Tag Archives: δικαίωμα στη ζωή

ΕΔΔΑ, (16/12/2010), υπόθεση Α, Β και C κατά Ιρλανδίας, Νο 25579/05

Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

Το κείμενο που ακολουθεί εξετάζει κριτικά το ζήτημα της προστασίας των αμβλώσεων στο πλαίσιο της Ιρλανδικής έννομης τάξης με αφορμή την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου A, B και C κατά Ιρλανδίας (Νο 25579/05 της 16 Δεκεμβρίου 2010). Η υπόθεση αφορά τρεις γυναίκες (A, B και C), οι οποίες με βάση την ιρλανδική νομοθεσία απαγόρευσης των αμβλώσεων υποχρεώθηκαν να τερματίσουν τις εγκυμοσύνες τους στο Ηνωμένο Βασίλειο. Και οι τρεις περιπτώσεις, παρά τις επιμέρους διαφορές στην ένταση ή στην ποιότητα των πραγματικών περιστατικών, αποδίδουν γλαφυρά την εικόνα μιας έννομης τάξης η οποία απαγορεύει την άμβλωση, με τρόπο ο οποίος επάγει ένα ανυπέρβλητο βάρος (undue burden) στη γυναίκα που εγκυμονεί χωρίς να το επιθυμεί, δημιουργώντας σε βάρος της αδικαιολόγητες, διαπλεκόμενες διακρίσεις (intersectionality), πλήττοντας δηλαδή περισσότερα του ενός ταυτοτικά χαρακτηριστικά της, τόσο το φύλο όσο και την κοινωνική ή οικονομική της θέση. Περαιτέρω, το αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο της Ιρλανδικής έννομης τάξης επάγει μια έντονα αποτρεπτική επίδραση (chilling effect) στις υπηρεσίες υγείας, στο προσωπικό τους αλλά και στον κοινωνικό περίγυρο των γυναικών αυτών, έχοντας ως συνέπεια την απομόνωση και το στιγματισμό τους. Απέναντι σε αυτό το πραγματικό και νομικό πλαίσιο, η απόφαση του ΕΔΔΑ επί της υποθέσεως A, B και C παρείχε τη δυνατότητα στο ΕΔΔΑ να τοποθετηθεί στα ουσιαστικά ζητήματα που θέτει η διατήρηση του αυστηρού νομοθετικού πλαισίου για τις αμβλώσεις στην Ιρλανδία, όσον αφορά το σύστημα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ωστόσο, στην απόφασή του και παρά την ενθαρρυντική σε προγενέστερες περιπτώσεις νομολογία του υπέρ της αναγνώρισης του δικαιώματος στην άμβλωση το ΕΔΔΑ απέφυγε να τοποθετηθεί υπέρ μιας συνολικής προστασίας του δικαιώματος στην άμβλωση στο πλαίσιο της προστασίας του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή κατά το άρθρο 8 ΕΣΔΑ. Από την άποψη αυτή η υπόθεση A, B, C αντιπροσωπεύει σήμερα για το δικαστήριο του Στρασβούργου μια χαμένη ευκαιρία για μια ευρωπαϊκή απόφαση για τις αμβλώσεις αντίστοιχη σε εμβέλεια με την αμερικανική Roe versus Wade. Σε αυτό τον άξονα εξετάζεται το συνταγματικό, νομοθετικό και νομολογιακό πλαίσιο των αμβλώσεων στην Ιρλανδική έννομη τάξη, καθώς και η νομολογία του ΕΔΔΑ σε ζητήματα αμβλώσεων. Τα επιχειρήματα της απόφασης αναλύονται και σε σύγκριση με τη σχετική περί αμβλώσεων αμερικανική νομολογία.

Υπάρχει δικαίωμα στο θάνατο;

Ιωάννης Μανωλεδάκης

Ο Ιωάννης Μανωλεδάκης ξεκινά την πραγμάτευση από τον ορισμό της έννοιας του δικαιώματος, το οποίο αποτελεί μία εξουσία την οποία απονέμει η έννομη τάξη σε ένα πρόσωπο προς εξυπηρέτηση κάποιου βιοτικού ή έννομου συμφέροντός του. Μετά από εξέταση του οπλοστασίου του ποινικού δικαίου ο συγγραφέας καταλήγει ότι de lege lata δεν συνάγεται δικαίωμα στο θάνατο, εφόσον η παροχή βοήθειας σε αυτοκτονία τιμωρείται. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει και βάσει του Συντάγματος. Το κύριο επιχείρημά του όμως είναι ότι καμιά έννομη τάξη δεν δύναται να αναγνωρίσει ένα δικαίωμα στο θάνατο, καθώς ο θάνατος, δηλαδή η ανυπαρξία του υποκειμένου, και κατά συνέπεια η ανυπαρξία της έννομης τάξης εν τω συνόλω, ούτε αποτελούν ούτε θα μπορούσαν ποτέ να αποτελέσουν «συμφέρον» άξιο προστασίας από την ίδια την έννομη τάξη αφού αυτό θα σήμαινε την αυτοκατάργησή της. Μέσω του ερωτήματος αν υπάρχει δικαίωμα στο θάνατο ο Ιωάννης Μανωλεδάκης αναδεικνύει παράλληλα την αυτονομία της νομικής επιστήμης, έναντι άλλων κοινωνικών επιστημών και καταγράφει τα όριά της.

Περί του «δικαιώματος» στο θάνατο

Γιώργος Ν. Καραβοκύρης

Είναι προφανές ότι η σύλληψη ενός τέτοιου υποκειμενικού δικαιώματος είναι ασύμβατη με το θεμέλιο της έννομης τάξης, τη διαφύλαξη δηλαδή της ανθρώπινης ζωής, αφού υπονοεί την ανά πάσα στιγμή αυτοκατάργησή της8. Ήδη, λοιπόν, ο συγκεκριμένος όρος αποδεικνύεται ατυχής αφού το γενικό του κανονιστικό περιεχόμενο υπονομεύει βάναυσα την ίδια την έννοια του νομικού κανόνα. Είναι από την άλλη σαφές ότι μια φιλελεύθερη έννομη τάξη δεν μπορεί να καταστήσει τη ζωή νομική υποχρέωση, διότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο επεμβαίνει ανεπίτρεπτα στην κατεξοχήν μύχια επιλογή του ατόμου και καταργεί τον πυρήνα της προσωπικής του αυτονομίας. Στο κείμενο επιχειρείται η θεμελίωση ενός υποκειμενικού δικαιώματος στην ευθανασία (ενεργητική και παθητική) σε μια συγκεκριμένη πρόσληψη της προσωπικής αυτονομίας, απαλλαγμένη από μεταφυσικές προκείμενες, η οποία στηρίζεται στη μοντέρνα πλασματική διάκριση ανάμεσα στο ατομικό και το κοινωνικό και την αυτεξούσια επιλογή του ατόμου να αποτελεί υποκείμενο δικαίου, να επιλέγει δηλαδή τη συμμετοχή του και την αποχώρησή του από την κοινωνία με τον άλλον, καθώς και στην αρχή της ισότητας των υποκειμένων. Η νομική κατοχύρωση της ευθανασίας προϋποθέτει την ένταξή της στον απρόσβλητο από το δίκαιο χώρο της σχέσης που το υποκείμενο διατηρεί με τον εαυτό του, εκεί που δεν νοείται καμία βλάβη στον άλλο.Αντίθετα, η αρχή της αξίας του ανθρώπου απαγορεύει λογικά την αυτοκαταστροφή του υποκειμένου. Έτσι, το επίκαιρο και δημοφιλές αίτημα του «αξιοπρεπούς» θανάτου αποτελεί είτε μια «contradictio in terminis» είτε μια ανώφελη έως και επικίνδυνη κατασκευή.