Ο Covid-19 και η εποχή των δικαιωμάτων

Χαράλαμπος Ανθόπουλος, Καθηγητής Δικαίου, ΕΑΠ

Πριν από 30 χρόνια ο Norberto Bobbio χαρακτήρισε τη σύγχρονη εποχή ως την «εποχή των δικαιωμάτων» (L’età dei diritti, εκδ. Einaudi,Τορινο, 1990). Στην εποχή αυτή, που άρχισε με τις δύο μεγάλες φιλελεύθερες επαναστάσεις του 18ου αιώνα και προετοιμάστηκε φιλοσοφικά από τη θεωρία του «κοινωνικού συμβολαίου», ιδίως όπως την επεξεργάστηκε ο John Locke, συντελέστηκε, σύμφωνα με τον Bobbio, μία «κοπερνίκειος μεταβολή» στην ηθική, την πολιτική και το δίκαιο: η αποδοχή της αξιολογικής προτεραιότητας των δικαιωμάτων του ατόμου έναντι των δημοσίων ή ιδιωτικών καθηκόντων του. Η σφραγίδα της νέας εποχής τέθηκε με το άρθρο 2 της Διακήρυξης του ’89: Σκοπός κάθε πολιτικής κοινωνίας είναι η διατήρηση των φυσικών και απαραγράπτων δικαιωμάτων του ανθρώπου. Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει μία ενιαία εποχή των δικαιωμάτων αλλά περισσότερες εποχές τους, που αντιστοιχούν στις διαφορετικές «γενιές» τους, ενώ κατά τη διάρκεια της εποχής των ολοκληρωτισμών του 20ου αιώνα υπήρξαν και οι μεγαλύτερες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ωστόσο, μετά τη λήξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, η εποχή των δικαιωμάτων γνώρισε τη μεγαλύτερη άνθησή της με την ανάπτυξη, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, ενός «συνταγματισμού των δικαιωμάτων» που βρήκε στον Ronald Dworkin τον πιο σπουδαίο θεωρητικό εκπρόσωπό του. Έτσι ώστε ένα Κράτος να θεωρείται τόσο πιο αναπτυγμένο από την άποψη της πολιτιστικής του προόδου, όσο περισσότερο σέβεται και προστατεύει τα θεμελιώδη δικαιώματα.

Το παράδειγμα του «συνταγματισμού των δικαιωμάτων», βασισμένο στην αντίληψη ότι ο πρώτιστος σκοπός του δικαίου συνίσταται στην εξασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων, βρέθηκε συχνά στο στόχαστρο της κριτικής. Οι διαφωνίες αφορούσαν, ωστόσο, περισσότερο τον τρόπο της πραγματοποίησής του παρά το θεμιτό της ύπαρξής του. Εάν τα κοινωνικά δικαιώματα είναι δικαστικώς προστατεύσιμα με τον ίδιο τρόπο όπως τα ατομικά δικαιώματα, εάν η αρχή της αναλογικότητας περιορίζει ανεπίτρεπτα την ελευθερία των πολιτικών επιλογών του κοινού νομοθέτη, εάν είναι θεμιτή η εφαρμογή της θεωρίας της κατάχρησης δικαιώματος στο πεδίο των θεμελιωδών δικαιωμάτων, εάν θα πρέπει η άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων να σταθμίζεται με την αρχή της αλληλεγγύης, αποτελούν κρίσιμα θέματα της σύγχρονης θεωρίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων, μπορούν όλα όμως να βρουν τη μία ή την άλλη απάντηση στο πλαίσιο διαφορετικών εκδοχών του ίδιου κατά βάση παραδείγματος.

