Η ανάλυση του νεοφεουδαρχικού συνταγματισμού, ως μετεξέλιξης της συνταγματικής απορρύθμισης, διερευνά την αξιακά ανάδρομη πορεία του σύγχρονου ευρωπαϊκού συνταγματισμού λόγω της αναβίωσης προτύπων ή μοτίβων της μεσαιωνικής φεουδαρχίας. Πρόκειται για πρότυπα ή μοτίβα τα οποία δεν είχε υπερβεί πλήρως ο νεωτερικός συνταγματισμός και τα οποία αναζωπυρώθηκαν στο πλαίσιο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών απελευθέρωσης των αγορών και του διεθνούς εμπορίου, του εξευρωπαϊσμού του εθνικού δικαίου, της εξέλιξης της τεχνολογίας και των αλλεπάλληλων κρίσεων των τελευταίων ετών.
Μεταξύ αυτών των προτύπων ή μοτίβων ξεχωρίζουν το δόγμα της διαμοιρασμένης κυριαρχίας, η αποδιοργάνωση των δημόσιων εξουσιών, ο πολλαπλασιασμός των συγκρούσεων μεταξύ των πολυεπίπεδων κέντρων εξουσίας, η διαρκής αναζήτηση συγκυριακών πολιτικών συμβιβασμών, ο περιορισμός της δυνατότητας κοινωνικής ανέλιξης των ατόμων σε καθεστώς ειρήνης, ασφάλειας και αξιοκρατίας, το πέρασμα από ένα σύστημα κυβέρνησης με βάση τον νόμο σε ένα σύστημα διακυβέρνησης με βάση συμβατικούς δεσμούς πίστης και εξάρτησης, η διεύρυνση της εργαλειοποίησης του δικαίου, η κλιμακούμενη ιδιωτικοποίηση των δημόσιων εξουσιών, η οποία, τα τελευταία χρόνια, φτάνει ακόμη και στη διεκδίκηση της ίδιας της συντακτικής εξουσίας από υπερενισχυμένα ιδιωτικά κέντρα εξουσίας, η υβριδοποίηση δημόσιου και ιδιωτικού δικαίου, η ρευστοποίηση του δικαίου, το οποίο, στις μέρες μας, θεωρείται ριζωμένο στις κοινές παραδόσεις των ευρωπαϊκών κρατών και γίνεται αντικείμενο συνεχούς διαπραγμάτευσης από μια κοινότητα ερμηνευτών που, σε καθεστώς διαρκούς κατάστασης ανάγκης, πολεμούν μάταια μεταξύ τους για το προνόμιο της εκφοράς του τελευταίου λόγου, καθώς και η αποδυνάμωση της δικαστικής εξουσίας προς όφελος ενός «κλήρου» που, σήμερα, έχει τεχνοκρατικό χαρακτήρα και, με τη βοήθεια των μέσων ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης, διεκδικεί τον τίτλο του αυθεντικού ερμηνευτή του δικαίου.
