Χαράλαμπος Κουρουνδής, Το Σύνταγμα και η Αριστερά. Από τη “βαθιά τομή” του 1963 στο Σύνταγμα του 1975, Νήσος 2018

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

Δεν υπάρχει Σύνταγμα άμοιρο της οικονομικής και πολιτικής συνθήκης που το γεννάει. Η αναπόφευκτη αυτή πραγματικότητα ζωγραφίζεται ανάγλυφα στις σελίδες του βιβλίου, στις οποίες παρελαύνουν όλες οι κρίσιμες στιγμές που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη ιστορία και φόρεσαν τον μανδύα νομικών διατάξεων. Από την όξυνση των κοινωνικών και πολιτικών συγκρούσεων στην οποία προσπάθησε να απαντήσει η «βαθεία τομή» του Κ. Καραμανλή μέχρι την κορύφωση του «διακεκομμένου ελληνικού Μάη» στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης που καθόρισε ότι το Σύνταγμα του 1975 δεν θα αποτελούσε ευθεία συνέχεια της μετεμφυλιακής «καχεκτικής δημοκρατίας», κάθε λέξη του Συντάγματος πέρασε διά πυρός και σιδήρου. Η Αριστερά έπαιξε τον ρόλο του Ιανού σε αυτή την ιστορία· ένα ρόλο διεκδίκησης και κατακτήσεων, αλλά και νομιμοποίησης της κατεστημένης εξουσίας.

 

 

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

Το Σύνταγμα στο μάτι του κυκλώνα: Από τη «σύντομη» δεκαετία του ’60 στη μεταπολίτευση

Πρώτο κεφάλαιο. Η ασταθής ισορροπία των θεσμών μετά τον εμφύλιο πόλεμο

  1. Το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο της περιόδου

α. Η αναπτυξιακή έκρηξη της ελληνικής οικονομίας και η ένταση των ταξικών αγώνων

β. Η όξυνση της πολιτικής αντιπαράθεσης: Από τις εκλογές του 1958 στον Ανένδοτο Αγώνα

γ. Η μετεμφυλιακή ταυτότητα της Αριστεράς

  1. Η διαμόρφωση του μετεμφυλιακού θεσμικού πλαισίου

α. Η κυοφόρηση του Συντάγματος του 1952

β. Μια εναλλακτική που δεν συζητήθηκε: Η συνταγματική πρόταση του ΣΚ-ΕΛΔ

γ. Το Σύνταγμα του 1952 και το παρασύνταγμα

δ. Η κριτική της ΕΔΑ κατά την ψήφιση του Συντάγματος και του παρασυντάγματος

  1. Η εφαρμογή του μετεμφυλιακού θεσμικού πλαισίου

α. Το Σύνταγμα και το παρασύνταγμα στην πράξη

β. Μια ιδιαίτερη περίπτωση: το αναθεωρητικό διάβημα του Γ. Παπανδρέου το 1955 και η στήριξη της ΕΔΑ στις «εξουσίες του Στέμματος»

γ. Η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος στο περιοδικό «Εικόνες»

δ. Η Αριστερά σημαιοφόρος του «1-1-4»

 

Δεύτερο κεφάλαιο. Η πρόταση συνταγματικής αναθεώρησης του 1963

  1. Η διαμόρφωση της «βαθείας τομής»                

α. Η προϊστορία της πρότασης: 1943 ή 1960;

β. Η εξαγγελία της αναθεωρητικής πρότασης

γ. Η αρνητική στάση της ΕΔΑ

  1. Η διαδρομή της «βαθείας τομής»

α. Η ανακοίνωση της πρότασης και η αιτιολογική της έκθεση

β. Η πολεμική της Αριστεράς

γ. Η προώθηση της πρότασης και μια απροσδόκητη (;) στήριξη: οι μελλοντικοί δολοφόνοι του Γρηγόρη Λαμπράκη χαιρετίζουν τη «βαθεία τομή»

δ. Η κλιμάκωση των αντιδράσεων της ΕΔΑ και η πρόταση του Ηλία Μπρεδήμα για τη σύγκληση Συντακτικής Συνέλευσης

