Αντώνης Μανιτάκης «Η Κυριαρχία στο Θολό Τοπίο της Παγκόσμιας Διακυβέρνησης», Εκδόσεις Αλεξάνδρεια,2023. Βιβλιοκρισία  Χρίστου Κληρίδη

«Το αβέβαιο μέλλον της κρατικής κυριαρχίας και το Κυπριακό»

Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του, ο Καθηγητής Αντώνης Μανιτάκης, τονίζει ότι η κυριαρχία έχει συμβάλει στην οικοδόμηση του σύγχρονου κράτους με δεδομένο ότι αποτελεί, με την μορφή της κρατικής κυριαρχίας, την πεμπτουσία του κράτους, και παράλληλα με τη λαϊκή κυριαρχία αποτελεί το ίνδαλμα της Δημοκρατίας. Επισημαίνει ότι η ιστορία της κυριαρχίας είναι αμφιλεγόμενη.

Για ορισμένους, η έννοια της κυριαρχίας ήταν άχρηστη και ταυτισμένη με την απολυταρχία, ενώ για άλλους, με τους οποίους ο συγγραφέας συντάσσεται, η κυριαρχία, όχι μόνο δεν είναι ξεπερασμένη και άχρηστη αλλά είναι θεμελιώδης έννοια του συνταγματικού δικαίου, του κράτους, της δημοκρατίας, και του κράτους δικαίου. Είναι αναντικατάστατη.

Καθιερώθηκε με την συνθήκη της Βεστφαλίας του 1648, και συνταυτίστηκε με την έννοια του απολυταρχικού κράτους αρχικά, για να καθιερωθεί με την σταδιακή δημιουργία ανεξάρτητων εθνικών κρατών, τα οποία θεωρούν ότι έχουν ισότητα της κυριαρχίας μεταξύ τους, που είναι και η θεμελιώδης αρχή του διεθνούς δικαίου.

Η έννοια της κυριαρχίας απεδείχθη ανθεκτική αλλά απόλυτα προσαρμοζόμενη στις ιστορικές εξελίξεις.

Σήμερα, βρίσκεται αντιμέτωπη με τις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης αλλά, παρά τα πλήγματα στην εθνική κυριαρχία, δύσκολα μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι η παγκοσμιοποίηση ισοδυναμεί με άρνηση της κρατικής κυριαρχίας.

Είναι γεγονός ότι, η κυριαρχία δέχθηκε περιορισμούς μέσα από το διάβα του χρόνου, που προέρχονταν μεταξύ άλλων, από την υποχρέωση σεβασμού προς τα δικαιώματα του ανθρώπου.

Εγκαταστάθηκε σαν λαϊκή και κρατική κυριαρχία στο Σύνταγμα, το οποίο αποτελεί την πηγή από την οποία πηγάζει η θέληση του λαού. Σε κάθε δημοκρατικό πολίτευμα η κυριαρχία εδράζεται στον λαό.

Με την παγκοσμιοποίηση, το κρίσιμο ερώτημα είναι η έκταση της επικράτειας, δηλαδή ο τόπος στον οποίο εκδηλώνεται η κυριαρχία.

Η τoπολογική όμως προσέγγιση της κυριαρχίας δεν βρίσκεται σε αντίθεση με την υποκειμενική αλλά συνυπάρχει και συμπορεύεται με αυτή, έστω με διακριτές λειτουργίες σε διακριτά επίπεδα.

Η εισβολή της τεχνολογίας έχει διευρύνει τον τόπο στον οποίο ασκείται η κυριαρχία.

Η κρατική όμως κυριαρχία παραμένει δεμένη με τα εδαφικά όρια ή τα σύνορα μιας χώρας (territorial state).

Στην εδαφική επικράτεια, περιλαμβάνονται ο αέρας και η θάλασσα. Επί γης, αέρος, και θαλάσσης, ασκείται στο πλαίσιο της κυριαρχίας, η δικαιοδοσία του κράτους.

