Tag Archives: Διάκριση των εξουσιών

ΣτΕ (Ολ.) 142/2012 – Επιλογή προεδρείων ανωτάτων δικαστηρίων

ΣτΕ (Ολ.) 142/2012, με σημείωμα Α. Καϊδατζή

Το άρθρο 90 παρ. 5 Συντ. δεν αποκλείει, η επιλογή προέδρων και αντιπροέδρων των ανώτατων δικαστηρίων να γίνεται σε περισσότερα του ενός στάδια (προεπιλογή – τελική επιλογή). Αλυσιτελώς προβάλλεται ως λόγος ακυρώσεως ότι το άρθρο 1 του ν. 3841/2010, το οποίο προβλέπει γνωμοδότηση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, αντίκειται στην παραπάνω διάταξη, δεδομένου ότι εν προκειμένω δεν υπήρξε τέτοια γνωμοδότηση και, επομένως, το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε την επιλογή αντιπροέδρων του ΣτΕ χωρίς να λάβει υπόψη τη γνώμη άλλου οργάνου (μειοψ.).

Η ατυχής νομοθετική τροποποίηση της διαδικασίας επιλογής των Προεδρείων των Ανωτάτων Δικαστηρίων

Αντώνης Μανιτάκης, Kαθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ΑΠΘ

Με το άρθρο 1 του νόμου 3841/2010 τροποποιήθηκε η διαδικασία επιλογής των Προεδρείων των Ανωτάτων Δικαστηρίων με την παρεμβολή της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής, η οποία καλείται να διατυπώσει γνώμη επί της προεπιλογής υποψηφίων που κάνει ο Υπουργός Δικαιοσύνης. Η διοικητική Ολομέλεια του ΣτΕ θεώρησε, όταν κλήθηκε από τον Υπουργό να εκφέρει σχετική γνώμη, την τροποποίηση αντισυνταγματική και η διάσκεψη των Προέδρων δεν κατάφερε να διατυπώσει «γνώμη», επειδή τα κόμματα της Αντιπολίτευσης αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στη διαδικασία κρίνοντας το νόμο αντισυνταγματικό. Η μελέτη εξετάζει αναλυτικά τους λόγους αντισυνταγματικότητας και επισημαίνει τις αθέλητες θεσμικές και πολιτικές παρενέργειες του νόμου.

Θέσπιση ατομικών διοικητικών πράξεων πολεοδομικού περιεχομένου ως άσκηση πολιτικής εξουσίας με τυπικό νόμο και δικαστικός έλεγχος

Βασιλική Χρήστου, Ειδική Επιστήμων Νομικής Αθηνών

Η πρακτική της θέσπισης ατομικών διοικητικών πράξεων δια τυπικού νόμου, που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια ιδίως σε ζητήματα πολεοδομικά και περιβαλλοντικά, φέρνει στο προσκήνιο το ερώτημα της παραβίασης της αρχής της διακρίσεως των εξουσιών και του αυτοτελούς κανονιστικού περιεχομένου της αρχής αυτής. Θεωρία και πράξη δέχονται ότι αυτή η νομοθετική πρακτική συνιστά επέμβαση στο έργο της δικαστικής εξουσίας και παραβίαση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας. Εδώ προβάλλεται η άποψη ότι η νομοθετική αυτή πρακτική συνιστά επέμβαση και στο έργο της διοικητικής λειτουργίας, για τον λόγο ότι και η διοικητική λειτουργία έχει αυτοτελές καθήκον αμεροληψίας κατά την εφαρμογή του νόμου, άρα και αυτοτελή ρόλο στην προστασία της αρχής της ισότητας και της ελευθερίας, ο οποίος διακυβεύεται με την απορρόφηση του έργου της από τον νομοθέτη.