Ισραήλ: Μια συνταγματική κρίση σε μια χώρα χωρίς Σύνταγμα

Σπύρος Βλαχόπουλος, Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ

Η πολιτική κρίση των τελευταίων μηνών στο Ισραήλ, λόγω της προσπάθειας της κυβέρνησης Νετανιάχου να ελέγξει τη δικαιοσύνη, είναι γνωστή. Δεν είναι όμως ευρύτερα γνωστό ότι το Ισραήλ αποτελεί (μαζί με τη Μεγάλη Βρετανία) μια από τις ελάχιστες χώρες στον κόσμο που δεν διαθέτει γραπτό τυπικό Σύνταγμα, δηλαδή έναν ενιαίο γραπτό καταστατικό χάρτη με ανώτερη ισχύ που να ρυθμίζει την πολιτειακή οργάνωση και λειτουργία του Κράτους και να κατοχυρώνει τις ελευθερίες των πολιτών.

Η ιστορία είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και ξεκινάει ουσιαστικά με τη γένεση του Κράτους του Ισραήλ. Η απόφαση των Ηνωμένων Εθνών της 29ης Νοεμβρίου 1947 για τη διαίρεση της Παλαιστίνης προέβλεπε ότι το αργότερο δύο μήνες μετά την αποχώρηση των βρετανικών δυνάμεων από την περιοχή, σε κάθε Κράτος θα διεξάγονταν εκλογές για Συντακτική Συνέλευση και κατάρτιση δημοκρατικού Συντάγματος. Αλλά και στην ισραηλινή Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας της 14ης Μαΐου 1948 προβλεπόταν Σύνταγμα. Ωστόσο, ούτε η Συντακτική Συνέλευση που προήλθε από τις εκλογές του Ιανουαρίου 1949 στο Ισραήλ ούτε καμία από τις επόμενες Βουλές προέβησαν στην ψήφιση Συντάγματος. Εδώ φαίνεται να ταιριάζει η ρήση του πρώην ισραηλινού πρωθυπουργού, Λέβι Eσκόλ: «Ναι, το υποσχέθηκα. Αλλά υποσχέθηκα ότι θα τηρήσω την υπόσχεσή μου;».

Ως υποκατάστατο στην έλλειψη Συντάγματος, προβλέφθηκε η ψήφιση “Θεμελιωδών Νόμων”, οι οποίοι κάποια στιγμή θα ενώνονταν σε ενιαίο κείμενο Συντάγματος. Πράγματι, από το 1958 ψηφίστηκαν Θεμελιώδεις Νόμοι για διάφορα θέματα, όπως για το ισραηλινό Κοινοβούλιο («Knesset») και τα άλλα ανώτατα κρατικά όργανα, τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων και την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ελευθερίας. Η ονομασία των νόμων αυτών συνδέεται με το γερμανικό Σύνταγμα του 1949 που χρησιμοποίησε για τον εαυτό του τον όρο “Θεμελιώδης Νόμος” («Grundgesetz») αντί του κλασικού “Σύνταγμα”, για να τονίσει τον προσωρινό του χαρακτήρα μέχρι την επανένωση των δύο Γερμανιών (Ανατολικής και Δυτικής). Οι ισραηλινοί Θεμελιώδεις Νόμοι αποτελούν πράγματι τη βάση της πολιτειακής οργάνωσης και των ατομικών ελευθεριών στο Ισραήλ, έχουν όμως ένα εγγενές μειονέκτημα: Δεν διαθέτουν υπέρτερη τυπική ισχύ και κατά κανόνα μπορούν να τροποποιηθούν από την εκάστοτε κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Οι λόγοι για τη μη ψήφιση ισραηλινού Συντάγματος είναι σίγουρα πολλοί και όχι πάντοτε εμφανείς. Συνδέονται ενδεχομένως με την εμπόλεμη κατάσταση του Ισραήλ που συνεχίζεται μέχρι σήμερα με τη μορφή συρράξεων. Σίγουρα, οι ιδιαίτερες αυτές συνθήκες δεν ευνοούν την ψήφιση Συντάγματος. Φαίνεται όμως να υπάρχει και κάτι πιο  «βαθύ», που αγγίζει τις ουσιαστικές λειτουργίες του Συντάγματος: Το κάθε Σύνταγμα θέτει όρια στην κρατική δράση, προστατεύει τις μειονότητες και κατοχυρώνει τις απόψεις και τις ελευθερίες όλων στον βαθμό που δεν θίγουν τα δικαιώματα των άλλων. Η κατοχύρωση όλων αυτών σε μια κοινωνία με εξεγέρσεις Παλαιστινίων, εποίκους και ισχυρές υπερσυντηρητικές ομάδες, δεν είναι καθόλου αυτονόητη.

