχε εκπονηθεί και εγκριθεί ήδη πριν από τη δημοσίευση, στις 22.10.2001, της κοινής υπουργικής αποφάσεως για τον χαρακτηρισμό και οριοθέτηση της ΠΟΤΑ Μεσσηνίας. Εξ άλλου, με τη μνεία στο Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού της Πελοποννήσου ότι «Ήδη έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία χαρακτηρισμού και οριοθέτησης της «ΠΟΤΑ» Μεσσηνίας με την υπ’ αριθ. 24069/3817 κοινή υπουργική απόφαση», απλώς καταγράφεται η εν τω μεταξύ εκδοθείσα κοινή απόφαση για την ίδρυση της ΠΟΤΑ Μεσσηνίας, η οποία όμως είχε, κατά τα προεκτεθέντα, στηριχθεί στην επιστημονική μελέτη για το Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού της Πελοποννήσου.
17. Επειδή, εφόσον η υπ’ αριθ. 24069/381719.10.2001 κοινή υπουργική απόφαση περί χαρακτηρισμού και οριοθετήσεως της επίμαχης Π.Ο.Τ.Α. Ρωμανού εκδόθηκε χωρίς ο καθορισμός της Π.Ο.Τ.Α. αυτής να έχει αποτελέσει αντικείμενο προηγούμενου χωροταξικού σχεδιασμού, ερείδεται στη διάταξη του προτελευταίου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 2545/1997, η οποία, όμως, είναι μη εφαρμοστέα, ως αντικείμενη στο άρθρο 24 του Συντάγματος, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην δέκατη πέμπτη σκέψη. Ενόψει τούτου, η ανωτέρω, υπ’ αριθ. 24069/381719.10.2001, κοινή υπουργική απόφαση δεν είναι νόμιμη. Συνεπώς, η προσβαλλόμενη πράξη, εκδοθείσα σε εκτέλεση της εν λόγω μη νόμιμης υπ’ αριθ. 24069/3817/19.10.2001 κοινής υπουργικής αποφάσεως, είναι και αυτή μη νόμιμη και πρέπει να ακυρωθεί, κατά το μέρος που αφορά στο ακίνητο του αιτούντος, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση. Κατόπιν τούτου, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση αυτή, παρελκούσης, ως αλυσιτελούς της ερεύνης των λοιπών προβαλλομένων λόγων ακυρώσεως, που δεν έχουν ήδη απορριφθεί με την παραπεμπτική, υπ’ αριθ. 1594/2007, απόφαση του ΣΤ΄ Τμήματος του Δικαστηρίου, να απορριφθεί δε η ασκηθείσα παρέμβαση.
Κατά τη γνώμη όμως του Προέδρου και των Συμβούλων Δ. Πετρούλια, Α. Καραμιχαλέλη και Ι. Ζόμπολα, η διάταξη του προτελευταίου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 29 του Ν. 2545/1997 δεν προσκρούει στο άρθρο 24 του Συντάγματος για το λόγο ότι επιτρέπει τη δημιουργία ΠΟΤΑ χωρίς αυτή να έχει προηγουμένως ενταχθεί σε ένα από τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία (άρθρο 6, 7 και 8 του Ν. 2742/1999) χωροταξικά σχέδια. Ως εκ τούτου, η κοινή υπουργική απόφαση για τον χαρακτηρισμό και την οριοθέτηση της ΠΟΤΑ Μεσσηνίας, η οποία ερείδεται στη διάταξη αυτή, καθώς και η προσβαλλόμενη πράξη δεν πάσχουν και ο αντίθετος προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
[…]