Στην τρισδιάστατη αυτή εικόνα προστίθεται η τέταρτη διάσταση, η ψηφιακή. Έχουμε ένα πολλαπλασιασμό αλληλεξαρτώμενο και επικαλυπτόμενο λειτουργικών σφαιρών επικράτειας.

Σαν αποτέλεσμα, με την μεταψηφιακή επανάσταση και την παγκοσμιοποίηση, η κυριαρχία διαχέεται πολλαπλασιαζόμενη σε ολόκληρο τον κόσμο, χωρίς όμως η κυριαρχία αυτή να μειώνεται αλλά αντίθετα έχουμε ουσιαστικά ένα πλεόνασμα κυριαρχίας η οποία αναγκάζεται, ανταποκρινόμενη στις απαιτήσεις των καιρών, να λειτουργεί και ως αγωγός επικοινωνίας και επιβολής σχέσεων δύναμης και ισχύος σε υπερεθνικό δίκαιο.

Εν ολίγοις η κυριαρχία εκδηλώνεται και ασκείται μέσα από διεθνείς οργανισμούς και διακρατικές συμβατικές σχέσεις, εντεταγμένη σε ένα χώρο απροσδιόριστο, σε μία νέα πολυδαίδαλη, πολυεπίπεδη και εικονική γεωπολιτική επικράτεια.

Ο συγγραφέας, μας υπενθυμίζει ότι, όσο κι αν η κυριαρχία φαίνεται απεριόριστη στην πραγματικότητα δεν είναι. Περιορίζεται δια του δικαίου, και ιδιαίτερα στην ίδρυση νέου κράτους, το οποίο ιδρύεται από πρωτογενή συντακτική εξουσία, περιορίζεται από το ίδιο το Σύνταγμα.

Η κυριαρχία εμφανίζεται με δύο όψεις, η μία σαν πολιτική δύναμη, και η άλλη σαν σχέση δικαίου, χωρίς όμως οποιαδήποτε από τις δύο αυτές διαστάσεις να έχει προτεραιότητα έναντι της άλλης.

Το πρώτο μέρος του βιβλίου, συμπληρώνεται με την κατάληξη ότι, όσο η παγκόσμια ιστορία δεν ολοκληρώνεται, και όσο τα πράγματα δεν είναι οριστικά αποκρυσταλλωμένα, ένας νέος κόσμος διάταξης των κρατικών κυριαρχιών και ρύθμισης της παγκόσμιας διασύνδεσης των επικρατειών και ελέγχου των αγορών μπορεί να εμφανίζεται  ώστε να συνεχίζεται η πορεία της ιστορίας σε μία άγνωστη γη.

 

Στο δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου, ο συγγραφέας μας δίδει τρία ιστορικά παραδείγματα μεταμορφώσεων της κρατικής κυριαρχίας.

Το πρώτο αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία, ένας πόλεμος συμβατικός, για εδαφική κυριαρχία, και ένας πόλεμος οικονομικός για την κυριαρχία στη διεθνή αγορά των πηγών ενέργειας. Ο οικονομικός πόλεμος είναι παγκόσμιος (sanctions).

Για το πρώτο παράδειγμα της Ουκρανίας, καταλήγει στο ότι, η κυριαρχία, με τη νομική αλλά και την πολιτική σημασία του όρου, στέκει όρθια, πλην όμως, ο συσχετισμός δυνάμεων σε αξιολογήσεις ηθικοπολιτικές, καταλήγουν στην σίγουρη καταδίκη της Ρωσίας από την ιστορία.

Παράλληλα, σε ότι αφορά την «οικονομική» κυριαρχία, και οικονομική παγκοσμιοποίηση, και αυτά καλά κρατούν, πλην όμως, οργανισμοί και θεσμοί παγκόσμιας πολιτικής διακυβέρνησης, όπως το Συμβούλιο Ασφαλείας και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, μένουν στάσιμοι, και αδρανείς, και αναποτελεσματικοί, αποδεικνύοντας ότι ακόμη το αίτημα μιας παγκόσμιας διακυβέρνησης μοιάζει με άπιαστο όνειρο.