  1. Η λειτουργία της Επιτροπής Αναθεωρήσεως και το άδοξο τέλος της πρότασης

α. Η κοινοβουλευτική αντιπαράθεση για τη συγκρότηση της Επιτροπής

β. Το έργο της Επιτροπής

γ. Η πτώση της κυβέρνησης και η προσπάθεια «νεκρανάστασης» της πρότασης

  1. Ο προσανατολισμός της πρότασης

α. Τα διεθνή πρότυπα της «βαθείας τομής»

β. Η στάση της Αριστεράς απέναντι στο δυτικοευρωπαϊκό συνταγματισμό

γ. Η αυταρχική ratio της «βαθείας τομής»: η ισχυροποίηση της κυβέρνησης απέναντι στον «εσωτερικό εχθρό» στο όνομα της ανάπτυξης

δ. Η Αριστερά σε ρόλο φρουρού του Συντάγματος

 

Τρίτο κεφάλαιο. O «διακεκομμένος ελληνικός Μάης» και η διαμόρφωση του Συντάγματος του 1975

  1. Οι αλλαγές στο κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο

α. Η διακοπή του αναπτυξιακού άλματος και οι μεταβολές στη διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας

β. Ιουλιανά, Πολυτεχνείο, Μεταπολίτευση: Ο «διακεκομμένος ελληνικός Μάης»

γ. Το νέο τοπίο στο χώρο της Αριστεράς

  1. Οι αφετηρίες της Ε΄ Αναθεωρητικής Βουλής

α. Το συντακτικό έργο της μεταβατικής περιόδου

β. Η κατάθεση του κυβερνητικού σχεδίου Συντάγματος

γ. Οι πρώτες αλλαγές στο κυβερνητικό σχέδιο

δ. Οι αντιδράσεις της Αριστεράς απέναντι στο κυβερνητικό σχέδιο

ε. Τα εναλλακτικά σχέδια της Αριστεράς

  1. Η πορεία προς το νέο Σύνταγμα

α. Οι συζητήσεις στην Ε΄ Αναθεωρητική Βουλή: Από το συναινετικό κλίμα στην αποχώρηση της αντιπολίτευσης και την ψήφιση του νέου Συντάγματος

β. Η αντιπαράθεση για την επιρροή του δικτατορικού συνταγματισμού στις κυβερνητικές προτάσεις

γ. Η παρέμβαση της επιστήμης

δ. Η Αριστερά στη «μάχη του Συντάγματος»

  1. Ο προσανατολισμός του Συντάγματος του 1975

α. Η επιρροή των ξένων Συνταγμάτων

β. Τα διεθνή πρότυπα και αντιπρότυπα της Αριστεράς

γ. Ο ηγεμονευόμενος συμβιβασμός του Συντάγματος του 1975: Από τη «συνέχεια» του κυβερνητικού σχεδίου στη μερική «τομή» του τελικού κειμένου

δ. Η συμβολή της Αριστεράς στη διαμόρφωση και τη νομιμοποίηση του νέου Συντάγματος

 

ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ

Η επιρροή της «βαθείας τομής» στο Σύνταγμα του 1975

 

Πρώτο κεφάλαιο. Τα ζικ-ζακ στη ρύθμιση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων

  1. Η ρύθμιση του κομματικού φαινομένου

α. Ίδρυση και θέση εκτός νόμου πολιτικών κομμάτων στην πρόταση του 1963

β. Η απάντηση της Αριστεράς: ο λαός μόνος κριτής των κομμάτων

γ. Η κατοχύρωση των κομμάτων στο Σύνταγμα του 1975

δ. Η επιμονή της Αριστεράς στην ελευθερία των κομμάτων

  1. Η απαγόρευση της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος

α. Η ναρκοθέτηση των ελευθεριών στην πρόταση του 1963

β. Η Αριστερά υψώνει τα λάβαρα του φιλελευθερισμού

γ. Το μετέωρο βήμα του Συντάγματος του 1975

δ. Η Αριστερά θέτει το πρόταγμα της συμφιλίωσης του κράτους με τους πολίτες

  1. Η συνδικαλιστική ελευθερία και το δικαίωμα της απεργίας

α.  Η εισαγωγή πρόσθετων περιορισμών στην πρόταση του 1963

β. Η αντίδραση της Αριστεράς

γ. Η διστακτική και υπό όρους κατοχύρωση στο Σύνταγμα του 1975

δ. Η Αριστερά διεκδικεί τη διευρυμένη κατοχύρωση της συνδικαλιστικής ελευθερίας και του δικαιώματος της απεργίας

