Είναι πρόκληση το κόμμα που έχει την ευθύνη για τον απόλυτο ευτελισμό του θεσμού του δημοψηφίσματος τον Ιούλιο του 2015, να προτείνει τώρα ως βασική καινοτομία της αναθεώρησης του Συντάγματος τη συχνή και εύκολη πρόσβαση σε δημοψήφισμα!
Το αυτοακυρωμένο δημοψήφισμα του 2015, που οι εμπνευστές του το αγνόησαν την επομένη της διεξαγωγής του, προκηρύχθηκε και οργανώθηκε κατά κραυγαλέα παράβαση των θεμελιωδών προδιαγραφών του Συμβουλίου της Ευρώπης (Επιτροπή Βενετίας) για το αδιάβλητο ενός δημοψηφίσματος: απλό και σαφές ερώτημα και απόσταση τουλάχιστον δεκαπέντε ημερών μεταξύ προκήρυξης και διεξαγωγής. Στις ίδιες εγγυήσεις επιμένει με πρόσφατη έκθεσή της η ελληνική Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Το δημοψήφισμα του 2015 προκηρύχθηκε την Κυριακή 28/6 και διεξήχθη την Κυριακή 5/7, άρα υπήρχε περιθώριο διαλόγου μόλις πέντε ημερών και το ερώτημα αφορούσε την αποδοχή ή απόρριψη πολυσέλιδων κειμένων στα αγγλικά !
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η εντεινόμενη πια κρίση της ευρωπαϊκής φιλελεύθερης δημοκρατίας και η ροπή προς την αυταρχική μη φιλελεύθερη (illiberal) δημοκρατία, συνδέεται σε πολλές χώρες με τη διοργάνωση δημοψηφισμάτων με αφορμή τα οποία επωάζονται διάφορες εκδοχές εθνικολαϊκισμού. Η Ιταλία με το δημοψήφισμα Ρέντσι που οδήγησε στη νίκη των σημερινών κυβερνητικών κομμάτων, η Ουγγαρία και η Πολωνία που κατηγορούνται για παραβίαση των ευρωπαϊκών αξιών λόγω παρεμβάσεων στην δικαιοσύνη και τα μέσα ενημέρωσης, προσφέρουν τρία πρόσφατα παραδείγματα. Το δημοψήφισμα για το Brexit στο Ηνωμένο Βασίλειο ακόμη δεν έχει αναπτύξει όλη του τη δυναμική.
Η άμεση έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας έχει μια προφανή νομιμοποιητική αξία, σε συνδυασμό όμως με τη λειτουργία και τον σεβασμό της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Ο εικοστός αιώνας μας δίδαξε ότι η δημοκρατία ή είναι αντιπροσωπευτική και φιλελεύθερη ή δεν υπάρχει.
Η «καινοτομία» του ΣΥΡΙΖΑ συνίσταται τώρα στην ιδέα της συλλογής υπογραφών για τη διενέργεια δημοψηφισμάτων είτε για κρίσιμο εθνικό θέμα ( 500 χιλ. υπογραφές) είτε για ψηφισμένο νομοσχέδιο που αφορά κρίσιμο κοινωνικό θέμα ( 1 εκατ. υπογραφές). Ας υποθέσουμε ότι μια τέτοια πρόταση αναθεώρησης γίνεται αποδεκτή: το πολιτικό σύστημα θα κυριαρχείται πλέον από τον ακτιβισμό κομμάτων ή οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών για τη συλλογή υπογραφών, αποσπασματικά και ευκαιριακά, χωρίς αναγωγή σε μια ολοκληρωμένη προγραμματική πρόταση που τίθεται υπόψη του εκλογικού σώματος στις βουλευτικές εκλογές και συνιστά το πλαίσιο της κυβερνητικής πολιτικής, υπό τον έλεγχο της Βουλής και τον τελικό έλεγχο του εκλογικού σώματος μέσω των περιοδικών εκλογών που είναι η καρδιά της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Θα αρκούσε η λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία που δίνει τη δυνατότητα σε έναν αριθμό πολιτών να θέτουν ένα ζήτημα με τη μορφή πρότασης νόμου ενώπιον της Βουλής που υποχρεώνεται να το εξετάσει.
Προφανώς υπάρχουν σημαντικές ιστορικές στιγμές, μεγάλα εθνικά και κοινωνικά διλήμματα που καθίστανται αντικείμενο δημοψηφίσματος, όπως έγινε τον Δεκέμβριο του 1974 στην Ελλάδα για τη μορφή του πολιτεύματος. Είναι όμως άλλο αυτό και άλλο η συνταγματική ενθάρρυνση του δημοψηφισματικού ακτιβισμού. Δηλαδή η πανηγυρική ενσωμάτωση της διλημματικής απλούστευσης και της ρητορικής ευκολίας του λαϊκισμού στο Σύνταγμα.