Ένα δεύτερο παράδειγμα μεταμόρφωσης της κρατικής κυριαρχίας, είναι η επιμερισμένη και πολλαπλή κυριαρχία των χωρών της ευρωπαϊκής ένωσης, χωρίς όμως να πηγάζει μέσα από τη νέα κατάσταση πραγμάτων μία ευρωπαϊκή κυριαρχία.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, δημιουργήθηκε μέσα από εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών μελών της. Έχουμε μία πολλαπλή και πολυεπίπεδη κυριαρχία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και την αναζήτηση ενός τρίτου δρόμου μεταξύ Ομοσπονδίας και Συνομοσπονδίας.

Έχουμε μία ευρωπαϊκή συμπολιτεία. Μία δήμων – κρατία.

Όμως ο συγγραφέας, πολύ σωστά καταλήγει ότι η ευρωπαϊκή ένωση έχει πολύ δρόμο να διανύσει για να αντιμετωπίσει τα πολλαπλά προβλήματα.

Αυτό από το οποίο πάσχει σήμερα η ευρωπαϊκή Ένωση είναι η απουσία βούλησης για την άμεση διαμόρφωση κοινών δημόσιων πολιτικών, άρα το έλλειμμα δεν είναι τόσο το δημοκρατικό, αλλά έλλειμμα κυβερνητικής αποτελεσματικότητας.

Η εμπειρία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, μας δείχνει ότι, η εθνική – κρατική κυριαρχία, δεν εννοεί προς το παρόν να αποσυρθεί και να δώσει τόπο στην ευρωπαϊκή κυριαρχία.

Το τρίτο παράδειγμα του συγγραφέα, μεταμόρφωσης της κρατικής κυριαρχίας, αφορά την μνημονιακή Ελλάδα. Επισημαίνει ότι δεν χρειάσθηκε η χώρα να κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, και όσοι και όποιοι περιορισμοί στην εθνική κυριαρχία ή στην δημοσιοοικονομική κυριαρχία και αν επιβλήθηκαν, δεν έθιξαν την αφηρημένη τυπική ικανότητα, το κράτος να δεσμεύεται νομικά μόνο με την δική του θέση. Ο εθνικός συνταγματισμός δεν αντιπαρατέθηκε με το παγκόσμιο συνταγματικό πλουραλισμό.

 

Στο τρίτο μέρος του βιβλίου του, ο συγγραφέας καταπιάνεται με το θέμα της μετάβασης από την κρατική στην υπερεθνική κυριαρχία και μία θολή παγκόσμια διακυβέρνηση.

Μετά από μία προσεκτική ανάλυση των δεδομένων, ο συγγραφέας τονίζει ότι, η προοπτική ενός παγκόσμιου κράτους και μίας παγκόσμιας δημοκρατικής κυβέρνησης, που κτίζεται πέρα και ανεξάρτητα από τα κράτη, σε αντιπαράθεση με την εθνική κυριαρχία τους, είναι σήμερα στην καλύτερη περίπτωση ένα εγχείρημα με αμφισβητούμενη και δυστοπική ιστορική προοπτική αν δεν είναι μία χίμαιρα, και μας προειδοποιεί: «ο πολίτης της παγκοσμιοποιημένης πολιτείας, μοιάζει γυμνός και αθωράκιστος, χαμένος στο πέλαγος ανεξέλεγκτων και ακυβέρνητων δυνάμεων, απροστάτευτος και αβοήθητος όσον ποτέ, ναυαγός με σωσίβιο ένα κέλυφος χωρίς έρμα».

Τα κράτη συνεχίζουν μέσα στο νέο διαμορφωμένο τοπίο της παγκοσμιοποίησης κτλ., να παίζουν ρόλο κλειδί για την παραγωγή κανόνων εθνικού και διεθνούς δικαίου, την ίδια στιγμή που συμπράττουν στη λήψη συλλογικών αποφάσεων από διεθνείς οργανισμούς παγκόσμιας εμβέλειας. Η ίση κυριαρχία όλων των κρατών εξακολουθεί και παραμένει το  θεμέλιο της διαδικασίας νομιμοποίησης της δράσης του.

