«Μαμά, μπορεί και ένα κορίτσι να γίνει Πρόεδρος;» με ρώτησε ο πεντάχρονος γιος μου, όταν παρακολουθούσαμε μαζί στην τηλεόραση την εκλογή της Κατερίνας Σακελλαροπούλου στη θέση Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας. Πώς μπαίνει αυτή η αμφιβολία στο μυαλό ενός πεντάχρονου που μεγαλώνει σε ένα σπίτι όπου η ιδέα της έμφυλης ισότητας είναι αδιάσειστη; Από το σχολείο, την τηλεόραση, τους φίλους και τις φίλες που κουβαλούν από τα δικά τους σπίτια άλλες αντιλήψεις; Κι όμως, ακόμη, στην υβριδική μας κοινωνία στο σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσης, η ισοτιμία μεταξύ ανδρών και γυναικών και η ισότητα ανεξαρτήτως φύλου δεν είναι δεδομένες. Δεν αλλάζει άρδην η κατάσταση αυτή, αλλά η εικόνα της νέας Προέδρου μπήκε σε όλα τα ελληνικά νοικοκυριά, σε όλες τις συνειδήσεις, έγινε πλέον βεβαιότητα και όχι νομική απλώς δυνατότητα. Μπορούμε πλέον να χρησιμοποιούμε τον θηλυκό τύπο μιλώντας για τις αρμοδιότητες της Προέδρου της Δημοκρατίας, γιατί -όσο και να το αμφισβητούμε- η γλώσσα διαμορφώνει συνειδήσεις, στάσεις, συμπεριφορές.
Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου δεν είναι όμως μόνον η πρώτη Ελληνίδα που έσπασε δύο «γυάλινες οροφές» (που μάλλον είναι ατσάλινες) και κέρδισε με την αξία της δύο Προεδρίες, του Συμβουλίου της Επικρατείας και της Ελληνικής Δημοκρατίας. Είναι, καταρχάς και κυρίως, μία ανώτατη Δικάστρια –με Δ κεφαλαίο- που στάθηκε πάντοτε στο ύψος των περιστάσεων, που δεν παρασύρθηκε από τον δικαστικό λαϊκισμό, αλλά αντίθετα έμεινε πιστή στις αρχές του κράτους δικαίου και της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Από τη θέση της ως Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας είχε τη γενναιότητα να αναλάβει, μαζί με τον επίσης εξαίρετο Δικαστή και πλέον Πρόεδρο της ΑΔΑΕ Χρήστο Ράμμο, την ηθική ευθύνη να σώσει, κυριολεκτικά, την τιμή του Δικαστηρίου που υπηρετούσε όταν αυτή διακυβεύτηκε πριν η ίδια αναλάβει την Προεδρία του. Οι δυο τους είχαν μάλιστα παραιτηθεί από μέλη της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών ΣτΕ, με αφορμή την αναβολή της Ολομέλειας που θα συζητούσε τη συνταγματικότητα του νόμου για τις τηλεοπτικές άδειες. Απέδειξε έτσι, για μία ακόμη φορά, ότι υπηρετούσε σταθερά το Σύνταγμα και τον νόμο, τις δικαιοκρατικές εγγυήσεις και τα δικαιώματα, και όχι ένα θολό και ενίοτε επικίνδυνο «κοινό περί δικαίου αίσθημα».
Ο φιλελευθερισμός της και οι κοινωνικές και οικολογικές ευαισθησίες της Κατερίνας Σακελλαροπούλου είχαν εξάλλου ήδη αποτυπωθεί στη νομολογία του ΣτΕ και παλαιότερα, σε σημαντικές αποφάσεις, ενίοτε και σε μειοψηφίες. Χαρακτηριστικά, στην απόφαση για την ανέγερση ευκτηρίων οίκων υποστήριξε τη μειοψηφική υπέρ της ίσης ελευθερίας άποψη υπέρ της άρσης όλων των περιορισμών πλην των αυτονόητων πολεοδομικών. Τη δική της υπογραφή ως Αντιπροέδρου και Προεδρεύουσας φέρει εξάλλου και η απόφαση του 2017 για το άνοιγμα της πόρτας των ελληνικών σχολείων στα προσφυγόπουλα.
Όλη η πορεία της Κατερίνας Σακελλαροπούλου αποδεικνύει την ακλόνητη πίστη της στην ανοικτότητα της Ελλάδας προς την Ευρώπη και τον Άλλο, αλλά και προς την ίδια την κοινωνία, από την οποία η ίδια ποτέ δεν αποκόπηκε. Παρέμεινε μέχρι σήμερα μία γυναίκα με ανοικτό μυαλό και καρδιά, με θάρρος θεσμικό και προσωπικό, συνδυάζοντας τη στέρεη νομική της παιδεία και βαθιά προσήλωση στο δίκαιο, χωρίς νομικισμούς, ενωτική, με κοινωνική ευαισθησία και υψηλό ήθος. Με τα σπάνια αυτά προσόντα, με την πίστη της στο δημοκρατικό κράτος δικαίου, με το βαθιά πολιτικό αίσθημα ευθύνης απέναντι στο Σύνταγμα και την ιστορία, με τη γνώση και μεθοδικότητά της, με την ανθρωπιά και την αρχοντιά της είναι σίγουρο ότι θα υπηρετήσει και το νέο της αξίωμα της «Ανώτατης Αρχόντισσας» αυτής της χώρας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ Σαββατοκύριακο, 14-15 Μαρτίου 2020, σελ. 39