Η παράλειψη του δικαστικού αντιπροσώπου να μονογράψει ψηφοδέλτιο και σταυρό προτίμησης αναπληρώνεται, κατά κανόνα, από την καταχώρησή τους στον οικείο πίνακα διαλογής ή στα λοιπά εκλογικά έγγραφα. Έτσι, η μονογραφή αποτελεί κριτήριο διακρίβωσης της γνησιότητας της εκφρασμένης λαϊκής θέλησης. Αναγορεύεται, κατ’ εξαίρεση, σε ουσιώδη τύπο της διαδικασίας διαλογής αποκλειστικά στις γενικές βουλευτικές εκλογές, όταν οι σταυροί προτίμησης δεν μονογράφονται ή δεν αναγράφεται στο ψηφοδέλτιο ο συνολικός αριθμός τους. Εν προκειμένω, δεν προσμετρώνται στη δύναμη του υποψηφίου, ακόμη και εάν έχουν καταχωρηθεί στον πίνακα διαλογής ή στα λοιπά εκλογικά έγγραφα. (Προδημοσίευση από το περιοδικό Το Σύνταγμα 2016)
————–