  1. Το καθεστώς του Τύπου

α. Ο περιορισμός της ελευθεροτυπίας στην πρόταση του 1963

β. Η Αριστερά σε ρόλο υπερασπιστή της ελευθεροτυπίας

γ. Η αυστηρή οριοθέτηση του Τύπου στο Σύνταγμα του 1975

δ. Η Αριστερά υπέρ της διεύρυνσης της ελευθεροτυπίας

 

Δεύτερο κεφάλαιο. Κοινωνικά δικαιώματα και «οικονομικό Σύνταγμα»

  1. Η εισαγωγή κοινωνικών δικαιωμάτων

α. Το πενιχρό κοινωνικό πρόσωπο της πρότασης του 1963

β. Η επιφυλακτική στάση της Αριστεράς

γ. Η «λιποβαρής» αναγνώριση των κοινωνικών δικαιωμάτων στο Σύνταγμα του 1975

  1. Η προστασία του γάμου και της οικογένειας
  2. Το δικαίωμα στην εργασία

δ. Η Αριστερά υπέρ της κανονιστικότητας των κοινωνικών δικαιωμάτων

  1. Μια ιδιαίτερη περίπτωση: το άρθρο 16 για την παιδεία

α. Το διστακτικό βήμα προς τον εκπαιδευτικό εκσυγχρονισμό στην πρόταση του 1963

β. Η καχυποψία της Αριστεράς

γ. Ο εκπαιδευτικός εκσυγχρονισμός στο Σύνταγμα του 1975

δ. Η συμβολή της Αριστεράς στη διαμόρφωση του νέου τοπίου στην εκπαίδευση

  1. Η ρύθμιση της οικονομικής δραστηριότητας

α. Οι περιορισμοί της ιδιωτικής οικονομικής πρωτοβουλίας στην πρόταση του 1963

β. Η αμηχανία της Αριστεράς

γ. Η οριοθέτηση της οικονομικής δραστηριότητας στο Σύνταγμα του 1975

δ. Η Αριστερά υπέρ του ρυθμιστικού ρόλου του κράτους

  1. Η προστασία της ιδιοκτησίας

α. Η διευκόλυνση των απαλλοτριώσεων στην πρόταση του 1963

β. Η στάση της Αριστεράς

γ. Η οριοθέτηση της ιδιοκτησίας στο Σύνταγμα του 1975

δ. Η αμηχανία της Αριστεράς απέναντι στη ρύθμιση της ιδιοκτησίας

 

Τρίτο κεφάλαιο. Η ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας

  1. Η δικαιοπαραγωγική διαδικασία

α. Η εμπλοκή της κυβέρνησης στην άσκηση της νομοθετικής λειτουργίας στην πρόταση του 1963

β.  Η πολεμική της Αριστεράς

γ. Η διεύρυνση της εμπλοκής της κυβέρνησης στην άσκηση της νομοθετικής λειτουργίας στο Σύνταγμα του 1975

  1. Η κατοχύρωση της νομοθετικής εξουσιοδότησης
  2. Η καθιέρωση των πράξεων νομοθετικού περιεχομένου

δ. Η Αριστερά ενάντια στην ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας

  1. Η διαδικασία υποβολής προτάσεων εμπιστοσύνης και δυσπιστίας

α. Οι ρυθμίσεις ενίσχυσης της κυβερνητικής σταθερότητας στην πρόταση του 1963

β. Η κριτική της Αριστεράς

γ. Η θωράκιση της κυβερνητικής σταθερότητας στο Σύνταγμα του 1975

δ. Η Αριστερά υπέρ της διαδικαστικής ισότητας μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης

  1. Οι αλλαγές στην οργάνωση και τη λειτουργία της Βουλής

α. Η επιτάχυνση της νομοθετικής διαδικασίας στην πρόταση του 1963

β. Η κριτική της Αριστεράς

γ. Η ακόμα μεγαλύτερη επιτάχυνση της νομοθετικής διαδικασίας στο Σύνταγμα του 1975

  1. Η κατάργηση της απαρτίας κατά τη συζήτηση των νομοσχεδίων
  2. Η διαίρεση της Βουλής σε τμήματα

iii. Η νομοθετική πρωτοβουλία στα νομοσχέδια για την κατάσταση των κρατικών οργάνων