Σήμερα, οι πολίτες του Ισραήλ αντιδρούν απέναντι στο ενδεχόμενο τα μέλη του Ανωτάτου Ισραηλινού Δικαστηρίου να διορίζονται από την Κυβέρνηση και οι αποφάσεις του να ανατρέπονται από την εκάστοτε κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Παράλληλα, πληθαίνουν οι φωνές για τη θέσπιση Συντάγματος, το οποίο θα κατοχυρώνει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και τις ατομικές ελευθερίες γενικότερα. Γιατί η σημερινή πολιτική κρίση στο Ισραήλ πιθανόν να μην υπήρχε (και πάντως θα είχε εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά), εάν ένα ισραηλινό Σύνταγμα κατοχύρωνε την ανεξαρτησία των δικαστών και την ισχύ των δικαστικών αποφάσεων.

Βέβαια, η ύπαρξη ενός Συντάγματος, από μόνη της, δεν επιλύει τα προβλήματα. Το Σύνταγμα δεν αποτελεί «πανάκεια» για την επίλυση όλων των κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών προβλημάτων. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε τονίσει κατά τις εργασίες ψήφισης του ισχύοντος ελληνικού Συντάγματος του 1975: «Είναι βέβαια αληθές, ότι το Σύνταγμα επηρεάζει την διαμόρφωσιν της πολιτικής ζωής μιας χώρας. Αλλά το Σύνταγμα δεν είναι παρά ο σκελετός της πολιτείας. Η σάρκα και το αίμα της είναι τα Κόμματα και ο Τύπος. Από την συμπεριφοράν δε των τελευταίων αυτών εξαρτάται η προκοπή της πολιτείας. Ούτε είναι δυνατόν να αναπληρώσουμε με νομικούς εξοπλισμούς, την έλλειψιν των κοινωνικών και πολιτικών εκείνων συνθηκών που είναι απαραίτητοι για την λειτουργία της Δημοκρατίας. … Υπάρχουν χώραι, αι οποίαι έχουν ιδανικά Συντάγματα και κακοδαιμονούν πολιτικώς, κοινωνικώς … Υπάρχουν χώραι, αι οποίαι έχουν ατελή Συντάγματα και ευδοκιμούν …».

Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αξία ενός Συντάγματος. Κατά την έκφραση του Αλέξανδρου Σβώλου το Σύνταγμα κάθε Κράτους «εγκοιτώνει» την κοινωνική, οικονομική και πολιτική ύλη, ενώ κατά τη διατύπωση του Αριστόβουλου Μάνεση «το κράτος δικαίου πραγματοποιείται πληρέστερον και δι’ αυτού η ελευθερία των πολιτλων εξασφαλίζεται αποτελεσματικώτερον και δη και έναντι της νομοθετικής εξουσίας, όταν υπάρχη τυπικόν –δηλαδή γραπτόν και αυστηρόν- Σύνταγμα». Και το παράδειγμα του Ισραήλ, με την απουσία ενός Συντάγματος που θα ενδυνάμωνε τις δικαιοκρατικές αντιστάσεις της ισραηλινής κοινωνίας. είναι ιδιαίτερα διδακτικό.

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

2 × 4 =