Η επίκαιρη παροχή δικαστικής προστασίας στη διοικητική δικαιοσύνη: Μια συνεχής αναζήτηση

Βασίλειος Π. Ανδρουλάκης, Πάρεδρος Σ.τ.Ε.

                Ενώ είναι γενικώς αποδεκτό ότι η ελληνική δικαιοσύνη ανταποκρίνεται στα επί μέρους στοιχεία που συνθέτουν το περιεχόμενο του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, στο θέμα της απονομής αυτής σε εύλογο χρόνο, το δικαστικό σύστημα δεν έχει να επιδείξει τα καλύτερα αποτελέσματα. Μάλιστα, το Δικαστήριο του Στρασβούργου έχει δεχθεί σε αποφάσεις του ότι το πρόβλημα της ελληνικής δικαιοσύνης στο ζήτημα αυτό δεν είναι συγκυριακό, δεν έτυχε δηλαδή να καθυστερήσει η απονομή της δικαιοσύνης σε κάποιες περιπτώσεις, αλλά έχει συστημικό χαρακτήρα.

                Αποτελεί, επομένως, η αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού σοβαρό διακύβευμα για όλους τους παράγοντες που εμπλέκονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στην οργάνωση και λειτουργία του δικαιοδοτικού συστήματος. Σκόπιμη, ωστόσο, είναι η ακόλουθη επισήμανση: Η δικαιοσύνη δεν αποτελεί μια ακόμα δημόσια υπηρεσία η οποία πρέπει να παράγει το προϊόν της ταχέως για να ικανοποιήσει τις ανάγκες των πολιτών. Αποτελεί την τρίτη ανεξάρτητη κρατική λειτουργία, που είναι εγγυητής του κράτους δικαίου, οφείλει δε να επιχειρεί λεπτολόγες και δύσκολες σταθμίσεις μεταξύ της προστασίας των δικαιωμάτων των πολιτών και της διασφάλισης του δημοσίου συμφέροντος. Αν επικεντρωθούμε αποκλειστικά στο ζήτημα της ταχύτητας, παραβλέποντας τους σκοπούς που η δικαιοσύνη θεραπεύει, κινδυνεύουμε να καταλήξουμε σε έναν δικαστή διεκπεραιωτή των υποθέσεων που καλείται να επιλύσει ή στον δικαστή που επευλογεί, που βάζει τη σφραγίδα της νομιμότητας, σε ήδη ειλημμένες αποφάσεις. Η δικαστική κρίση απαιτεί χρόνο για μελέτη και ωρίμανση της υποθέσεως.     

Μια σημαντική νομοθετική πρωτοβουλία αφορά την καθιέρωση ενός ιδιαίτερου ενδίκου βοηθήματος, κατά την έννοια του άρθρου 13 της ΕΣΔΑ, για την επιδίκαση δίκαιης ικανοποίησης λόγω καθυστέρησης στην έκδοση απόφασης από το Συμβούλιο της Επικρατείας και τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. Στη διαδικασία αυτή αναφέρονται τα άρθρα 53 έως 58 του ν. 4055/2012 (Α’ 51), που εφαρμόζεται από τις αρμόδιες μονομελείς συνθέσεις του Σ.τ.Ε. και των τ.δ.δ., οι οποίες έχουν εκδώσει αποφάσεις με τις οποίες επιδικάζεται εύλογη χρηματική αποζημίωση λόγω καθυστέρησης. Με τον τρόπο αυτό αναμένεται ότι οι σχετικές καταδικαστικές για την Ελλάδα αποφάσεις του δικαστηρίου του Στρασβούργου θα περιοριστούν σημαντικά.

                Ο νομοθέτης, τα τελευταία χρόνια, υπό την πίεση του προβλήματος της καθυστέρησης έχει υιοθετήσει σειρά νομοθετημάτων, που εντάσσονται, σε ένα ευρύτερο πλαίσιο αντιμετώπισής του. Βασικός στόχος του παρόντος είναι η συνοπτική παρουσίαση των νομοθετικών εκείνων μέτρων που αφορούν την αντιμετώπιση της καθυστέρησης στη διοικητική δικαιοσύνη (ΙΙ). Προηγουμένως, όμως, θα επιχειρηθεί μια αναζήτηση των αιτίων που δημιουργούν και επιτείνουν το πρόβλημα, διότι η διαπίστωση του πολυπαραγοντικού χαρακτήρα του καταδεικνύει την δυσκολία της αντιμετώπισης του (Ι), ενώ στο τέλος θα διατυπωθούν, πολύ συνοπτικά, μερικές προτάσεις για περαιτέρω μέτρα που πιστεύεται ότι θα συμβάλλουν στην επιδίωξη του επιθυμητού αποτελέσματος: την σε εύλογο χρόνο απονομή της διοικητικής δικαιοσύνης (ΙΙΙ)

Διαβάστε το κείμενο σε pdf.

Το παρόν δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Θεωρία και Πράξη Διοικητικού Δικαίου, 2015, σελ. 1 επ. και στηρίζεται σε δύο εκθέσεις που συνετάγησαν από τον γράφοντα για λογαριασμό του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τα έτη 2013 και 2014, με αντικείμενο την αξιολόγηση των ν. 3900/2010 και 4055/2012.