  1. Η επιτάχυνση της διαδικασίας ψήφισης των νομοσχεδίων
  2. Η αναδρομική είσπραξη των δασμών και των φόρων κατανάλωσης

δ. Η διάσταση απόψεων στο εσωτερικό της Αριστεράς

  1. Η ανάδειξη της Βουλής και η νομική θέση των βουλευτών

α. Οι περιορισμοί της βουλευτικής ασυλίας, η εκλογή «αριστίνδην» βουλευτών και η διεύρυνση των κωλυμάτων εκλογιμότητας στην πρόταση του 1963

β. Η υπεράσπιση των βουλευτών από την Αριστερά

γ. Το νέο status των βουλευτών στο Σύνταγμα του 1975

  1. Το ανεύθυνο του άρθρου 61
  2. Το ακαταδίωκτο του άρθρου 62

iii. Η εισαγωγή του θεσμού των «βουλευτών Επικρατείας»

  1. Η διεύρυνση των κωλυμάτων εκλογιμότητας

δ. Συνέχειες και ασυνέχειες στην κριτική της Αριστεράς

 

Τέταρτο κεφάλαιο. Ο (αυτο)περιορισμός της κρατικής κυριαρχίας και οι αλλαγές στη δημόσια διοίκηση και τη δικαστική εξουσία

  1. Η «νέα Μεγάλη Ιδέα» της ΕΟΚ

α. Η «πρωτόλεια» διατύπωση της πρότασης του 1963

β. Η εθνοκεντρική κριτική της Αριστεράς

γ. Η θεσμική υποδοχή της ένταξης στην ΕΟΚ στο Σύνταγμα του 1975

δ. Ο διχασμός της Αριστεράς απέναντι στην «ευρωπαϊκή προοπτική»

  1. Η οργάνωση και η δικαιοδοσία της δικαστικής εξουσίας

α. Η «πολιτική» αναβάθμιση της δικαστικής εξουσίας στην πρόταση του 1963

β. Η κριτική της Αριστεράς

γ. Η «τεχνοκρατική» αναβάθμιση της δικαστικής εξουσίας στο Σύνταγμα του 1975

  1. Η ισοβιότητα των δικαστικών λειτουργών
  2. Η αποδυνάμωση του ορκωτού συστήματος

iii. Η ίδρυση του ΑΕΔ

δ. Η συμβολή της Αριστεράς στη διαμόρφωση του νέου πλαισίου

  1. Η οργάνωση της διοίκησης και η υπηρεσιακή κατάσταση των οργάνων της

α. Οι αλλαγές στη διάρθρωση και στελέχωση της διοίκησης και η συνταγματοποίηση του ΑΣΔΥ στην πρόταση του 1963

β. Η στάση της Αριστεράς

γ.  Το πλαίσιο του δημοσιοϋπαλληλικού δικαίου στο Σύνταγμα του 1975

δ. Η «εκσυγχρονιστική» τοποθέτηση της Αριστεράς

Συμπεράσματα

Βιβλιογραφία

—————————————————————————

Έγραψαν για το βιβλίο:

Διατηρώντας με αξιοσημείωτη ακρίβεια λεπτές ισορροπίες μεταξύ διαφορετικών επιστημονικών πεδίων, ο Χαράλαμπος Κουρουνδής κατόρθωσε να πετύχει στο ακέραιο τον εξαιρετικά φιλόδοξο στόχο της μελέτης του και να καλύψει ένα μεγάλο κενό της βιβλιογραφίας του Συνταγματικού Δικαίου και της Συνταγματικής Ιστορίας.

Ακρίτας Καϊδατζής, Επίκουρος καθηγητής Νομικής ΑΠΘ

Το έργο του Χαράλαμπου Κουρουνδή αποτελεί μια πρωτότυπη διερεύνηση της σχέσης της Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας και των αντίστοιχων Συνταγματικών αναθεωρήσεων σε αναφορά με τη στάση της ελληνικής Αριστεράς. Πολύ αξιόλογη δουλειά με χρήση πρωτογενούς υλικού.

