Το κείμενο που ακολουθεί συνιστά αναδημοσίευση από τον Τιμητικό Τόμο Πέτρου Παραρά (Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή 2012) και εξετάζει το ζήτημα τη δέσμευση των πολιτικών δικαστηρίων ουσίας αλλά και του Αρείου Πάγου κατά τον αναιρετικό έλεγχο από την αρχή της αναλογικότητας. Με άξονα τον προσδιορισμό του εύλογου χαρακτήρα αποζημίωσης για μη περιουσιακή ζημία, ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη προσεγγίζεται η αρεοπαγιτική νομολογία, η οποία απορρίπτει τη δυνατότητα ελέγχου της εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας σε τέτοιες περιπτώσεις, αποδεσμεύοντας ουσιαστικά τα κατώτερα πολιτικά δικαστήρια από την τήρησή της. Σε ένα πρώτο επίπεδο, το κείμενο προσεγγίζει ερμηνευτικά το άρθρο 25 §1, εδάφιο γ΄ Σ, όπου κατοχυρώνεται συνταγματικά η αρχή της αναλογικότητας, επιχειρώντας να προσδιορίσει το πλαίσιο των υποχρεώσεων που είναι δυνατόν να θεμελιώσει έναντι των πολιτικών δικαστηρίων ουσίας αλλά και έναντι του Αρείου Πάγου κατά τον αναιρετικό έλεγχο. Κατά δεύτερο λόγο, εξετάζεται το ζήτημα της έμμεσης εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας στο ιδιωτικό δίκαιο, με επίκεντρο τόσο το αίτημα της αυτοτέλειας του ιδιωτικού δικαίου όσο και τον αναγκαίο μετασχηματισμό που η αρχή της αναλογικότητας υφίσταται κατά την εφαρμογή της στην πολιτική δίκη. Σε ένα τρίτο επίπεδο, στο κείμενο που ακολουθεί επιχειρείται η αναλυτική προσέγγιση των τριών επιμέρους σταδίων εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας (προσφορότητα-καταλληλότητα, αναγκαιότητα-ηπιότητα, αναλογικότητα με τη στενή έννοια), προκειμένου να υποστηριχθεί ο πρωτίστως κανονιστικός και όχι ουσιαστικός χαρακτήρας της αρχής. Τέλος και αντί συμπεράσματος, παρουσιάζεται η ορθολογική θεωρία εφαρμογής της αναλογικότητας του Robert Alexy, γνωστή και ως weight formula, με την οποία επιχειρείται μια μεθοδολογική και φιλοσοφική απάντηση έναντι των ενστάσεων περί υποκειμενισμού και ανορθολογικότητας κατά την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας, προκειμένου να αναζητηθεί και η αναγκαιότητα της εφαρμογής της στην αναιρετική πολιτική δίκη.