Καταλήγει ότι, οι θεωρίες για μία παγκόσμια διακυβέρνηση με σεβασμό της κρατικής κυριαρχίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου, παραμένουν ανοικτές, αφού ατέρμονη παραμένει και η ιστορία της κρατικής κυριαρχίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου, και η θολή πορεία προς μία παγκόσμια διακυβέρνηση.

 

Στο επιμύθιον του, ο συγγραφέας καταλήγει ως εξής:

«Ένας νέος κόσμος γεννιέται, σε εθνικό, ευρωπαϊκό, και παγκόσμιο επίπεδο. Ας τον αφουγκραστούμε, ας προσπαθήσουμε να τον καταλάβομε, αν θέλουμε να παρέμβουμε συνειδητά για να τον επηρεάσουμε και ή για να τον αλλάξουμε».

 

 

Το βιβλίο του Αντώνη Μανιτάκη, συνιστά σταθμό στην ανάλυση της κυριαρχίας από μία νομικοπολιτική και φιλοσοφική σκοπιά. Είναι από τα βιβλία τα οποία θα συνιστούσα στη μελέτη του συνταγματικού δικαίου και θεωρίας, αλλά και διεθνούς δικαίου και φιλοσοφίας δικαίου. Μακάρι να μεταφραστεί και στην αγγλική, έτσι που να διαδοθεί ευρέως στο νομικό και άλλο αναγνωστικό κοινό. Το βιβλίο αποκτά ιδιαίτερη σημασία για εμάς εδώ στη Κύπρο, όπου πάσχουμε από τα αλλεπάλληλα πλήγματα στην κρατική κυριαρχία μας.

Είναι γνωστό σε όλους ότι, ο αγώνας της ΕΟΚΑ έγινε για την αυτοδιάθεση – Ένωση, αλλά κατέληξε, ελέω πολιτικών υποχωρήσεων και συμβιβασμών, στην κουτσουρεμένη υπό επιτήρηση κυριαρχία. Σε μία sui generis κυριαρχία, όπου μέρος της Κύπρου παρέμεινε υπό αγγλική κυριαρχία (Κυρίαρχες Αγγλικές Βάσεις). Η Κυπριακή Δημοκρατία, σαν ανεξάρτητο κυρίαρχο κράτος σε μέρος της επικράτειας της Κύπρου μόνο, παρέμεινε υπό την εγγύησίν της Αγγλίας, Τουρκίας, και Ελλάδος, σαν προϋπόθεση ίδρυσής της, δυνάμει της Συνθήκης Εγκαθίδρυσης, δεσμευμένη παράλληλα εσαεί με Συνθήκη Συμμαχίας με τις πιο πάνω χώρες. Άρθρα βασικά του Συντάγματος δεν δύνανται να τροποποιηθούν σαν μέρος του πακέτου. Πρόκειται για τα βασικά άρθρα που συμφωνήθηκαν στην Ζυρίχη μεταξύ Ελληνικής και Τουρκικής Κυβέρνησης και αφορούν την βασική συνταγματική δομή.

Έτσι, αντί το αποτέλεσμα του αντιαποικιακού αγώνα να καταλήξει σε συνταγματική συνέλευση που να οδηγήσει στη γένεση του κράτους και/ή στην Ένωση, οδηγηθήκαμε σε μία δοτή και υπό όρους κουτσουρεμένη κυριαρχία, η οποία δεν απορρέει από την λαϊκή βούληση, δημιουργώντας δημοκρατικό έλλειμμα, και επισκιάζοντας εν τη γενέσει της κυριαρχίας το μέλλον της. Αργά ή γρήγορα, η απειλή κατά της Κυπριακής Κυριαρχίας ήταν προδιαγεγραμμένη.

Το 1964, η πρώτη Τουρκική ανταρσία οδήγησε στην δημιουργία θυλάκων Τ/Κ, και το 1974 η εισβολή οδήγησε στην de facto διχοτόμηση της Κύπρου. Ήδη, το δοτό σύνταγμα υπέβαλε την κυριαρχία σε περαιτέρω, εκτός των πιο πάνω, σοβαρές επιφυλάξεις με συνταγματικούς περιορισμούς όπως το δικαίωμα αρνησικυρίας Τ/Κ για θέματα αμύνης, εξωτερικής πολιτικής, και προϋπολογισμό.

Το Σύνταγμα ξεκινά, όχι με την γνωστή φράση «We the people», αλλά με την τυπική ότι, «η Κυπριακή Πολιτεία είναι ανεξάρτητος και Κυρίαρχος Δημοκρατία Προεδρικού Συστήματος», Άρθρο 1.

Με αυτά λοιπόν τα δεδομένα, η Κυπριακή Κυριαρχία υποθηκεύτηκε σε τρίτες χώρες, και για να επιβιώσει στηρίχθηκε στις δικές της δυνάμεις (το δίκαιο της ανάγκης στην υπόθεση  The Attorney General of the Republic v. Mustafa Ibrahim and others (1964) CLR 195, αλλά και στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας και Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, Συμβουλίου της Ευρώπης, και στην ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την οποία θεωρώ σαν το μεγαλύτερο επίτευγμα διασφάλισης, της έστω κουτσουρεμένης κυριαρχίας της.

Σήμερα, η κυριαρχία της βάλλεται με πλήρη ασυδοσία και περιφρόνηση του διεθνούς δικαίου από την Τουρκία, η οποία θεωρεί ην Κυπριακή Δημοκρατία σαν εκλιπούσα και απαιτεί δύο κυριαρχίες στην νήσο, μία Ελληνική και μία Τουρκική. Η κυριαρχία όμως, έστω και κουτσουρεμένη,  δεν διασπάται. Παραμένει ενιαία και αδιαίρετη.

Είναι με λύπη μας που παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια, από τη δεκαετία του 1980 και έπειτα, μίαν ανιερήν προσπάθεια της διεθνούς διπλωματίας, και του εκάστοτε Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, να δημιουργήσουν ένα νέο κράτος μέσα από την παρθενογένεση και την δημιουργία δήθεν νέων συνιστόντων κρατών, με μόνο κατ’ επίκληση την ενιαία κυριαρχία, η οποία εξανεμίζεται μέσα από την διπλωματική ασάφεια νομικίστικης ορολογίας στον βωμό των πολιτικών σκοπιμοτήτων. Φάρος ελπίδας το δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου του 2004, το οποίο και αυτό ασκήθηκε κατά τρόπο διχαστικό – δύο δημοψηφίσματα. Ένα των Ε/Κ, και άλλο των Τούρκων εποίκων και Τ/Κ, σε μίαν προσπάθεια διάσπασης της κρατικής μας κυριαρχίας και οντότητας.

Εμείς, οι κύπριοι, επιστήμονες και θεράποντες της Νομικής, οφείλουμε ευχαριστίες στον Αντώνη Μανιτάκη για το έργο του, την συνεισφορά του, και την επιμονή του  στην αναγνώριση ισχύος της κρατικής κυριαρχίας διεθνώς, η οποία ανθίσταται στις προσπάθειες να αποδυναμωθεί από τις σύγχρονες διεθνείς εξελίξεις.

Το βιβλίο του πρέπει να αξιοποιηθεί και στο Κυπριακό.

 

Χρίστος Κληρίδης
Καθηγητής Νομικής
Αναπληρωτής Κοσμήτορας της Σχολής Νομικής και ∆ιοίκησης Επιχειρήσεων Πανεπιστημίου Frederick

 

 

Διαβάστε εδώ την προδημοσίευση από το βιβλίο που δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή, 10/12/2023

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

3 × two =