Προσφάτως την κοινή γνώμη της χώρας μας απασχόλησαν καταγγελίες απόδημων Ελλήνων σχετικώς με τη διαρροή στοιχείων και δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Σύμφωνα με τους καταγγέλλοντες, Ελληνίδα μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η ίδια (;) ή δια των συνεργατών της απευθύνθηκε σε αυτούς χρησιμοποιώντας τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις που οι ίδιοι δημιούργησαν για να εγγραφούν στην ηλεκτρονική βάση του Υπουργείου Εσωτερικών, και κατ’ επέκταση στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους για να ψηφοφορήσουν στις Ευρωεκλογές. Τα χρησιμοποιηθέντα στοιχεία και η όλη διαδικασία διέπονται από την ειδική νομοθεσία για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Η διαρροή των στοιχείων που καθάπτονται δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ρυθμίζεται τόσο από τις διατάξεις του ενωσιακού δικαίου όσο και από τις αντίστοιχες διατάξεις του Συντάγματος. Συγκεκριμένα, σχετικές είναι οι διατάξεις της οδηγίας 95/46 Ε.Κ., του Κανονισμού 2016/679 και της οδηγίας 2016/680, οι οποίες μεταφέρθηκαν στην ελληνική εσωτερική έννομη τάξη αρχικά με τον ν. 2472/1997 και ακολούθως με τον ν. 4624/2019 περί προστασίας του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Εξάλλου η διάταξη του άρθρου 9Α του ισχύοντος Συντάγματος ορίζει ότι: «καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή που συγκροτείται και λειτουργεί, όπως νόμος ορίζει».
Επίσης, προστασία των προσωπικών δεδομένων επιτυγχάνεται μέσω της νομολογίας του ΕΔΔΑ. Ειδικότερα, του δικαστήριο του Στρασβούργου ερμηνεύει το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ ως κατοχυρωτικό αυτών δια του δικαιώματος στον ιδιωτικό βίο.
Βασικά επιδίωξη των διατάξεων του ενωσιακού δικαίου είναι η επίτευξη δύο στόχων ταυτόχρονα. Πρόκειται αφενός, για τη διασφάλιση του θεμελιώδους δικαιώματος στην προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και, αφετέρου, η ελεύθερη κυκλοφορία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για λόγους άσκησης της οικονομικής ελευθερίας.
Στη θεωρία στασιάζεται ως προς το αν τα ανωτέρω αποτελούν δύο ισότιμους στόχους ή αν η προστασία των προσωπικών δεδομένων παρέπεται της ελεύθερης κυκλοφορίας των δεδομένων, εφόσον πρόκειται για σχέσεις που δημιουργούνται κατά την άσκηση της οικονομικής ελευθερίας.
Ωστόσο, η ανωτέρω διχογνωμία δεν επηρεάζει τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων α) στην εναντίωσή τους στην επεξεργασία, β) στη διαδικασία γνωστοποίησης σε αυτούς και γ) στην ανακοίνωση της παραβίασης των δεδομένων τους.
Εάν οι καταγγέλλοντες απόδημοι Έλληνες είναι υπαρκτά πρόσωπα και όχι «διαδικτυακές περσόνες» και αν τα καταγγελλόμενα από αυτούς είναι ακριβή, τίθενται ζητήματα ευθύνης για πολλούς αποδέκτες. Αρχικά, από όλους όσοι έκαναν χρήση των δεδομένων αυτών και ακολούθως για τους αρμόδιους προς κατάρτιση και φύλαξη των σχετικών εκλογικών καταλόγων υπαλλήλους.
Υπό προϋποθέσεις ζήτημα επίσης είναι δυνατό να προκύψει σχετικά με το επαρκές της εν προκειμένω διοικήσεως της αρμόδιας Υπουργού Εσωτερικών.