Προνεωτερικές όψεις του μετανεωτερικού συνταγματισμού
Ο νεωτερικός συνταγματισμός, τέκνο των μεγάλων επαναστάσεων του 18ου αιώνα, υπήρξε άρρηκτα συνδεδεμένος με τη δημιουργία των εθνών-κρατών και, συνεπώς, την άσκηση κυριαρχίας, δηλαδή δημόσιας εξουσίας, εντός μιας οριοθετημένης επικράτειας. Στη σημερινή συγκυρία, στην οποία δεσπόζουν η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, η εκχώρηση αρμοδιοτήτων από τα έθνη-κράτη σε υπερεθνικούς οργανισμούς και η μετάβαση στην ψηφιακή εποχή, είναι επόμενο να συντελούνται δομικές αλλαγές και στο πεδίο της θεσμικής συγκρότησης και λειτουργίας του κράτους. Στο πλαίσιο του νέου του βιβλίου, με τίτλο «Ο νεοφεουδαρχικός συνταγματισμός», ο Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, καθηγητής διοικητικού δικαίου στη Νομική Σχολή της Αθήνας, αναλύει τους σύγχρονους μετασχηματισμούς του κράτους και του δικαίου υπό το φως των πρόσφατων κοινωνικοοικονομικών, πολιτικών και τεχνολογικών εξελίξεων. Χωρίς να εγκλωβίζεται στα τείχη της νομικής δογματικής, ο συγγραφέας αξιοποιεί ερμηνευτικά εργαλεία από όλο σχεδόν το φάσμα των κοινωνικών επιστημών, προκειμένου όχι απλώς να περιγράψει τη μετάβαση σε μια συνθήκη συνταγματικού πλουραλισμού, αλλά και να θεμελιώσει μια πρωτότυπη θέση αναφορικά με τα χαρακτηριστικά της. Σύμφωνα με το κεντρικό επιχείρημα του βιβλίου, η σύγχρονη πλουραλιστική άρθρωση του δικαίου διακρίνεται για τις νεοφεουδαρχικές της πτυχές, όχι επειδή συνιστά κάποιου είδους επιστροφή στη μεσαιωνική πραγματικότητα, αλλά διότι η διαμόρφωση πολυεπίπεδων κέντρων εξουσίας διασπά τον ενιαίο και αδιαίρετο χαρακτήρα της κρατικής κυριαρχίας.
Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα διαμοιρασμένης κυριαρχίας καταγράφεται στην Ευρώπη, όπου η υπεροχή του δικαίου της Ένωσης έχει προκαλέσει, όπως επισημαίνει ο Γιαννακόπουλος, διαφορών ειδών μετασχηματισμούς στη θεσμική λειτουργία των κρατών μελών. Ο πρώτος από αυτούς αφορά την εκ των πραγμάτων υποβάθμιση του εθνικού νομοθέτη και την απονομή πρωταρχικού ρόλου στον εθνικό δικαστή, ο οποίος έχει την αρμοδιότητα να ερμηνεύει την εθνική νομοθεσία, προκειμένου να κρίνει αν είναι συμβατή με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτού του είδους η ανακατανομή θεσμικής ισχύος στο εσωτερικό των κρατών μελών δεν είναι, βέβαια, πολιτικά ουδέτερη, εφόσον η αποδυνάμωση των κοινοβουλίων συνεπάγεται και την αντίστοιχη μείωση της σημασίας του κομματικού ανταγωνισμού και, εν τέλει, των εθνικών εκλογών. Πέραν τούτου, η επιδίωξη των ενωσιακών οργάνων να διασφαλίζουν την εφαρμογή των ευρωπαϊκών πολιτικών από τα κράτη μέλη οδήγησε στην αναβάθμιση των ανεξάρτητων αρχών, στις οποίες μεταφέρθηκαν ακόμη και αρμοδιότητες που παραδοσιακά ανήκαν στον σκληρό πυρήνα του κράτους. Σε μια τέτοια προσπάθεια συρρίκνωσης της κρατικής κυριαρχίας, άλλωστε, εντάσσεται και η σύσταση στη χώρα μας της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, στην οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ασκούσε σημαντική επιρροή, ιδίως κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης.