Αυτά μέχρι χθες. Μετά την εμφάνιση του Covid-19, το ερώτημα δεν είναι πλέον αν βρισκόμαστε σε μία κρίση της «εποχής των δικαιωμάτων», αλλά αν η εποχή αυτή έχει φθάσει οριστικά στο τέλος της. Όλα τα σύγχρονα δημοκρατικά Συντάγματα μπορούν να επανερμηνευθούν ώστε να υποδεχθούν προσωρινά ακόμη και την πιο ακραία εκδοχή του «Κράτους πρόληψης», αυτήν που ζούμε σήμερα» (για την έννοια του «Κράτους πρόληψης» βλ. Χ. Ανθόπουλου, Κράτος Πρόληψης και δικαίωμα στην ασφάλεια, σε: Χ. Ανθόπουλου – Ξ. Κοντιάδη – Θ. Παπαθεοδώρου, επιμ. Ασφάλεια και δικαιώματα στην κοινωνία της διακινδύνευσης, Αθήνα-Κομοτηνή 2005, σ. 109επ). Μπροστά στον κίνδυνο μιας κοινωνικής καταστροφής, με εκατόμβες νεκρών, δικαιολογείται η λήψη προληπτικών μέτρων, ακόμη και όταν αυτά οδηγούν στην πράξη σε αναστολή βασικών θεμελιωδών δικαιωμάτων. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ελλάδα τα μέτρα αυτά ελήφθησαν με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχόμενου (άρθρο 77 του ιταλικού Συντάγματος, άρθρο 44 παρ.1 του ελληνικού Συντάγματος), έστω και αν τυπικά δεν επιτρέπεται η θέσπιση με τις πράξεις αυτές κανόνων που συνεπάγονται την αναστολή της ισχύος ορισμένων συνταγματικών διατάξεων. Οι έκτακτες περιστάσεις απαιτούν έκτακτες συνταγματικές ερμηνείες. Οι θεμελιώδεις αρχές που συγκροτούν το σύστημα των «περιορισμών των περιορισμών» των θεμελιωδών δικαιωμάτων, δηλαδή η αρχή της αναλογικότητας και η αρχή της προστασίας του ουσιώδους περιεχομένου τους, βρίσκονται σε κατάσταση standby. Είναι ένα δευτερεύον ζήτημα, και ως τέτοιο γίνεται αντιληπτό από τους πολίτες, η συνταγματικότητα των λαμβανόμενων μέτρων, το πρωτεύον είναι η αποτελεσματικότητα των μέτρων αυτών, η ικανότητά τους να αποτρέψουν την καταστροφή. Στην ουσία δεν υπάρχει κανένα όριο στην κλιμάκωση των περιορισμών όλων των άλλων θεμελιωδών δικαιωμάτων, εν ονόματι του δικαιώματος στην υγεία, νοουμένου στη συλλογική του διάσταση, ως θεμελιώδους συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου. Και δυστυχώς δεν υπάρχει καμία ιατρική-επιστημονική εγγύηση για την προσωρινότητα των μέτρων αυτών, καθώς το χαρακτηριστικό γνώρισμα του νέου κορωνοϊού είναι η μη προβλεψιμότητα της συμπεριφοράς του. Όμως αργά ή γρήγορα η μάχη κατά του Covid-19 θα κερδηθεί, δεν είναι η χειρότερη πανδημία που γνώρισε η ανθρωπότητα. Αλλά πλέον έχουμε εισέλθει σε μία περίοδο εκθετικής αύξησης των μικροβιολογικών απειλών που καθιστά αναγκαία τη μεγιστοποίηση της αρχής της προφύλαξης, δηλαδή τη λήψη προληπτικών περιοριστικών μέτρων για την αποτροπή των μελλοντικών κινδύνων, όπως ακριβώς συνέβη με την αντιτρομοκρατική νομοθεσία μετά την 11/9. Υπό τις συνθήκες αυτές προβάλλει ήδη στον ορίζοντα ο μετασχηματισμός του συνταγματικού Κράτους δικαίου σε ένα «Κράτος πρόληψης», στο οποίο θα προέχει καταστατικά το σύνολο έναντι του ατόμου. Στο νέο σύστημα δικαίου θα έχουμε μεγαλύτερη ασφάλεια, περισσότερα καθήκοντα και απαγορεύσεις, μαζικές ηλεκτρονικές ιχνηλατήσεις, λιγότερη ελευθερία. Για να θυμηθούμε τον τίτλο της γνωστής ταινίας του μαοϊκού τότε Μάρκο Μπελόκιο, αυτήν την φορά η Κίνα είναι πράγματι κοντά (La Cina è vicina, βραβείο Αργυρού Λέοντα στο Φεστιβάλ της Βενετίας, 1967).

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

5 + twelve =