Ακόμη πιο προβληματική είναι η πρόταση όλες οι κυρώσεις συνθηκών με τις οποίες μεταφέρονται «κυριαρχικές» αρμοδιότητες σε όργανα διεθνών οργανισμών ( άρθρο 28 παρ. 2 Συντάγματος), να πρέπει να καταστούν αντικείμενο δημοψηφίσματος. Αντί της αυξημένης πλειοψηφίας των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των βουλευτών θα απαιτείται δημοψήφισμα με απλή προφανώς πλειοψηφία. Το άρθρο 28 παρ. 2 αναφέρεται όμως στην αναγνώριση σε όργανα διεθνών οργανισμών αρμοδιοτήτων που προβλέπονται από το Σύνταγμα, ενώ η παρ. 3 του ίδιου άρθρου σε περιορισμούς ως προς την άσκηση της εθνικής κυριαρχίας. Τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει υποχρεωτικό δημοψήφισμα σε σχέση με την παράγραφο 2. Αυτή δεν αφορά όμως μόνο τις μεγάλες στιγμές στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ή θέματα λυμένα προ πολλού, όπως η ένταξη στον ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ ή τον ΟΑΣΕ. Αφορά πλήθος συμβάσεων, συνθηκών, πρωτοκόλλων με τα οποία μεταφέρεται κάποια αρμοδιότητα από τα κράτη μέλη σε όργανα διεθνών οργανισμών. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ θέλει υποχρεωτικά δημοψήφισμα όταν η αρμοδιότητα είναι «κυριαρχική». Της εξωτερικής ή και της εσωτερικής κυριαρχίας του κράτους; Οι αρμοδιότητες της FRONTEX σε σχέση με τις μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές είναι «κυριαρχικές»; Οι αρμοδιότητες των ελληνικών δικαστηρίων που μπορεί να περιορίζονται υπέρ του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) ή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) είναι «κυριαρχικές»; Και το πιο πρακτικό: Η άσκηση νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής είναι «κυριαρχική»; Αν ναι, θα έπρεπε να κυρωθεί με δημοψήφισμα όλη η δέσμη θεσμικών αλλαγών που ήταν αναγκαία για να υπάρξουν τα προγράμματα στήριξης της ελληνικής οικονομίας από την Ευρωζώνη: η τροποποίηση του άρθρου 136 ΣΛΕΕ, η συνθήκη για τον ESM, η Συνθήκη για Συντονισμό, Συνεργασία και Διακυβέρνηση κ.ο.κ. Θα έπρεπε να έχουν διεξαχθεί, μόνο για να λάβει η χώρα τα δάνεια της περιόδου 2010-2018, τουλάχιστον τρία δημοψηφίσματα. Το ίδιο μπορεί να προβλέπεται από τα εθνικά συντάγματα και στις υπόλοιπες χώρες μέλη ( σε ορισμένες προβλέπεται ), με τους γνωστούς κινδύνους εμπλοκών που έχουν πολλές φορές εμφανιστεί στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Αυτό που συνέβη το 2010-2012 με την ανάγκη για άμεσες και γρήγορες θεσμικές αλλαγές στο θεσμικό οικοδόμημα της ΕΕ και της Ευρωζώνης δυστυχώς μπορεί να ξανασυμβεί. Συνεπώς, τέτοιου είδους προτάσεις μετά την εμπειρία της περιόδου 2010-2018 δείχνουν, είτε ότι δεν υπάρχει καμία επίγνωση, είτε ότι κάποιοι αντιμετωπίζουν το Σύνταγμα με κυνική ανευθυνότητα. Δεν διστάζουν να προτείνουν ρυθμίσεις που μπορεί στο μέλλον να στραφούν εις βάρος της χώρας σε βαθμό καταστροφής ή της οικονομίας ή του κανονιστικού κύρους του Συντάγματος που θα έπρεπε να παραβιασθεί για λόγους ανάγκης.
Η μεγάλη πρόκληση της εποχής μας είναι η εσωτερική υπονόμευση και η φθορά της δημοκρατίας. Όχι της δημοκρατίας γενικά, όπως τη φαντάζεται ο καθένας, αλλά της αντιπροσωπευτικής φιλελεύθερης δημοκρατίας που είναι η θεμελιώδης ιστορική και θεσμική κατάκτηση της νεωτερικότητας. Οι θεσμοί της άμεσης ή, όπως συνήθως λέγονται, της «ημι-άμεσης» δημοκρατίας, λειτουργούν συμπληρωματικά και ενισχύουν τη νομιμοποίηση των πολιτικών αποφάσεων όταν εφαρμόζονται με την αναγκαία θεσμική περίσκεψη. Αντιθέτως, όταν ρευστοποιούν την έκφραση της βούλησης του εκλογικού σώματος, παρεμποδίζουν ουσιαστικά τη δημοκρατική – πολιτική σύνθεση των επιμέρους συμφερόντων και απόψεων που υπάρχουν σε μια πολυφωνική κοινωνία. Βεβαίως και υπάρχουν τα γνωστά παραδείγματα των ελβετικών δημοψηφισμάτων ή των πολλαπλών δημοψηφισμάτων που διεξάγονται στην Καλιφόρνια παράλληλα με τις ομοσπονδιακές ή τις πολιτειακές εκλογές. Στα παραδείγματα όμως αυτά, συχνά τα ερωτήματα αφορούν ανθρώπινα δικαιώματα, όπως το πρόσφατο ιρλανδικό δημοψήφισμα για τη νομιμοποίηση των εκτρώσεων. Ευτυχώς στη δική μας συνταγματική τάξη είναι σαφές ότι ζητήματα σχετικά με την προστασία και την άσκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν μπορούν να είναι αντικείμενο δημοψηφίσματος με όχημα ψηφισμένο νομοσχέδιο για κρίσιμο κοινωνικό θέμα. Γιατί ευτυχώς τα δικαιώματα κατοχυρώνονται απευθείας στο Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και αλλά δεσμευτικά διεθνή νομικά κείμενα. Αυτό ελπίζω να είναι προφανές για τους συντάκτες της πρότασης αναθεώρησης του ΣΥΡΙΖΑ. –
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 12.11.2018