Η Γ’ Ελληνική Δημοκρατία καθιερώθηκε με ευρύτατες πολιτικές συναινέσεις. H δημοκρατία που συγκροτήθηκε το 1974 ήταν αφενός πιο ουσιαστική από τη μετεμφυλιακή, αλλά χαρακτηρίστηκε τη συντεταγμένη παράδοση της εξουσίας από τη δικτατορία στους αστούς πολιτικούς με εμφανή συντηρητικά χαρακτηριστικά, όπως της περιορισμένης αποχουντοποίησης, ειδικά στο στράτευμα και στα σώματα ασφαλείας[2]. Το Σύνταγμα του 1975 και οι αναθεωρήσεις του συντέλεσαν στη σταθεροποίηση του κοινωνικού συστήματος και στην παγίωση των χαρακτηριστικών της αστικής δημοκρατίας. Παρά τις αναθεωρήσεις, που υπέστη, το Σύνταγμα του 1975 παραμένει μέχρι σήμερα σε ισχύ συνιστώντας τη βάση των συνταγματικών και πολιτικών θεσμών της σύγχρονης Ελλάδας[3].
Κρίθηκε ως ο καρπός ενός αντιφατικού κοινωνικού και πολιτικού συνασπισμού δυνάμεων της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου, κατά την οποία η κοινοβουλευτική πλειοψηφία της Ν.Δ. συμβίωσε πολιτικά με την αριστερόστροφη ριζοσπαστικοποίηση. Οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις απομακρύνθηκαν από τη μετεμφυλιακή πολιτική κληρονομιά, προκειμένου να μην αμφισβητηθούν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής από μια επαναστατική διαδικασία αντίστοιχης της Πορτογαλίας, ενώ τα κοινοβουλευτικά κόμματα της «αριστεράς» αμφισβήτησαν, ιδιαίτερα, τα χαρακτηριστικά της μετεμφυλιακής δομής της εξουσίας (πχ τον αντικομουνισμό κλπ.), χωρίς, ουδέποτε, να εστιάσουν το βάρος της κριτικής τους στην αστική εξουσία και τον κοινοβουλευτισμό[4].
Το Σύνταγμα του 1975 αποτέλεσε ιστορικά, λοιπόν, το προϊόν συμβιβασμού και του αντιφατικού κοινωνικού και πολιτικού συσχετισμού δυνάμεων της μεταπολιτευτικής περιόδου, το οποίο χρωμάτισαν οι κυριαρχούμενες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, αλλά το τελικό αποτύπωμα χαράχτηκε από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία της ΝΔ, όπου κυριάρχησε η ηγεμονική παρουσία του Κων/νου Καραμανλή σε ένα άκρως «ριζοσπαστικοποιημένο και αριστερόστροφο περιβάλλον», που αντιλήφθηκε έγκαιρα ότι «όλα έπρεπε να αλλάξουν για να παραμείνουν όπως ήταν», καθώς η ρήξη με το παρελθόν του «εμφυλιοπολεμικού συνταγματισμού» του παρελθόντος κρίθηκε αναγκαία, για να εξασφαλιστεί η συνέχεια της ελληνικής κοινωνίας[5]. Ενδεικτική αυτού του πολιτικού κλίματος η δήλωση του Κων/νου Καραμανλή, πως «έκανα το Σύνταγμά μου ύστερα από μια δικτατορία, που ήταν φυσικό ο ελληνικός λαός να ζητεί περισσότερες ελευθερίες»[6].
Οι βασικές θέσεις του, όπως τις εμπνεύσθηκε και υλοποίησε ο Κων/νος Καραμανλής, δικαιώθηκαν ως προς το πολιτικό και κοινωνικό σύστημα, που διαμόρφωσαν, αλλά και ως προς τους θεσμούς, που εισήγαγαν. Πάνω σε αυτές τις βάσεις οικοδομήθηκαν και οι επόμενες αναθεωρήσεις. Για το Σύνταγμα του 1975, χαρακτηριστικά αναφέρθηκε, πως δεν είναι μόνον η «ιστορική του καταξίωση αλλά και η θεσμική του καταξίωση», μολονότι εκφράστηκαν έντονες αντιρρήσεις κατά την συζήτηση του με ένα μεγάλο μέρος του Κοινοβουλίου να αποχωρεί από τη ψήφιση του[7]. Η μακρόχρονη, άλλωστε, παραμονή του Κων/νου Καραμανλή κατά την περίοδο της αυτοεξορίας του στο Παρίσι προ του 1974 του έδωσε τη δυνατότητα να μελετήσει από κοντά το Σύνταγμα της Γαλλικής Δημοκρατίας σε συνδυασμό με την γνώση της ιδιαιτερότητας της ελληνικής πραγματικότητας, που είχε αποκτήσει λόγω της μακράς κοινοβουλευτικής και υπουργικής εμπειρίας του, λειτούργησαν θεσμικά και πολιτικά ως «εγγύηση» αναφορικά με τη θέσπιση του νέου Συντάγματος[8].
Το Συνταγματικό αυτό κείμενο αποτύπωσε το θεσμικό και πολιτικό «πνεύμα» του Κων/νου Καραμανλή, ιδιαίτερα, μέσα από τις διατάξεις του ως προς τον ουσιαστικό και όχι «διακοσμητικό» ρόλο του Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά και ως προς τις ρυθμίσεις του για τα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα, που κατοχύρωσαν ένα «στιβαρό» Κοινωνικό Κράτος Δικαίου σύμφωνα, άλλωστε, με τη επιταγή της επιγραμματικής διάταξης του άρθρου 25 παρ. 1 του Συντάγματος[9]. Φιλοδοξία του ιδρυτή της ΝΔ αποτέλεσε η υιοθέτηση ενός Συντάγματος με σκοπό την κατοχύρωση των ατομικών και πολιτικών ελευθεριών, που θα έδινε τη δυνατότητα στην εκτελεστική εξουσία να προωθήσει χωρίς προσκόμματα την αναπτυξιακή πορεία της χώρας σε συνάρτηση, βέβαια, με την εκπλήρωση του οράματος του για την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα[10]. Βάση της πολιτικής του φιλοσοφίας αποτέλεσε η συγκρότηση ενός σύγχρονου καλά οργανωμένου κράτους με ισχυρούς θεσμούς και άριστες δημοκρατικές λειτουργίες με τελικό ζητούμενο την αλλαγή της πολιτικής νοοτροπίας των Ελλήνων[11].
