Η κυβέρνηση διενέργειας των πρόωρων εκλογών

Θανάσης Γ. Ξηρός, Δ.Ν.-Δικηγόρος, Διδάσκων ΕΑΠ

 Ι.

Μετά τον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών ο πρωθυπουργός θα επισκεφθεί τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να ζητήσει την άμεση προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία. Έτσι, για ακόμη φορά, δέκατη κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο, πρόωρες εκλογές θα προκηρυχθούν με κυβερνητική πρωτοβουλία. Η διάλυση της Βουλής, όταν την προκαλεί η κυβέρνηση, είναι αιτιώδης ή αναιτιώδης, ερείδεται, ρητά ή ερμηνευτικά, στο Σύνταγμα και έχει ως δηλωμένο στόχο της την ανανέωση της λαϊκής εντολής.

 

ΙΙ.   

Η εξάρτηση της κυβέρνησης από την τεκμαιρόμενη (δεδηλωμένη) ή την εκφρασμένη εμπιστοσύνη της Βουλής είναι, ταυτόχρονα, βασικός κανόνας του εξελιγμένου κοινοβουλευτικού συστήματος και συστατικό στοιχείο της ομότιτλης θεμελιώδους αρχής. Η λήψη και η διατήρησή της (εμπιστοσύνης) αποτελούν αναγκαίους όρους για την άσκηση κυβερνητικών καθηκόντων. Εξάλλου, η απώλειά της, με μια από τις συνταγματικά καθορισμένες διαδικασίες, επιφέρει ως νομική κύρωση την παραίτηση.

Δεν αποκλείεται πάντως ο πρωθυπουργός να παραιτηθεί, ενώ εξακολουθεί να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Εάν διαθέτει μονοκομματική αυτοδυναμία, η πρωτοβουλία του προκαλεί τη λεγόμενη αναιτιώδη διάλυσή της (άρθρα 37 και 38 Συντ.). Με τις πρόωρες εκλογές επιδιώκονται, ιδίως πολιτικά, οφέλη και τη διενέργειά τους αναλαμβάνει εκλογική, οικουμενική ή υπηρεσιακή, κυβέρνηση. Όταν όμως η εμπιστοσύνη υπήρξε αποτέλεσμα συνεργασίας, η παραίτηση αποτρέπει μεν ανακατατάξεις στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού, αλλά ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων επιβάλλει, καταρχήν, την αναζήτηση νέου βιώσιμου σχήματος. Συνεπώς, οι εκλογές δεν αποτελούν συνταγματικά τη μοναδική αλλά την έσχατη μεταξύ περισσοτέρων επιλογή.

 

ΙΙΙ

 

Η αιτιώδης διάλυση της Βουλής ρυθμίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 41 Συντ. Με την πρότασή της η κυβέρνηση αποβλέπει στην ανανέωση της λαϊκής εντολής, προκειμένου να αντιμετωπιστεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας. Τέτοια θεωρούνται, προνομιακά, τα θέματα εξωτερικής, ευρωπαϊκής ή διεθνούς, πολιτικής. Μπορεί, επίσης, να είναι, κατ’ εξαίρεση, εκείνα της εσωτερικής πολιτικής, αρκεί να απασχολούν, εντόνως, τους πολίτες.

Εάν η προτείνουσα κυβέρνηση έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ενεργεί στο πλαίσιο δέσμιας αρμοδιότητας. Δηλαδή, υποχρεούται να αποδεχθεί την πρόταση και, άνευ ετέρου, να διαλύσει τη Βουλή. Η ευθύνη διενέργειας των πρόωρων εκλογών ανατίθεται στη θητεύουσα κυβέρνηση με μοναδική μεταβολή στη σύνθεσή της την αντικατάσταση του Υπουργού Εσωτερικών από εξωκοινοβουλευτικό, μη πολιτικό, πρόσωπο ευρύτερης αποδοχής.

 

ΙV

 

Όταν ο πρωθυπουργός συναντήσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τις επόμενες ημέρες, η κυβέρνησή του θα συνεχίζει να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Ωστόσο, δεν έχει εξασφαλιστεί ως αποτέλεσμα μονοκομματικής αυτοδυναμίας, καθώς την κυβερνητική πλειοψηφία απαρτίζουν σύσσωμη η κοινοβουλευτική ομάδα του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και ανεξάρτητοι βουλευτές. Η προσφυγή σε πρόωρες εκλογές, θα προκύψει με κυβερνητική πρωτοβουλία και για την εκδήλωσή της προσφέρονται, εναλλακτικά, δύο επιλογές.

Η πρωτόγνωρα ευρεία απόσταση από το νικητή των Ευρωπαϊκών εκλογών δεν επιβάλλει συνταγματικά την παραίτηση της κυβέρνησης. Αν και η υποβολή της πιθανολογείται με βεβαιότητα ότι θα καταλήξει σε εκλογές, δεν επιφέρει άμεσα τη διάλυση της Βουλής. Υπό τον υφιστάμενο συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων προηγείται η διαδικασία των διερευνητικών εντολών. Ακόμη και εάν οι τρεις διαδοχικοί αποδέκτες τους τις αρνηθούν ή δεν εξαντλήσουν την τριήμερη ισχύ τους και, εντέλει, καταστούν ατελέσφορες, την ευθύνη διενέργειας των πρόωρων εκλογών θα αναλάβει οικουμενική ή, το πιθανότερο, υπηρεσιακή εκλογική κυβέρνηση.

Ο πρωθυπουργός αναμένεται πάντως να προκρίνει η κυβέρνησή του να διενεργήσει τις πρόωρες εκλογές. Έτσι, θα υποχρεωθεί να συνδέσει το αίτημα διάλυσης της Βουλής για την ανανέωση της λαϊκής εντολής με την αντιμετώπιση εθνικού θέματος εξαιρετικής σημασίας. Στη διανυόμενη πολιτική συγκυρία η αναζήτησή του αποδεικνύεται εξόχως δυσχερής. Θέματα εξωτερικής πολιτικής δεν φαίνεται να υπάρχουν και πάντως δεν διατίθενται, ανεξόδως, προς επίκληση, ενώ τα ελάχιστα εσωτερικής πολιτικής εκτιμάται ότι θα βρεθούν στο επίκεντρο της προεκλογικής αντιπαράθεσης και ως τέτοια είναι αμφίβολο, εάν επιτρέπεται να θεωρηθούν εξαιρετικής σημασίας κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 41 Συντ.

Ανεξαρτήτως του εθνικού θέματος που θα προκριθεί, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αδυνατεί συνταγματικά να ελέγξει τη συνδρομή του, οφείλει όμως να εγγυηθεί, έστω και ατύπως, ότι είναι, κατ’ ελάχιστο, εξαιρετικής σημασίας. Εξάλλου, τα κόμματα της αντιπολίτευσης μπορεί να μην συμμετέχουν τυπικά στη διαδικασία της αιτιώδους διάλυσης της Βουλής, η, εν γένει, συμβολή τους στην ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος τους επιβάλλει θεσμικά να μεριμνήσουν για τα στοιχειώδη της (διαδικασίας). Πιθανολογείται πάντως ότι οι πολιτικές επιλογές τους, προπάντων δε η προεξοφλημένη επικράτηση στις εθνικές εκλογές του νικητή των Ευρωπαϊκών θα επιτρέψουν μια ακόμη φορά στο σκοπό, την προκήρυξή τους, να αγιάσει τα μέσα για την επίτευξή του.

 Αναδημοσίευση από: Καθημερινή, Πέμπτη 30 Μαΐου 2019, σ. 3

                                                     

 

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

thirteen − five =