- Ένα τόσο πελώριο και δραματικό γεγονός όσο η πανδημία του 2020, που προκάλεσε μία παγκόσμια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, δεν μπορεί παρά να αφήσει το αποτύπωμα του και στο νομικό σύστημα και πρωτίστως στο δίκαιο και στη δογματική των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Δεν αναφερόμαστε εδώ στις πρωτόγνωρες απαγορεύσεις και στους αυστηρούς περιορισμούς των θεμελιωδών δικαιωμάτων, που δεν θα μπορούσε κανείς να φανταστεί πριν από τον Μάρτιο του 2020. Οι περιοριστικές αυτές ρυθμίσεις έχουν προσωρινό χαρακτήρα και θα διαρκέσουν σταδιακά αποκλιμακούμενες όσο και η πανδημία , για την οποία δεν γνωρίζουμε πότε θα τελειώσει, αλλά μόνο ότι θα τελειώσει όπως και όλες οι προηγούμενες. Ορισμένες, όμως, μεταβολές που αφορούν τη γενικότερη αντίληψη περί θεμελιωδών δικαιωμάτων ή τις ειδικότερες αντιλήψεις περί συγκεκριμένων θεμελιωδών δικαιωμάτων, νομίζω ότι θα αποκτήσουν μία πιο μόνιμη βάση. Τούτο ισχύει κατ’εξοχήν για το δικαίωμα στην υγεία, η προστασία του οποίου αναδείχθηκε κατά την περίοδο που διανύουμε σε απόλυτη κοινωνική και συνταγματική προτεραιότητα.
- Με βάση το κείμενο του ισχύοντος ελληνικού Συντάγματος ,το δικαίωμα στην υγεία εμφανίζεται ως ένα κλασικό ατομικό δικαίωμα αρνητικού περιεχομένου, δηλαδή ως δικαίωμα ελευθερίας, και συγχρόνως ως ένα κοινωνικό δικαίωμα, που αντιστοιχεί σε θετική υποχρέωση του Κράτους για την παροχή υπηρεσιών υγείας στο σύνολο των πολιτών. Η υγεία ως ατομικό δικαίωμα κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 παρ.5 Συντ., το οποίο προστατεύει την ατομική υγεία από προσβολές τρίτων και εγγυάται την ελευθερία αυτοπροσδιορισμού του ατόμου σε θέματα που αφορούν την προσωπική του υγεία. Η νοηματική εξέλιξη της ελευθερίας της υγείας περιλαμβάνει πλέον και το δικαίωμα στην υποβοηθούμενη αυτοκτονία, όπως αποφάνθηκε το Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο στην πρόσφατη, αλλά εκτός εποχής απόφαση του της 26.02.2020.Ως κοινωνικό δικαίωμα η υγεία κατοχυρώνεται στο άρθρο 21 παρ.3 Συντ., το οποίο από μόνο του δεν θα ήταν ιδιαίτερα νομικά σημαντικό (« Το Κράτος μεριμνά για την υγεία των πολιτών»), αν δεν υπήρχε το Εθνικό Σύστημα Υγείας που ιδρύθηκε με τον ν.1397/1983 και αποτέλεσε την πιο ουσιώδη συνταγματική κατάκτηση για τη ζωή των πολιτών στην μεταπολιτευτική Ελλάδα. Η πανδημία ανέδειξε όμως και την πιο «αρχαϊκή» διάσταση του δικαιώματος στην υγεία, την προστασία του ως συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου, ως δημοσίου συλλογικού αγαθού (δημόσια υγεία), στο οποίο αναφέρεται η ερμηνευτική δήλωση κάτω από το άρθρο 5 Συντ. καθώς και τα άρθρα 18 παρ.3 και 22 παρ.4 Συντ. Αυτό το συλλογικό δικαίωμα στην υγεία, η προστασία του οποίου διασφαλίζει και την ατομική υγεία των πολιτών, αποτελεί τον «θεμελιώδη κανόνα» του δικαίου της υγειονομικής κρίσης, την πηγή της νομιμότητας και νομιμοποίησης των αυστηρότατων περιορισμών της ελευθερίας των πολιτών κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
- Υπό τις συνθήκες της πανδημίας συντελέστηκε μια δογματική μεταβολή του δικαιώματος στην υγεία, η οποία εκφράζει τη διαλεκτική σύνθεση όλων των μορφών του, ως ατομικού δικαιώματος, ως κοινωνικού δικαιώματος και ως συλλογικού δικαιώματος: η ενσωμάτωση στην εσωτερική δομή του δικαιώματος αυτού, της έννοιας του καθήκοντος στην υγεία. Πράγματι, η εμπειρία της πανδημίας έδειξε ότι σε μία τέτοια κατάσταση, η υγεία του καθενός εξαρτάται από την υγεία του άλλου, δηλαδή ότι κανείς δεν μπορεί να σωθεί μόνος του, αλλά μόνον όλοι μαζί: η κοινωνία θα πρέπει να σώσει τον εαυτό της. Είναι η στιγμή- αλλά ίσως και η εποχή- όπου το δικαίωμα στην υγεία αποκτά τη γνωστή στο δημόσιο δίκαιο μορφή του «δικαιώματος- καθήκοντος»: καθήκοντος απέναντι στον εαυτό μας, να μην νοσήσουμε, καθήκοντος απέναντι στους άλλους, να μην τους μεταδώσουμε τη νόσο αν ασθενήσουμε, καθήκοντος απέναντι στους γιατρούς και τους νοσηλευτές του Εθνικού Συστήματος Υγείας, να μην τους αναγκάσουμε να βρεθούν μπροστά σε τραγικές επιλογές (triage), επειδή δεν θα χωρούν όλοι οι ασθενείς στις εντατικές. Έτσι νοούμενο το καθήκον στην υγεία, αποτελεί ένα νέο συνταγματικό καθήκον, ταυτόχρονα ηθικό και νομικό, η εκπλήρωση του οποίου αποτελεί στην παρούσα συγκυρία την πιο χαρακτηριστική έκφραση του « χρέους της εθνικής και κοινωνικής αλληλεγγύης» κατά το άρθρο 25 παρ.4 του Συντάγματος.
Αναδημοσίευση από εφημερίδα Πρώτο Θέμα 26/04/2020