Η ύπαρξη πολλών πηγών παραγωγής του δικαίου και η συνακόλουθη διαμόρφωση ενός σύγχρονου νομικού πλουραλισμού, που διαθέτει σαφή νεοφεουδαρχικά χαρακτηριστικά, δεν απορρέει, όμως, μόνο από τον περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας στο πλαίσιο της λειτουργίας υπερεθνικών οργανισμών. Την εποχή της επικράτησης του νεοφιλελεύθερου οικονομικού δόγματος, διεθνώς, τα ιδιωτικά κέντρα εξουσίας έχουν πλέον ενισχυθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε να είναι σε θέση αφενός να δεσμεύουν τα ίδια τα κράτη με τις αποφάσεις τους και αφετέρου να συνιστούν τα δικά τους οιονεί δικαιοδοτικά όργανα. Αποτελεί κοινή παραδοχή στις μέρες μας ότι ιδίως τα υπερχρεωμένα κράτη διαθέτουν μειωμένη δημοσιονομική κυριαρχία, από τη στιγμή που οι οίκοι χρηματοοικονομικής αξιολόγησης μπορούν να τα εξαναγκάζουν να εφαρμόζουν μόνο εκείνες τις δημόσιες πολιτικές που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα της εθνικής τους οικονομίας. Από την άλλη πλευρά, καταγράφεται η τάση των νέων ψηφιακών πλατφορμών να μετεξελιχθούν σε ιδιότυπα ψηφιακά κράτη. Για παράδειγμα, η εταιρεία Facebook (Meta) έφθασε στο σημείο να συγκροτήσει ένα Εποπτικό Συμβούλιο, το οποίο λειτουργεί ως οιονεί ανώτατο δικαστήριο, καθώς είναι επιφορτισμένο με την επίλυση διαφορών που σχετίζονται με την προστασία της ελευθερίας της έκφρασης.
Η ταυτόχρονη, και συγχρόνως ανταγωνιστική, λειτουργία πολυεπίπεδων κέντρων εξουσίας έχει ως συνέπεια την υποχώρηση της κανονιστικότητας, δηλαδή τη ρευστοποίηση των εθνικών συνταγμάτων. Στο πλαίσιο αυτής της μετανεωτερικής συνθήκης, η οποία χαρακτηρίζεται από την επικράτηση μιας διάχυτης ανασφάλειας δικαίου, πολλοί θεσμικοί παίκτες, όπως τα εθνικά ή τα ευρωπαϊκά δικαστήρια, διεκδικούν, ματαίως, τον τίτλο του αυθεντικού ερμηνευτή των νομικών κανόνων. Σύμφωνα με την ανάλυση του συγγραφέα, εξέχουσα θέση σε αυτό το πολιτειακά ασύντακτο περιβάλλον κατέχει μια τεχνοκρατική ελίτ, ο επονομαζόμενος «νεοφεουδαρχικός κλήρος». Τα μέλη του, διακεκριμένες προσωπικότητες της ακαδημαϊκής κοινότητας και του επιχειρηματικού κόσμου, αναλαμβάνουν να αποκαλύψουν στην κοινωνία, χάρη και στις προνομιακές τους σχέσεις με τα μέσα ενημέρωσης, το «αληθινό» νόημα του δικαίου, το οποίο συνήθως συνάδει με το δόγμα των αγορών και τα συμφέροντα της οικονομικής ολιγαρχίας. Κατά την περίοδο, ιδίως, των αλλεπάλληλων κρίσεων, οπότε η διαρκής επιστράτευση του δικαίου της ανάγκης θόλωνε τα όρια μεταξύ κανονικού και εξαιρετικού, ο νεοφεουδαρχικός κλήρος δεν παρέλειπε να αίρει κάθε ερμηνευτική ασάφεια κατά τρόπο που νομιμοποιούσε τις κρίσιμες αποφάσεις της πολιτικής εξουσίας.
Αν επιχειρούσε κάποιος να συνοψίσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του νέου βιβλίου του Κωνσταντίνου Γιαννακόπουλου, θα εστίαζε πιθανότατα σε τρία σημεία: στην πρωτοτυπία του κεντρικού επιχειρήματος αλλά και πολλών επιμέρους θέσεων, την κριτική στάση του συγγραφέα απέναντι στον κυρίαρχο, πολιτικό και επιστημονικό, λόγο και τη διεπιστημονική θεώρηση των συγχρόνων μετασχηματισμών του κράτους και του δικαίου. Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηριχθεί ότι «ο νεοφεουδαρχικός συνταγματισμός» συνιστά ένα έργο αναφοράς, όχι μόνο για το πεδίο της συνταγματικής θεωρίας, αλλά και τον ευρύτερο χώρο των κοινωνικών επιστημών.
Παρουσίαση: Αλέξανδρος Κεσσόπουλος, επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης