Ζήτω το Μνημόνιο. Μία δυνατότητα είχαμε: να σταματήσουμε τα δανεικά

Σταύρος Τσακυράκης, Αναπληρωτής καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Λέξεις-Κλειδιά:

Ζήτω το Μνημόνιο. Μία δυνατότητα είχαμε: να σταματήσουμε τα δανεικά

Ζήτω το Μνημόνιο.

Μία δυνατότητα είχαμε: να σταματήσουμε τα δανεικά
του Σταύρου Τσακυράκη*
Ήταν ή όχι μονόδρομος το Μνημόνιο; Το ερώτημα αυτό εξαρτάται από το κατά πόσον είχαμε ανάγκη από δανεικά ή όχι. Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα είχαμε ανάγκη. Όχι για να εξυπηρετήσουμε τα παλιά µας δάνεια, αλλά για να πληρώσουμε μισθούς, συντάξεις, υγεία, παιδεία κ.λπ. Με δεδομένο ότι οι αγορές δεν µας δάνειζαν, έπρεπε να αναζητήσουμε νέες μορφές δανεισμού µε νέους όρους αποπληρωμής. Το Μνημόνιο µάς εξασφάλισε ένα τεράστιο δάνειο 110 δισ. ευρώ για τα επόμενα τρία χρόνια και φαίνεται να ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσαμε να ελπίζουμε και να πετύχουμε. Υπήρχαν άλλες λύσεις; Μερικοί υποστηρίζουν ότι μπορούσαμε να εκβιάσουμε την Ευρωπαϊκή Ένωση, να δανειστούμε από την Κίνα ή δεν ξέρω από ποιον άλλον.
Δεν πρόκειται για σοβαρούς ισχυρισμούς αλλά για κουβέντες του αέρα, ο πεινασμένος καρβέλια ονειρεύεται. Τα προβλήματά µας άλλωστε δεν θα λύνονταν µε κάποιον πρόσκαιρο εύκολο δανεισμό. Μονόδρομος, λοιπόν, το Μνημόνιο; Όχι αναγκαστικά. Μπορεί να αποφασίζαμε ότι δεν θέλουμε να δανειστούμε άλλο και να ακολουθήσουμε τον δρόμο του Χότζα ή του Κιµ Ιλ Σουνγκ. Να σταματήσουμε κάθε πληρωμή δανείων, να κλείσουμε τα σύνορα στη διακίνηση αγαθών και κεφαλαίων και να κτίσουμε µια απομονωμένη οικονομία που θα παρήγαγε αυτά που χρειαζόμαστε. Ο δρόμος αυτός µε βεβαιότητα θα έφερνε αμέσως την εξαθλίωση σε όλους, πλην της νομεκλατούρας που θα κυβερνούσε, µε μισθούς και συντάξεις αντίστοιχες µε αυτές της Μολδαβίας. Αλλά οι οπαδοί του, ως γνωστόν, επενδύουν στο μέλλον. Υπόσχονται (αν όχι σε µας τους ίδιους, στις επόμενες γενιές) τον παράδεισο στο τέλος του µακρινού δρόμου. Αν θέλαμε ως κοινωνία, μπορούσαμε να προχωρήσουμε σε µια παρόμοια επιλογή και υπ’ αυτήν την έννοια το Μνημόνιο δεν ήταν μονόδρομος.
Οι περισσότεροι πολέμιοι του Μνημονίου, µε πρώτο τον κ. Α. Σαμαρά, είναι αλήθεια ότι δεν γοητεύονται από την προοπτική της Αλβανίας του Χότζα. Λένε εντάξει σε κάποιο μνημόνιο, αλλά όχι στο συγκεκριμένο. Τι είδους μέτρα θέλουν και ποια διαπραγματευτική δυνατότητα έχουν, είναι μέγα μυστήριο. Το ΔΝΤ έχει µια τεχνογνωσία για τα κράτη που βρίσκονται στα πρόθυρα πτώχευσης. Μερικοί αμφισβητούν την επιτυχία του. Λένε ότι η Αργεντινή καταστράφηκε. Πώς θα ήταν η Αργεντινή χωρίς το ΔΝΤ, δεν το γνωρίζουν βεβαίως. Υποθέτουν ότι θα ήταν καλύτερα.
Στην πραγματικότητα, όταν κάποιο κράτος φτάνει στα πρόθυρα της κατάρρευσης, το ζήτημα δεν είναι αν θα πονέσει για να ανακάμψει αλλά το πόσο πολύ θα πονέσει και αν θα κατορθώσει να ανακάμψει.

Το ΔΝΤ δεν μπορεί να εξαλείψει τον πόνο παρά µόνο να τον απαλύνει δανείζοντας µε χαμηλό επιτόκιο και επιβάλλοντας μεταρρυθμίσεις που µόνοι µας από καιρό έπρεπε να είχαμε κάνει. Η συνταγή του φυσικό είναι να µην αρέσει σε όλους. Όχι γιατί είναι αντίθετη σε κάποια ιδεολογία αλλά διότι σε κανέναν δεν αρέσει η πτώση του βιοτικού του επιπέδου. Τα βασικά της στοιχεία, όμως, δεν αμφισβητούνται. Η μείωση των ελλειμμάτων απαιτεί περικοπές δημόσιων δαπανών συμπεριλαμβανομένης της μείωσης μισθών και συντάξεων καθώς και αύξηση της φορολογίας, οι δε μεταρρυθμίσεις απαιτούν τόνωση της παραγωγικότητας και του ανταγωνισμού.

Πριν καλά καλά εφαρμοσθούν κάποια μέτρα, άρχισε η μεμψιμοιρία. Ο κάθε Έλληνας, µε πρώτους τους τηλεοπτικούς δημοσιογράφους, έγινε ειδικός στην αντιμετώπιση των οικονομικών κρίσεων. Να µην κοπούν μισθοί και συντάξεις, να πάρουν λεφτά από τους κλέφτες και τους πλούσιους, να µην επιβληθούν νέοι φόροι και άλλα πολλά. Στην κατάσταση που είμαστε δεν υπάρχει ένα μέτρο που θα µας σώσει και έτσι θα αποφύγουμε τα άλλα. Και τους μισθούς πρέπει να κόψουμε, και από τους πλούσιους πρέπει να τα πάρουμε, και νέους φόρους πρέπει να επιβάλλουμε, και πάλι δεν φτάνει.
Και η ανάπτυξη; Έχουμε μέλλον χωρίς οικονομική ανάπτυξη; Άλλο μεγάλο παραμύθι. Λες και αρκεί κάποιος να σφυρίξει και θα αρχίσει να σφύζει η οικονομία. Θα ρίξει π.χ. χρήμα (δανεικό βεβαίως) στην κατανάλωση και θα πάρουν μπροστά οι αυτοκινητοβιομηχανίες µας. Ας µην ξεγελιόμαστε. Ανάπτυξη δεν θα υπάρξει αν δεν κατορθώσουμε να νοικοκυρευτούμε, και αυτό δεν πρόκειται να γίνει από τη µια μέρα στην άλλη χωρίς µόχθο και σκληρή εργασία.
*Αναπληρωτής καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ‘Τα Νέα’, 21 Σεπτεμβρίου 2010