Αγαπητοί συνάδελφοι/σες
Διάβασα με προσοχή την κριτική που ασκήθηκε από συναδέλφους στο κείμενο που δημοσίευσα σχετικά με το ακαδημαϊκό άσυλο στην ‘Καθημερινή’ της περασμένης Κυριακής, 6/03/22.
Αισθάνομαι την ανάγκη να προβώ επ΄αυτού σε ορισμένες διευκρινήσεις: δεν εννοούσα βέβαια ούτε είχα στο μυαλό μου χρησιμοποιώντας του όρους «μωροί υποστηρικτές των ιερόσυλων του ασύλου» και «μωρές πολιτικές παρθένες που έχασαν την αξιοπιστία τους», οποιονδήποτε συνάδελφο. Διότι δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι υπάρχει συνάδελφος που υποστηρίζει τις αυθαίρετες και αξιόποινες προσβολές «από τρίτους» του ακαδημαϊκού ασύλου. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το επίθετο «πολιτικές παρθένες», που χρησιμοποίησα. Άλλωστε το κείμενο δεν ήταν ένα επιστημονικό κείμενο ούτε ήταν συνέχεια ή αρχή ενός επιστημονικού διαλόγου, αλλά επίκαιρη παρέμβαση πολιτικής πολεμικής, με προφανές πολιτικό σκοπό, σε μια πολιτική εφημερίδα.
Απευθυνόταν σε αυτούς που παρείχαν πολιτική κάλυψη ή ανέχονταν όλα αυτά χρόνια, άμεσα ή έμμεσα, όσους παρεμπόδιζαν με βιαιοπραγίες ή άλλες παράνομες και αξιόποινες πράξεις την ακώλυτη άσκηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, δηλαδή της ελευθερίας εκπαίδευσης, διδασκαλίας και έρευνας.
Εν πάση περιπτώσει, από την στιγμή που ορισμένοι συνάδελφοι αισθάνθηκαν, δικαίως ή αδίκως, προσωπικά θιγόμενοι από τις ανοίκειες, πράγματι, για έναν επιστήμονα φράσεις που χρησιμοποίησα, απολογούμαι και λυπάμαι ειλικρινά γι΄ αυτό.
Εννοείται ότι η διευκρίνιση αυτή δεν θίγει την ουσία των επιχειρημάτων μου ούτε αναιρεί την θέση μου για το πανεπιστημιακό άσυλο, που προστατεύεται, όπως όλες οι ελευθερίες, έναντι πάντων και όχι μόνον, ούτε αποκλειστικά, έναντι της κρατικής εξουσίας.
Αντώνης Μανιτάκης