Έχει, ωστόσο, υποστηριχθεί, πως ορισμένες διατάξεις του Συντάγματος του 1975 έχουν τις ρίζες τους στη «βαθεία τομή», όπως της αρμοδιότητας του Προέδρου της Δημοκρατίας να εκδίδει, κατόπιν πρότασης του Υπουργικού Συμβουλίου πράξεις νομοθετικού περιεχομένου σε περιπτώσεις επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης (άρθρο 44), της καθιέρωσης πιο αυστηρών διαδικαστικών προϋποθέσεων για την έκφραση δυσπιστίας προς την κυβέρνηση σε σύγκριση με τις αντίστοιχες για τη λήψη ψήφου εμπιστοσύνης (άρθρο 84) και της δυνατότητας μεταβίβασης συνταγματικών αρμοδιοτήτων σε όργανα διεθνών οργανισμών, ώστε να εξυπηρετηθεί σπουδαίο εθνικό συμφέρον (άρθρο 28)[12]. Παρείχε, επίσης, στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας υπερεξουσίες με τις οποίες μπορούσε να στραφεί ενάντια στην κυβέρνηση και στην πλειοψηφία της Βουλής. Οι δυνατότητες αυτές του Προέδρου υποστηρίχθηκε, ότι κρέμονταν ως «δαμόκλειος σπάθη» για την περίπτωση που ανέρχονταν μια ριζοσπαστική πλειοψηφία στη Βουλή και στην κυβέρνηση, ενώ συναφής θεωρήθηκε η διάταξη του άρθρου 48, όπου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορούσε να επιβάλλει την κατάσταση πολιορκίας και την άρση των συνταγματικών ελευθεριών για λόγους “σοβαράς διαταραχής ή εκδήλου απειλής κατά της δημοσίας τάξεως και ασφαλείας του κράτους εξ εσωτερικών κινδύνων”[13]. Το Σύνταγμα, ωστόσο, του 1975 δεν παύει να διακατεχόταν από συντηρητικά χαρακτηριστικά, τα οποία επικρίθηκαν από την τότε αντιπολίτευση και ειδικότερα από την Ένωση Κέντρου μέχρι το ΠΑΣΟΚ και την Ενωμένη Αριστερά[14].
Εν ολίγοις, το Σύνταγμα του 1975 αποκατέστησε το κράτος δικαίου στη χώρα και συνιστά έως σήμερα τον μακροβιότερο νόμο της Μεταπολίτευσης. Μέσα από τη διαδικασία των αναθεωρήσεων του Συντάγματος πρόβαλε η ανάγκη σύγκλισης των κομμάτων, στα μεγάλα και σημαντικά ζητήματα του τόπου ιδίως στις δύσκολες εποχές που βίωσε η χώρα[15]. Τα αναθεωρητικά εγχειρήματα της Μεταπολίτευσης αντιμετώπισαν σοβαρές προκλήσεις που επέβαλλαν αλλαγές. Για αυτόν τον λόγο η ανάγκη σύγκλισης για τη Νέα Δημοκρατία πρόβαλε κατά τη διάρκεια των αναθεωρήσεων επιτακτική ως προς τα μεγάλα ζητήματα ανεξάρτητα από κομματικές διαφορές, προκειμένου να προφυλάξει τη χώρα από διάφορες άσχημες συγκυρίες[16].
Όσον αφορά τις αναθεωρήσεις, που υπέστη το Σύνταγμα του 1975 η αναθεώρηση του 1986 επιβλήθηκε σύμφωνα με τη ΝΔ μονομερώς από την κυβερνητική τότε πολιτική δύναμη του ΠΑΣΟΚ περιέχοντας διατάξεις που αφορούσαν κυρίως την μείωση των προεδρικών αρμοδιοτήτων. Οι «υπερεξουσίες» του ΠτΔ ερμηνεύτηκαν αντιφατικά σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ των δύο πόλων της εκτελεστικής εξουσίας με συνέπεια την όχι τυχαία κατάργηση τους στην συνταγματική αναθεώρηση του 1986, καθώς το κοινωνικό και πολιτικό σύστημα ήταν πια σταθερό[17]. Η αναθεώρηση αυτή χαρακτηρίστηκε «πρόχειρη» και «προσχηματική»[18], με συνέπεια να γίνεται λόγος για «ατελή εκδημοκρατισμό της αναθεώρησης του 1986»[19]. Για τη ΝΔ η αναθεώρηση του 1986 επιβλήθηκε μονομερώς από την κυβέρνηση τότε του ΠΑΣΟΚ με σκοπό την επιχειρούμενη μείωση των αρμοδιοτήτων του Προέδρου της Δημοκρατίας και εντέλει τη συγκρότηση πόλου κυβερνητικής εξουσίας χωρίς ουσιαστικά αντίβαρα[20]. Η στέρηση ουσιαστικών αρμοδιοτήτων από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας οδήγησε στη σύσταση κατ’ ουσία αμιγώς «πρωθυπουργοκεντρικού» συστήματος, στο πλαίσιο της Προεδρευόμενης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας[21]. Στην αναθεώρηση, πάλι, του 2019 η δυνατότητα εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας ακόμη και με σχετική πλειοψηφία αποδυνάμωσε τον πρόεδρο της Δημοκρατίας από το θεσμικό του ρόλο ως ρυθμιστή του Πολιτεύματος καθιστώντας τον «έρμαιο» σε οποιοσδήποτε τυχόν πολιτικές ή και καθαρά κομματικές σκοπιμότητες μιας οιασδήποτε περιστασιακής πλειοψηφίας στην Βουλή[22].
Αν και η Αναθεώρηση, εντέλει, του 2001 επιτεύχθηκε μέσα σε κλίμα συναίνεσης λαμβάνοντας καθολικό χαρακτήρα με την πλειονότητα των άρθρων του Συντάγματος να αναθεωρείται, δεν προσέγγισε κατά τη ΝΔ τα δομικά ζητήματα θεσμών. Ως εκ τούτου δεν άφησε παρακαταθήκη κάποια ουσιαστική και θεσμική μεταρρύθμιση[23]. Η εν λόγω συνταγματική αναθεώρηση κινήθηκε στην κατεύθυνση του λεγόμενου «τρίτου δρόμου» με την εισαγωγή του θεσμού των ανεξάρτητων αρχών νεοφιλελεύθερης προέλευσης, που οδήγησαν στην α-πολιτικοποίηση της πολιτικής, αλλά και την υιοθέτηση κοινωνικών δικαιωμάτων νεοφιλελεύθερου χρώματος με σοσιαλδημοκρατικά στοιχεία[24]. Στη θεωρία έχει διατυπωθεί η άποψη, πως με αυτήν την αναθεώρηση, αλλά και όλες τις εν γένει μεταγενέστερες αναθεωρήσεις του Συντάγματος, επιδιώχθηκε η περαιτέρω κανονιστική θωράκιση των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ενόψει των εξελίξεων, που προκάλεσε η διαρκώς μεταβαλλόμενη τεχνολογία σε καθεστώς αναμφισβήτητης «επικυριαρχίας» του «οικονομικού» επί του «θεσμικού»[25].
Το αξιοσημείωτο, ωστόσο, γεγονός στην Αναθεωρητική Διαδικασία του 2001 ήταν η προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης στα άρθρα 28 και 80 του Συντάγματος με τη συναίνεση και των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ), που οδήγησε ακόμη περισσότερο στη συρρίκνωση της δημοκρατίας και στον δομικό περιορισμό της, διότι το 80% περίπου των νόμων που ψηφίστηκε εφεξής στη Βουλή συνιστούσε υλοποίηση κατευθύνσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης[26]. Να διευκρινιστεί, πως η αναθεώρηση του 2001 είναι η μόνη στην οποία υπήρξε συναίνεση ανάμεσα στα δύο κόμματα του δικομματισμού, δηλ. τη Ν.Δ. του Κώστα Καραμανλή και το ΠΑΣΟΚ του Κ. Σημίτη, εφόσον 268 βουλευτές ψήφισαν το παρόν τότε Σύνταγμα με κοινό πολιτικό στόχο την «να ετοιμάσουν» την είσοδο της χώρας στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση[27].
Για τη ΝΔ, άλλωστε, η Ευρώπη συνιστούσε τον φυσικό χώρο της Ελλάδας με συνέπεια να ψηφίσει και να αναγνωρίσει και τις δύο ερμηνευτικές δηλώσεις των συνταγματικών διατάξεων, δηλ. του άρθρου 28 και 80[28]. Ειδικότερα, η προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης στο άρθρο 80 κατοχύρωσε συνταγματικά την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ΟΝΕ. Συναφής η προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης στο άρθρο 28 με την οποία προβλέφθηκε, ότι «το άρθρο 28 αποτελεί θεμέλιο για τη συμμετοχή της χώρας στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης», που κατοχύρωσε συνταγματικά την υπεροχή του κοινοτικού δικαίου έναντι ακόμη και του Συντάγματος. Να διευκρινισθεί, πως η ΝΔ συμφώνησε με τον όρο «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» ως διατύπωση στο άρθρο 28 Σ, που είχε προτείνει ο Εισηγητής της πλειοψηφίας του κυβερνώντος τότε κόμματος του ΠΑΣΟΚ[29]. Με τον τρόπο αυτό κατέστη πλέον εφικτή, όπως υποστηρίχθηκε, η έμμεση αναθεώρηση του Συντάγματος μέσω των νομοθετημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν, μάλιστα, τα άλλα κράτη-μέλη της Ένωσης αντίθετα με τη χώρα μας διαφύλαξαν την εθνική τους κυριαρχία και αποδέχτηκαν τις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση μόνο υπό τις προϋποθέσεις των συνταγματικών τους διαδικασιών[30].
Περαιτέρω, η αναθεώρηση του 2008 λόγω της έλλειψης διαβουλευτικού πνεύματος στα βασικά αναθεωρητικά κεφάλαια δεν πραγματοποιήθηκε[31]. Οι αναθεωρήσεις του 2001 και του 2008 παρά τις επιμέρους διαφορές ταυτίστηκαν ως προς το εύρος των κανονιστικών παρεμβάσεων τους στο γεγονός πως δεν αλλοίωσαν τα βασικά χαρακτηριστικά του Συντάγματος του 1975 επιβεβαιώνοντας έμπρακτα τη διαχρονική νομική αξία των επιλογών του συντακτικού νομοθέτη και του ισχύοντος καταστατικού χάρτη της χώρας[32].
Σε κάθε περίπτωση το Σύνταγμα του 1975, όσο και οι πολιτικοί θεσμοί, που αυτό θεμελίωσε, δεν ενεργοποίησαν τον λαό στα πλαίσια διαχείρισης και ελέγχου της πολιτικής εξουσίας λόγω μη αξιοποίησης των άμεσων δημοκρατικών θεσμών, που αυτό πρόβλεπε. Οι αναθεωρήσεις δε που ακολούθησαν δεν ασχολήθηκαν καθόλου με αυτό το ζήτημα, εκτός της αναθεώρησης του 2019 και της πρόβλεψης σε αυτήν της λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας δια της αναθεώρησης άρθρου 73 του Συντάγματος[33]. Προς τούτο έγινε λόγος για έλλειψη θεσμικών αντίβαρων και ουσιαστικής συμμετοχής των πολιτών στην πολιτική ζωή της χώρας[34]. Είναι, βέβαια, αποδεκτό, πως η αντιπροσωπευτική δημοκρατία συμπλέκεται με την λειτουργία εξισορροπητικών «θεσμικών αντιβάρων»[35] απέναντι στην κάθε μορφή αυθαιρεσίας της κρατικής εξουσίας και των υπολοίπων μελών του κοινωνικού συνόλου. Η εν λόγω θέση της ΝΔ στην Αναθεωρητική διαδικασία του 2019 σε συνδυασμό με άλλες πρωτοβουλίες της, που στόχευσαν στην ενδυνάμωση και ισχυροποίηση του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος αξιολογούνται, αναμφίβολα, ως θέσεις, με τις οποίες εκδηλώνεται ιδεολογικά ο νεοφιλελεύθερος προσανατολισμός της σε αυτή τη φάση της κομματικής της λειτουργίας.
Στο ίδιο πλαίσιο οι θέσεις της ΝΔ, όπως αποτυπώθηκαν στην αναθεώρηση του 2008 και 2019 για την κατάργηση του μονοπωλίου της δημόσιας εκπαίδευσης με την προώθηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης ήλθαν σε αντίθεση με την πεμπτουσία της θεωρίας του κοινωνικού φιλελευθερισμού σύμφωνα με την οποία τη δημόσια παιδεία οφείλει ένα σύγχρονο κοινωνικό κράτος μαζί με την σύνταξη και την υγεία να παρέχει ως κοινωνική προστασία στους πολίτες του, καθώς να εξασφαλίζει την ελευθερία της εργασίας[36].
Σε γενικές γραμμές οι αναθεωρήσεις του Συντάγματος καθόλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης, είτε υποτάχθηκαν σε ένα κλίμα αμήχανης πολιτικής αντιπαράθεσης, είτε περιορίστηκαν σε ήσσονος σημασίας ζητήματα, χωρίς να παράγουν για τη ΝΔ ιδιαίτερα ωφέλιμα αποτελέσματα. Η ΝΔ σταδιακά από την Αναθεώρηση του 2001 και έπειτα άρχιζε εκ των πραγμάτων να υιοθετεί τη νέα μορφή συνταγματικών τάξεων των δυτικών δημοκρατιών, που ενίσχυσαν το φιλελεύθερο στοιχείο σε βάρος του δημοκρατικού με επακόλουθο την αμφισβήτηση της πολιτικής συμμετοχής των πολλών σε αντίθεση με την παραδοσιακή προστασία της οικονομίας και της ιδιοκτησίας, που επιδίωκαν στο παρελθόν οι συντηρητικές φιλελεύθερες δυνάμεις. Η θέσπιση, συνεπώς, συνταγματικών διατάξεων, που ευνοούν την επικυριαρχία της εκτελεστικής εξουσίας έναντι της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, η μεταβίβαση ουσιωδών αποφασιστικών αρμοδιοτήτων από πολιτικά όργανα σε τεχνοκράτες ή σε μη εκλεγμένες δημοκρατικά αρχές (π.χ Ανεξάρτητες αρχές, Συνταγματικό Δικαστήριο, Τράπεζες), αλλά και ο υπό προϋποθέσεις έλεγχος της πληροφόρησης ή της ελεύθερης έκφρασης, προφανώς, χαρακτηρίζονται ως νεοφιλελεύθερα αναγνώσματα[37], που ευνοούν αν μη τι άλλο την εξάπλωση των μηχανισμών των αγορών σε κάθε τομέα ανθρώπινης δραστηριότητας[38].
Για τη ΝΔ στα πλαίσια της νεοφιλελεύθερης ιδεολογικής της μετεξέλιξης η χώρα στην διαδικασία της πρόσφατης και τελευταίας αναθεώρησης του 2019 χρειαζόταν μια γενναία αναθεωρητική τροποποίηση, υπέρ των επόμενων γενεών με σκοπό τη δημιουργία ενός σύγχρονου μοντέλου αποτελεσματικής δημοκρατίας για απελευθέρωση των δημιουργικών δυνάμεων της χώρας[39]. Ωστόσο, ούτε η Αναθεώρηση του 2008, ούτε η Αναθεώρηση του 2019 έθιξαν τις θεμελιώδεις επιλογές του 2001. Για την ακρίβεια το Σύνταγμά βασίστηκε στο αρχικό κείμενο του 1975 και εν συνεχεία την Αναθεώρηση του 2001[40], ενώ οι μεταγενέστερες μάλιστα προσθήκες ή τροποποιήσεις δεν έθιξαν τον κορμό αυτόν.
Το αναθεωρητικό της εγχείρημα το 2019 προσανατολίστηκε προς την ανάδειξη του κράτους στην υπηρεσία των πολιτών και στη λήψη ουσιαστικών κινήτρων για την προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων στρατηγικού χαρακτήρα αποδεικνύοντας το νεοφιλελεύθερο ιδεολογικό της πλέον προσανατολισμό. Ο ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός, που αποτέλεσε την κυρίαρχη ιδεολογία στην πολιτική της αφετηρία διαφάνηκε κυρίως μέσα από τις ρεαλιστικές προτάσεις της για τη διασφάλιση συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης όλων των πολιτών μέσα από τις διατάξεις για την καθιέρωση ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και της εμπέδωσης αισθήματος εμπιστοσύνης στους θεσμούς[41]. Αντίθετα, ο νεοφιλελεύθερος πολιτικός ιδεολογικός προσανατολισμός, που υιοθέτησε ως πολιτική του στρατηγική το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, κυρίως, μετά το 2019 αποτυπώθηκε, αν μη τι άλλο, στην τελευταία συνταγματική αναθεώρηση με τον εισηγητή της Κ. Τασούλα να προβάλει ως μείζον πρόβλημα της χώρας την αδυναμία ορισμένων θεσμών να διευκολύνουν την οικονομική πρόοδο της με την άμεση κανονιστική νομοθέτηση και την ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης[42].
Γενικότερα, οι θέσεις της ΝΔ[43], όπως καταγράφηκαν στην τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, την ενδυνάμωση της εκτελεστικής λειτουργίας, την ενίσχυση και προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων σε συνδυασμό με τις θέσεις της περί ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων ήδη από την αναθεώρηση του 2008 εξέφρασαν αναντίρρητα τη νεοφιλελεύθερη πολιτική και οικονομική κατεύθυνση της αναδεικνύοντας την εμφανή ιδεολογική μετεξέλιξη της σε σχέση με την έως τότε κυρίαρχη σε αυτήν ιδεολογία του ριζοσπαστικού/κοινωνικού φιλελευθερισμού. Πρόκειται ευρέως για απόψεις που υποστηρίζουν αγορές απελευθερωμένες από οποιαδήποτε κυβερνητική παρέμβαση, ενίσχυσης του ελεύθερου ανταγωνισμού και της ελεύθερης επιχειρηματικότητας με έμφαση στην ανάπτυξη της οικονομίας, στο ελεύθερο εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών, στην ελεύθερη κυκλοφορία του κεφαλαίου, στην ελευθερία των επενδύσεων και εν γένει σε δημόσιες πολιτικές, που ευνοούν τους κανόνες της αγοράς, τη δραστική μείωση των δημόσιων δαπανών και την μείωση της νομοθεσίας[44], καθώς ο νεοφιλελευθερισμός συνιστά κατά κύριο λόγο μια θεωρία οικονομικής πολιτικής και όχι τόσο πολιτικής ιδεολογίας[45].
Στην πράξη, ωστόσο, το Σύνταγμα του 1975 αποδείχτηκε, πως δεν κατόρθωσε να αντιμετωπίσει χρόνιες παθογένειες του ελληνικού κράτους όπως τη διαφθορά, τη συναλλαγή, το πελατειακό κράτος και την «ασυνέχεια» της δημόσιας διοίκησης[46]. Αυτό οφείλεται στο γεγονός, πως το ίδιο κατέστη θύμα της κρίσης, διότι οι επιταγές των μνημονίων καθιέρωσαν ένα πραγματικό «παρασύνταγμα», του οποίου η εφαρμογή έθετε συχνά σε δοκιμασία θεμελιώδεις ρυθμίσεις του οικονομικού συντάγματος[47]. Η νεοφιλελεύθερη επιδρομή στα συνταγματικά δικαιώματα που συντελέστηκε μετά την είσοδο της χώρας στα μνημόνια δεν φάνηκε να ανακόπτεται από τα πολιτικά κυβερνητικά κόμματα όπως εν προκειμένω της ΝΔ.
Συνακόλουθα, η αναθεώρηση πλέον του Συντάγματος έγινε ολοένα και πιο δύσκολη, αν και η ανάγκη προσαρμογής του στις νέες συνθήκες παραμένει περισσότερο από ποτέ ζωντανή. Όσο το πολιτικό σύστημα της χώρας με το κόμμα της ΝΔ αναμφίβολα σε κυρίαρχο πολιτικό ρόλο ως κόμμα εξουσίας, δεν είναι σε θέση να αλλάξει το Σύνταγμα μέσα από την τυπική διαδικασία αναθεώρησης του, τόσο αυξάνει η εξουσία αυτών, που είναι σε θέση να αλλάζουν το Σύνταγμα με το να το ερμηνεύουν, χωρίς να αλλάζουν καν το κείμενό του. Για του λόγου το αληθές τα δικαστήρια όλο και συχνότερα κατέφευγαν σε «δημιουργικές» και «ευφάνταστες» ερμηνείες συνταγματικών διατάξεων με ολέθριο επακόλουθο την διαφαινόμενη ήττα του πολιτικού συστήματος[48]. Υπό την επίκληση του δημοσίου συμφέροντος κατέστη πλέον δυνατόν να καμφθεί η προστασία όλων των συνταγματικών δικαιωμάτων με αποτέλεσμα να επικυρώνονται νομοθετήματα, που περιορίζουν ακόμη και τις κλασικές, ατομικές ελευθερίες, προκειμένου να υπηρετηθεί το δόγμα «salus patriae suprema lex esto»[49].
Χάρη, μάλιστα, στη διαδικαστική ευελιξία του ισχύοντος Συντάγματος και την προνοητικότητα του συνταγματικού νομοθέτη του 1975 και ειδικότερα των διατάξεων των άρθρων 28 παρ. 2 και 3 του Συντάγματος που καθιέρωσαν την άτυπη τροποποίηση του περιεχομένου του Συντάγματος με τη διαδικασία της κύρωσης των διεθνών συνθηκών[50] είναι δυνατόν να τροποποιείται ή να μεταβάλλεται το πρωτογενές περιεχόμενο των διατάξεων του Συντάγματος. Οι συνταγματικές διατάξεις των άρθρων 28 παρ. 2 και 3 μαζί με την σχετική ερμηνευτική δήλωση της αναθεώρησης του 2001, που ουδέποτε τροποποιήθηκαν στις επικείμενες αναθεωρήσεις, ούτε καν προτάθηκε η αναθεώρηση τους από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, επέτρεψαν να ψηφίζονται σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα εκτενέστατα και πολύ σοβαρά νομοθετήματα, όπως οι πολυσέλιδοι και ογκώδεις εκτελεστικοί νόμοι των μνημονίων[51] με τις γνωστές επιπτώσεις στην ελληνική κοινωνία[52].
Σε κάθε περίπτωση επί της πράξης το δημοκρατικό πολίτευμα με το κοινοβουλευτικό σύστημα διακυβέρνησης και τους συνταγματικούς θεσμούς λειτούργησαν στην εποχή της κρίσης ομαλά χωρίς ποτέ να τεθούν θέματα αμφισβήτησης της συνταγματικής νομιμότητας και χωρίς ποτέ να τεθεί θέμα αναστολής ισχύος των ατομικών και συλλογικών ελευθεριών και θέσης της χώρας σε ισχύ καθεστώτος έκτακτης ανάγκης του άρθρου 48 του Συντάγματος[53]. Αντίθετα, η σκοπιμότητα των μέτρων επέβαλε την λήψη των μέτρων των μνημονίων υπό τους όρους της ισχύουσας νομιμότητας[54]. Την ανθεκτικότητα του Συντάγματος και τη μη αντίσταση του στην κρίση που επέφεραν τα μνημόνια αποδέχτηκαν τόσο τα κρατικά όργανα, όσο και τα πολιτικά κόμματα με προεξέχοντα τα κόμματα εξουσίας, όπως της ΝΔ, υιοθετώντας τη λογική του ορθού λόγου και του κοινού δημοσίου συμφέροντος[55].
Σε σύνοψη όλων των ανωτέρω αποδείχτηκε ιστορικά, πως μεταβλήθηκε η συνταγματική πραγματικότητα στη χώρα μας χωρίς να αναθεωρηθεί το Σύνταγμα. Ενσωματώθηκαν στην εθνική συνταγματική τάξη λόγω δημόσιου οικονομικού συμφέροντος νομοθετήματα «μνημονιακά», τα οποία, ωστόσο, κρίθηκαν ως συνταγματικά κατά τον δικαστικό έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων και ειδικότερα όσον αφορά την αξιολογική εκ μέρους των δικαστών στάθμιση ανάμεσα στους σκοπούς του δημοσίου συμφέροντος και της προσβολής ή βλάβης ενός δικαιώματος ή μιας ελευθερίας[56]. Οι δημοσιονομικές πολιτικές της ΕΕ, τις οποίες έμπρακτα επιδοκίμασε η ΝΔ ως κόμμα εξουσίας, αντιμετωπίστηκαν από την συνταγματική νομολογία ως εθνικές δημόσιες πολιτικές, όπως εξίσου και οι ευρωπαϊκοί στόχοι της δημοσιονομικής πειθαρχίας και σταθερότητας[57].
Γενικότερα, καθώς δεν υπήρχε η χρονική δυνατότητα για συνταγματική αναθεώρηση και η κρίση αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος δεν επέτρεπε υπερβάσεις, το βασικό χαρακτηριστικό της περιόδου της κρίσης των μνημονίων υπήρξε η παραβίαση του Συντάγματος ή η θέσπιση αμφιλεγόμενης συνταγματικότητας διατάξεων. Σε κάθε περίπτωση λόγω της έλλειψης πολιτικής συναίνεσης για την επίτευξη των αναθεωρητικών εγχειρημάτων στη Μεταπολίτευση, αλλά και των χρονικών περιορισμών για συνταγματική αναθεώρηση η μεταβολή της ιδεολογικής και πολιτικής φυσιογνωμίας της ΝΔ προς τη νεοφιλελεύθερη στροφή της δεν εξακριβώθηκε τόσο μέσα από τις Αναθεωρητικές διαδικασίες του Συντάγματος, όσο από την καταστρατήγηση του Συντάγματος ή της αμφιλεγόμενης συνταγματικότητας επιλογών διάφορων «μνημονιακών» νόμων, που ψήφισε ή εφάρμοσε ως κόμμα εξουσίας[58].
Κοντολογίς, η αλλαγή της φυσιογνωμίας της ΝΔ, η κατεύθυνση της προς τον νεοφιλελευθερισμό σήμερα και ως εκ τούτου η ιδεολογική της μετεξέλιξη σε σχέση με τον ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό, που τη στιγμάτισε ιδεολογικά στην πολιτική της αφετηρία, καταγράφηκε όχι τόσο μέσα από τις θέσεις της στις συνταγματικές αναθεωρήσεις της Μεταπολίτευσης, όσο κυρίως μέσα από την θέσπιση και εφαρμογή μνημονιακών νομοθετημάτων με συνέπεια την παραβίαση του Συντάγματος. Όχι άδικα υποστηρίχθηκε, πως «το παράδειγμα της Ελλάδος μάς δείχνει ότι ο εθνικός συνταγματισμός δεν συγκρούεται με τον εν τη γενέσει ευρωπαϊκό συνταγματισμό, ούτε με τις άλλες υπερεθνικές νομιμότητες, Συνδιαλέγεται, συναλλάσσεται και τελικά πλέκεται μαζί τους»[59], ενώ κάτω από αυτές τις περιστάσεις κρίνεται σκόπιμη η υπενθύμιση των όσων είχε αναφέρει ο Α. Μάνεσης λίγο πριν συλληφθεί από τη Δικτατορία στους νέους: «Μην επιτρέψετε να σας εξανδραποδίσουν. Διατηρείστε, μέσα στους ζοφερούς και άρρωστους καιρούς, άγρυπνη και ανυπόταχτη τη σκέψη σας»[60].
Το παρόν άρθρο αποδίδει τις βασικές σκέψεις του βιβλίου μου με τίτλο «Η ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία της Νέας Δημοκρατίας, όπως καταγράφηκε στις Αναθεωρήσεις του Συντάγματος στη Μεταπολίτευση», (2025), Αθήνα: Εναλλακτικές Εκδόσεις.
[2] Βλ. Κατσώνη Δ., Μεταπολιτευτική δημοκρατία και Σύνταγμα, περ. Τετράδια, τευχ. 88-89 (2024-2025), σελ. 147-156, στο οποίο υποστηρίζεται, πως «…Τα χαρακτηριστικά αυτά βρήκαν την αντανάκλασή τους στο Σύνταγμα του 1975. Το ίδιο το γεγονός ότι το Σύνταγμα υπήρξε προϊόν μιας ψευδο-αναθεωρητικής διαδικασίας φανέρωνε ότι οι κυρίαρχες δυνάμεις φοβούνταν τις ριζοσπαστικές εξελίξεις και προσπάθησαν να τις τιθασεύσουν…», Κριτσίκη Α. (2025) Η ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία της ΝΔ, όπως καταγράφηκε στις αναθεωρήσεις του Συντάγματος στη Μεταπολίτευση στη Μεταπολίτευση, Αθήνα: Εναλλακτικές εκδόσεις, σελ. 197 επ.
[3] Βλ. Καλτσώνη Δ. (2017), Συνταγματική ιστορία της Ελλάδας, 1821-2001, Αθήνα: ΚΨΜ, σελ. 255.
[4] Βλ. Κουρουνδή Χ. (2018), Συνταγματικές τομές και ταξική πάλη, στην «Εφημερίδα των Συντακτών», στο: https://www.efsyn.gr/arheio/fantasma-tis-istorias/154157_syntagmatikes-tomes-kai-taxiki-pali / προσπέλαση 17.9.20245.
[5] Βλ. Κουρουνδή Χ. (2018), ο.π. σελ. 233.
[6] Βλ. Μασσίπ Ρ. (1982), Καραμανλής. Ο Έλληνας που ξεχώρισε, Αθήνα, Ι. Σιδέρη, σελ. 124.
[7]Βλ. την ομιλία του Παυλόπουλου Π. στη συζήτηση στην ολομέλεια της Βουλής στις 20/5/1998, Περίοδος Θ, Σύνοδος Β, Συνεδρίαση ΡΛΕ, Πρακτικά των συνεδριάσεων της ειδικής κοινοβουλευτικής Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος και της Ολομέλειας της Βουλής επί των προτάσεων Αναθεώρησης διατάξεων του Συντάγματος, Αθήνα 1998, σελ. 878 επ., ομοίως Παυλόπουλο Π. (2010), Η αναθεώρηση του Συντάγματος, Αθήνα: Α.Α. Λιβάνης, ο.π. σελ. 43.
[8] Βλ. Παυλόπουλο Π. (2024), Οι συνταγματικές «παρακαταθήκες» του Κωνσταντίνου Καραμανλή: Από την «βαθεία τομή» (1961-1963) στο Σύνταγμα του 1975, στην εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», διαθέσιμο στο: https://www.prokopiospavlopoulos.gr/ πρόσβαση 17.9.2025.
[9] Βλ. Παυλόπουλο Π. (2024), ο.π.
[10] Βλ. Ριζά Σ. (2015), Κωνσταντίνος Καραμανλής, στην εφημερίδα «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», σελ. 89.
[11] Βλ. Λαμπρία Τ. (1989), Στη σκιά ενός μεγάλου, β έκδοση, Αθήνα, Μορφωτική Εστία, σελ. 183, στο οποίο γίνεται αναφορά σε δηλώσεις του Καραμανλή Κων/νου: «…Η πολιτική μου φιλοσοφία, εξηγεί (ενν. Καραμανλής Κων/νος) ήταν αρκετά απλή. Για να προκόψουμε ως Έθνος πρέπει να κάνουμε κράτος. Κράτος σύγχρονο καλά οργανωμένο, με θεσμούς ισχυρούς και άψογες δημοκρατικές λειτουργίες…», επίσης αναφέρεται, πως το παράπονο του Καραμανλή Κων/νου όπως ο ίδιος δήλωσε ήταν, ότι: «Δεν κατόρθωσα, μολονότι πολύ προσπάθησα, να αλλάξω την πολιτική νοοτροπία των Ελλήνων», καθόσον φιλοδοξία του όπως μνημονεύεται σε άλλο σημείο του έργου (σελ. 140), ήταν η αλλαγή της πολιτικής νοοτροπίας των Ελλήνων, που αποτέλεσε και έναν από τις αιτίες για τον ίδιο εισαγωγής του στην πολιτική ζωή της χώρας.
[12] Βλ. Κεσσόπουλο Α., Για το βιβλίο: Χαράλαμπος Κουρουνδής, Το Σύνταγμα και η Αριστερά, βιβλιοκρισία, στο: Σύγχρονα θέματα, (2019) τχ. 143-144, https://www.synchronathemata.gr/gia-to-vivlio-charalampos-koyroyndis-t/ προσπέλαση 18.9.2024.
[13] Βλ. Καλτσώνη Δ., Μεταπολιτευτική δημοκρατία και Σύνταγμα, περ. Τετράδια, τευχ. 88-89 (2024-2025), σελ. 147-156.
[14] Βλ. Καλτσώνη Δ., Μια “σιδερόφραχτη δημοκρατία” για την ολιγαρχία: η συμβολή της ΝΔ, άρθρο δημοσιευμένο στην Εφημερίδα των Συντακτών στο ένθετο «1974-2024, Η ακτινογραφία της 50χρονης ΝΔ», 2024 επίσης στο: https://kaltsonis.blogspot.com/2024/03/blog-post.html /προσπέλαση 11.6.2024.
[15] Βλ. Παυλόπουλο Π. (2010), Η Αναθεώρηση του Συντάγματος, Αθήνα, Α. Α. Λιβάνη, σελ. 20 με ρητή αναφορά στο ότι ο Παυλόπουλος Π. υπήρξε εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας στην πρώτη φάση της αναθεώρησης του 2001, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος στην β φάση της και εκπρόσωπος της Κυβέρνησης ως υπουργού εσωτερικών στην αναθεώρηση του 2008.
[16] Βλ. Παυλόπουλο Π. (2010), Η Αναθεώρηση του Συντάγματος, Αθήνα: Α.Α Λιβάνη, σελ. 20.
[17] Βλ. Κουρουνδή Χ., Συνταγματικές τομές και ταξική πάλη, στην Εφημερίδα των Συντακτών, 17/6/2018, στο: https://www.efsyn.gr/arheio/fantasma-tis-istorias/154157_syntagmatikes-tomes-kai-taxiki-pali/ προσπέλαση 18.9.2024.
[18] Βλ. την ομιλία του Παυλόπουλου Π. στη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής, 20/5/1998, Περίοδος Θ, Σύνοδος Β, Συνεδρίαση ΡΛΕ, Πρακτικά των συνεδριάσεων της ειδικής κοινοβουλευτικής Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος και της Ολομέλειας της Βουλής επί των προτάσεων Αναθεώρησης διατάξεων του Συντάγματος, Αθήνα 1998, σελ. 878 επ., Παυλόπουλο Π. (2010), Η Αναθεώρηση του Συντάγματος, Αθήνα, Α. Α. Λιβάνη, σελ. 43.
[19] Βλ. Καλτσώνη Δ., Μια “σιδερόφραχτη δημοκρατία” για την ολιγαρχία: η συμβολή της ΝΔ, Εφημερίδα των Συντακτών στο ένθετο «1974-2024, Η ακτινογραφία της 50χρονης ΝΔ» 2024, επίσης στο: https://kaltsonis.blogspot.com/2024/03/blog-post.html /προσπέλαση 11.6.2024.
[20] Βλ. Αιτιολογική έκθεση επί της πρότασης της ΝΔ στην Αναθεώρηση του 2019 στο: https://nd.gr/sites/ndmain/files/u48/pds/protasi_nd_syntagma.pdf/ προσπέλαση 20.8.2024, στην οποία επισημαίνεται πως: «…Η αναθεώρηση του 1986 επιβλήθηκε μονομερώς από την κρατούσα πολιτική δύναμη με παραγωγικά αίτια συγκυριακής πολιτικής φύσεως και κεντρικό πυρήνα διατάξεων που αφορούσε την απομείωση των προεδρικών αρμοδιοτήτων, που όμως αποδείχθηκε ότι δημιούργησε κυβερνητικό πόλο συγκεντρωμένης πολιτικής εξουσίας χωρίς ουσιαστικά αντίβαρα».
[21] Βλ. Παυλόπουλο Π. (21/7//2024), Οι συνταγματικές «παρακαταθήκες» του Κωνσταντίνου Καραμανλή: Από την «βαθεία τομή» (1961-1963) στο Σύνταγμα του 1975, στην εφημερίδα “Καθημερινή” της Κυριακής, ομοίως στο: https://www.prokopiospavlopoulos.gr/ προσπέλαση 11.8.2024.
[22] Βλ. Παυλόπουλο Π. (2024), ο.π.
[23] Βλ. Αιτιολογική έκθεση της ΝΔ προς τη Βουλή των Ελλήνων στην αναθεώρηση του 2019, https://nd.gr/sites/ndmain/files/u48/pds/protasi_nd_syntagma.pdf /προσπέλαση 13.7.2025.
[24] Βλ. εκτενέστερα για τον τρίτο δρόμο και ανανέωση της σοσιαλδημοκρατίας Giddens A. (2010), Ο τρίτος δρόμος – Η ανανέωση της σοσιαλδημοκρατίας, Αθήνα, Πόλις, ιδίως το Πρώτο κεφάλαιο «Από τον σοσιαλισμό και μετά», επίσης Κοντιάδη Ξ. (2017), Η Σοσιαλδημοκρατία σήμερα, Αθήνα, Πόλις, σελ. 74 επ., 106 επ.
[25] Βλ. Παυλόπουλο Π., 2024, ο.π.
[26] Βλ. Καλτσώνη Δ., Μια “σιδερόφραχτη δημοκρατία” για την ολιγαρχία: η συμβολή της ΝΔ, στην «Εφημερίδα των Συντακτών», στο ένθετο «1974-2024, Η ακτινογραφία της 50χρονης ΝΔ», επίσης στο: https://kaltsonis.blogspot.com/2024/03/blog-post.html /προσπέλαση 11.6.2024.
[27] Βλ. Πουλακίδα Κ., Ιστορίες Αναθεώρησης, στην εφημερίδα «Η Αυγή», 4/11/2018, στο: https://www.avgi.gr/politiki/290964_istories-anatheorisis/ προσπέλαση 27.8.2024, στο οποίο επισημαίνεται πως «Ενδεικτικό του κλίματος ήταν πως η αναθεωρητική διαδικασία ανακοινώθηκε παράλληλα με την αναστολή της δίωξης κατά του Κων/νου Μητσοτάκη και υπουργών της κυβέρνησής του, που σηματοδοτούσε ότι κλείνει ο κύκλος της οξύτητας ανάμεσα σε Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ που υπήρχε από τη δεκαετία του 1980.»
[28] Βλ. την ομιλία Παυλόπουλου Π., στη Συζήτηση στην Επιτροπή Αναθεώρησης, Περίοδος Ι, Σύνοδος Α, Πρακτικά των συνεδριάσεων και έκθεση της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος, Αθήνα, 2000, σελ. 259 επ., Παυλόπουλο Π. (2010), ο.π. σελ. 172.
[29] Βλ. την ομιλία Παυλόπουλου Π., στη Συζήτηση στην Επιτροπή Αναθεώρησης, Περίοδος Ι, Σύνοδος Α, Πρακτικά των συνεδριάσεων και έκθεση της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος, Αθήνα, 2000, σελ. 259 επ., Παυλόπουλο Π. (2010), ο.π. σελ. 172.
[30] Βλ. Καλτσώνη Δ. (2017), Συνταγματική Ιστορία της Ελλάδας, 1821-2001, Αθήνα, Εκδόσεις ΚΨΜ, σελ. 274-275.
[31] Βλ. Αιτιολογική Έκθεση Επί της πρότασης του Προέδρου και των βουλευτών της Κ.Ο. της Νέας Δημοκρατίας για την αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγματος σύμφωνα με τα άρθρα 110 του Συντάγματος και 119 του Κανονισμού της Βουλής, 2019, στο: https://www.hellenicparliament.gr/UserFiles/2f026f42-950c-4efc-b950-340c4fb76a24/g-anasy-eis.pdf /προσπέλαση 22/9/2023
[32] Βλ. Παυλόπουλο Π. (2010), ο.π. σελ. 20.
[33] Βλ. Αυδίκο Γ. (2020), Παθογένειες του Συντάγματος και αναθεώρηση, Αθήνα, Στοχαστής, σελ. 125.
[34] Βλ. Αυδίκο Γ. (2020), ο.π. σελ. 191.
[35] Βλ. Παυλόπουλο Π. (2021), Το μετέωρο βήμα της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, Αθήνα, Gutenberg, σελ. 39.
[36] Βλ. Αρβανιτόπουλο Κ. (2012), ο.π. σελ. 177.
[37] Βλ. Τάκη Α., Ο φιλελευθερισμός και η δημοκρατία σε σταυροδρόμι, στο: Ελληνική Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, (2022) αρ. 47, σελ. 5-31, https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/hpsa / προσπέλαση 3.8.2024.
[38] Βλ. Springer S.-Birch K.-MacLeavy J. (2016),The Handbook of Neoliberalism, Part 2, Political Implications, London, Routledge, σελ. 105-107, 142-153.
[39]Βλ. Αιτιολογική Έκθεση της ΝΔ στην αναθεώρηση του 2019, στο: https://nd.gr/sites/ndmain/files/u48/pds/protasi_nd_syntagma.pdf προσπέλαση 20.8.2024.
[40] Βλ. Βενιζέλο Ε., Η αναθεώρηση του 2001 είκοσι χρόνια και δυο αναθεωρήσεις (2008 και 2019) μετά – Μια εισαγωγή στη συζήτηση, στο: ΕφημΔΔ – 6/2021, σελ. 708.
[41] Βλ. την αναθεωρητική πρόταση της ΝΔ (Νοέμβριος 2018), στο: Σωτηρέλη Γ-Ξηρό Θ. (2020), Η τέταρτη Αναθεώρηση του Συντάγματος του 1975 (2014-2019), Αθήνα: Παπαζήση, σελ. 122-124.
[42] Βλ. την Εισήγηση του Γενικού Εισηγητή της Νέας Δημοκρατίας Τασούλα Κ., στο: Ε Κ Θ Ε Σ Η ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, 2019, σελ. 48-49, ως ακολούθως: «…Επανέρχομαι στην ανάγκη ενίσχυσης της οικονομικής δραστηριότητας και υποστήριξης της οικονομικής δραστηριότητας, που είναι η μόνη λύση για να μπορέσουν τα κοινωνικά άρθρα να είναι απροσμάχητα και να μπορούν να υλοποιούνται… Για να μη μετατρέψουμε το Σύνταγμα σε μια φωνή συνταγματικώς βοώντων εν τη ερήμω, πρέπει να υποστηρίξουμε και το άρθρο 16, που μιλάει για ίδρυση και ιδιωτικών πανεπιστημίων. Για να καταπολεμηθεί η φτώχεια, χρειάζεται να δημιουργηθεί ευμάρεια. Και η ευμάρεια μπορεί να έχει μια μορφή ανισότητας, για να θυμηθούμε τον Τσώρτσιλ ότι «καλύτερος είναι ο καπιταλισμός που μοιράζει άνισα την ευμάρεια από τον σοσιαλισμό που μοιράζει ίσα τη μιζέρια», αλλά η ευμάρεια είναι το κλειδί για να μπορέσουμε να υποστηρίξουμε κοινωνικές δράσεις. Αν νομίζουμε ότι το Σύνταγμα είναι αυτό το οποίο θα δώσει κοινωνική προστασία από μόνο του, με το να πέφτει η στάθμη της οικονομικής δυνατότητος των όσων κάποτε είχαν, των οποίων παρακολουθούμε χαιρέκακα να μειώνεται η στάθμη της οικονομικής τους δυνατότητας, πρέπει να ξέρετε ότι όλο αυτό έχει πολύ σύντομο χρονικό περιθώριο. Δεν αρκεί το να μεταφέρουμε πόρους μειώνοντας τη στάθμη κάποιων που ακόμη έχουν, για να δημιουργούμε κοινωνικές παροχές σε κάποιους που δεν έχουν, και να αρνούμεθα, συγχρόνως, να βρίσκουμε δουλειές σε αυτούς που δεν έχουν. Η καλύτερη λύση, είναι να διαχέουμε την ευμάρεια, να μη μας φοβίζει η επιτυχία, ο πλούτος, να μη μας φοβίζει η υποβοήθηση της οικονομικής δραστηριότητος. Διότι δεν υπάρχει κανονιστική πυκνότητα. Υπάρχει μόνο οικονομική πρόοδος…», στο: https://www.hellenicparliament.gr/UserFiles/f3c70a23-7696-49db-9148-f24dce6a27c8/%CE%88%CE%BA%CE%B8%CE%B5%CF%83%CE%B71_1.pdf / προσπέλαση 20.8.2024.
[43] Βλ. Κριτσίκη Α. (2025), Η ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία της Νέας Δημοκρατίας όπως καταγράφηκε στις αναθεωρήσεις του Συντάγματος στη Μεταπολίτευση, Αθήνα: Εναλλακτικές εκδόσεις, σελ. 178.
[44] Βλ. Montgomerie J., The Logic of Neo-liberalism and the Political Economy of Consumer Debt-Led Growth στο: Lee S. and McBride S. (eds.) (2007), Neo-Liberalism, State Power and Global Governance, 2007, σελ. 157–172, Smith J. (2009), Building New Deal Liberalism: The Political Economy of Public Works, 1933–1956, Cambridge University Press, σελ. 258-266.
[45] Βλ. εκτενέστερα Harvey D. (2007), A Brief History of Neoliberalism, Oxford University Press, New York, σελ. 64-87.
[46] Βλ. Αυδίκο Γ. (2020), ο.π. σελ. 191.
[47] Βλ. την Εισήγηση του Γενικού Εισηγητή του ΣΥΡΙΖΑ, κ. Κατρούγκαλου Γ., Αναπληρωτή Υπουργού Εξωτερικών, Ε Κ Θ Ε Σ Η ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, 2019, στο: https://www.hellenicparliament.gr/UserFiles/f3c70a23-7696-49db-9148-f24dce6a27c8/%CE%88%CE%BA%CE%B8%CE%B5%CF%83%CE%B71_1.pdf /προσπέλαση 22/9/2023
[48] Βλ. Καιδατζή Α., Πέντε παρατηρήσεις για τη συνταγματική αναθεώρηση, στο: https://www.constitutionalism.gr/5-paratiriseis-gia-tin-sintagmatiki-anatheorisi/ προσπέλαση 15.9.2023, ομοίως στο: https://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/220845_pente-paratiriseis-gia-ti-syntagmatiki-anatheorisi / προσπέλαση 20.8.2024
[49] Βλ. Καμτσίδου Ι., Οικονομική κρίση, Σύνταγμα και δημοκρατία, στο: https://www.constitutionalism.gr/kamtsidou-oikonomiki-krisi-syntagma-dimokratia/ προσπέλαση 29.7.2024.
[50] Βλ. Μανιτάκη Α. (2004), Ελληνικό Συνταγματικό Δίκαιο, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Σάκκουλας, 2004 σελ. 377 επ.
[51] Βλ. Μανιτάκη Α. (2020), Το λυκόφως της Μεταπολίτευσης πριν, κατά και μετά το Μνημόνιο, Αθήνα, Επίκεντρο, σελ. 486.
[52] Βλ. εκτενέστερα ως προς τις επιπτώσεις τη μελέτη του Δρόσου Γ., Η κρίση της οικονομίας και η κρίση του δικαστή, στο: ΕφημΔΔ. 2/2015. σελ. 15., επίσης βλ. Manitakis Α., The impressive resilience of the Greek Constitution in the current financial crisis in Europe, στο: Papadoulou L./Pernice I./Weiler J. (eds.) (2017), Legitimacy Issues of the European Union in the face of Crisis, Dimitris Tsatsos in Memoriam, Nomos, σελ. 217-221.
[53] Βλ. σχετικά τις μελέτες στον συγκριτικό τόμο Contiades X. (2013), The Global Financial Crisis and the Constitution, Contiades Χ. (ed.), Constitutions in the Global Financial Crisis. A Comparative Analysis, Ashgate, σελ. 1-5, στο: http://papers.ssrn.com/sol3/papers.cfm?abstract_id=2298601/ προσπέλαση 26.8.2024, και ειδικά τη συνθετική μελέτη των Κοντιάδη Ξ.- Φωτιάδου Α. (2022), ό.π., σελ. 100 επ., ομοίως Βλ Καραβοκύρη Γ. (2014), Το Σύνταγμα και κρίση, Από το δίκαιο της ανάγκης στην αναγκαιότητα του δικαίου, Αθήνα, Κριτική, σελ. 3-4, στο οποίο υποστηρίζεται πως «το δίκαιο της κρίσης» και τα νομοθετικά μέτρα που λαμβάνονται χαρακτηρίζονται ως «αποτρόπαιες εκφάνσεις μιας συγκαλυμμένης δικτατορίας , μιας επιμελώς κρυμμένης κάτω από το δημοκρατικό μανδύα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας χούντας», Χρυσόγονο Κ., Η χαμένη τιμή της Ελληνικής Δημοκρατίας. μηχανισμός στήριξης της ελληνικής οικονομίας από την οπτική της εθνικής κυριαρχίας και της δημοκρατικής αρχής, στο: Νομικό Βήμα, 2010, τ. 58, σελ. 86 επ., Μαντζούφα Π. (2014), Οικονομική κρίση και Σύνταγμα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Σάκκουλας, όπου συμπεριλαμβάνεται παρουσίαση της σχετικής νομολογίας και των εκτελεστικών των Μνημονίων νόμων μέχρι το 2014, σελ. 13-189.
[54] Βλ. την ερμηνευτική προσέγγιση του Βλαχόπουλου Σ. (2014), Η δυναμική ερμηνεία του Συντάγματος και με τον εύγλωττο υπότιτλο, Η προσαρμογή του συνταγματικού κειμένου στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, Αθήνα, Ευρασία, με σχετική αναφορά στη νομολογία της κρίσης, σελ. 101-131.
[55] Βλ. και Καραβοκύρη Γ. (2014), Το Σύνταγμα και η κρίση, Από το δίκαιο της ανάγκης στην αναγκαιότητα του δικαίου, Αθήνα, Κριτική, ιδίως σελ. 11-47, καθώς και τη βιβλιοκριτική Μανιτάκη Α. για το ίδιο, στο: Το Σύνταγμα, 2/2016, σελ. 608-617. Ομοίως, Karavokyris G. (2017) Role of Judges and Legislators in the Greek Financial Crisis: A Mater of Competence, στο: Legitimacy issues of the European Union. Lessons from the financial crisis. Dimitris Tsatsos in memoriam, Papadopoulou L. , Pernice I., Weiler J., Nomos/Hart, σελ.149-169. Επίσης βλ. σχετικά και Τασόπουλου Γ., Από την οικονομική κρίση στην κρίση του Κοινοβουλευτισμού. Η ατελής κοινωνική ολοκλήρωση και η αχρείαστη συνταγματική αναθεώρηση, στο: Κοινωνική και πολιτική εκπροσώπηση. Προκλήσεις και προοπτικές στη Δημοκρατία τον 21ο αιώνα. Πρακτικά συνεδρίου. Αθήνα 15-17 Δεκεμβρίου 2016, Αγγελίδης Μ., Σπουρδαλάκης Μ., (επιμ.) (2018), Αθήνα, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, σελ. 151- 180.
[56] Βλ. Μανιτάκη Α., H εντυπωσιακή, παρά την κρίση, ανθεκτικότητα του Συντάγματος χάρη στην άδηλη μεταβολή του κανονιστικού νοήματός του, σελ. 11, στο: https://www.constitutionalism.gr/2020-05-01-manitakis-anthektikotita/ προσπέλαση 20.9.2023.
[57] Βλ. ιδίως Βλαχογιάννη Α., Το Σύνταγμα στη νέα Ευρωπαϊκή Οικονομική Διακυβέρνηση. Τάσεις και αλλοιώσεις του εθνικού συνταγματικού, Σάκκουλας, 2018, σ. 99.
[58] Βλ. Καλτσώνη Δ., Μεταπολιτευτική δημοκρατία και Σύνταγμα, περ. Τετράδια, τευχ. 88-89 (2024-2025), σελ. 147-156.
[59] Βλ. Μανιτάκη Α., H εντυπωσιακή, παρά την κρίση, ανθεκτικότητα του Συντάγματος χάρη στην άδηλη μεταβολή του κανονιστικού νοήματός του, ο.π. σελ. 11 επ.
[60] Βλ. Καλτσώνη Δ. (2024), ο.π.