Σπύρος Σακελλαρόπουλος, Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου

Η δημιουργική συνάντηση του Συνταγματικού δικαίου, της Ιστορίας και της Πολιτικής Επιστήμης μας προσφέρει ένα έργο που δεν αποτελεί μόνο μια φρέσκια  ματιά για μια σημαντική περίοδο της χώρας η κατανόηση της οποίας αγγίζει επίκαιρα διακυβεύματα.

Μιχάλης Σπουρδαλάκης, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης ΕΚΠΑ


Ακολουθεί βιβλιοκριτική του Χρήστου Λάσκου, που δημοσιεύτηκε στο τεύχος 6 του περιοδικού Marginalia.

Ο Χρήστος Λάσκος διδάσκει φυσική στη μέση εκπαίδευση, είναι διδάκτορας του Τμήματος Παιδαγωγικής του ΑΠΘ και οικονομολόγος.

Ο βιομηχανικός καπιταλισμός, η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου,
η Πολιτική Οικονομία του Ρικάρντο και το σύστημα της πρόσκαιρης κάθειρξης
είναι φαινόμενα που ανήκουν σε μία και την αυτή ιστορική εποχή.

Εβγκένι Πασουκάνις

 

Το βιβλίο του Χαράλαμπου Κουρουνδή είναι μια μελέτη πολιτικής ιστορίας, εστιασμένη στις παρεμβάσεις που αφορούν το Σύνταγμα, χωρίς ωστόσο να περιορίζεται σε νομικά ζητήματα. Ενώ αυτά τα διεξέρχεται με εξαιρετικό τρόπο, από τεχνική άποψη, το κάνει με μια ζωντάνια που δεν συνηθίζεται σε ανάλογες μελέτες.

Ο Κουρουνδής είναι ενεργός δικηγόρος και το βιβλίο βασίζεται στη διδακτορική του διατριβή, που ο ίδιος εκπόνησε στη Νομική της Θεσσαλονίκης. Αυτά του τα χαρακτηριστικά θα μπορούσε να έχουν σαν αποτέλεσμα μια τεχνοκρατική νομική προσέγγιση, με μικρό ενδιαφέρον για το ευρύτερο κοινό. Δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Ο κύριος λόγος, κατά τη γνώμη μου, είναι πως η προσπάθειά του επικαθορίζεται από τα ίδια τα άμεσα πολιτικά του ενδιαφέροντα και, κυρίως, από μια έκδηλη έγνοια για την Αριστερά. Έγνοια, μαζί με την απαραίτητη επιστημονική αποστασιοποίηση – που σημαίνει «ενσυναίσθηση», αλλά τόση όση χρειάζεται, ώστε να παραμένει η οπτική ανοικτή και, επομένως, δημιουργική. Ο Κουρουνδής φαίνεται να είναι πεισμένος ότι, όπως υπογραμμίζει ο Τζεφ Ίλι (Geoff Eley), οι συνταγματικοί ορισμοί πρέπει να συμπληρώνονται από ιστορικές προσεγγίσεις εστιασμένες στην επέκταση των δημοκρατικών δυνατοτήτων με άλλους τρόπους – τρόπους  πέραν από τους νομικούς. Η θέση αυτή υποστηρίζεται από το αναμφισβήτητο γεγονός πως καθοριστικές διευρύνσεις της δημοκρατίας προέκυψαν σπανίως στην ιστορία – και σε πολύ ασυνήθιστες συγκυρίες, όταν η κοινωνικοπολιτική κρίση έφτασε στην κορύφωσή της, προσκαλώντας στο προσκήνιο λαϊκές κινητοποιήσεις επιβλητικής κλίμακας.  Έτσι «έρχεται η δημοκρατία» πάντοτε. Με κεντρικό στοιχείο την κοινωνική κινητοποίηση, την ταξική πάλη. Ίδιες είναι, όμως, οι προϋποθέσεις συνολικά, όταν πρόκειται για εγχειρήματα πολιτικών μετασχηματισμών ή συνταγματικών μεταβολών, όπως αυτές που μελετάει το βιβλίο. Χωρίς το ιστορικο-κοινωνικό συγκείμενο, χωρίς την εστίαση στην παρουσία –ακόμη και ως «απούσα αιτία», για να θυμηθούμε τον Αλτουσέρ– των λαϊκών τάξεων και των αγώνων τους, το αποτέλεσμα είναι αδύνατο και παραπειστικό.

Το βιβλίο επιλέγει ως περίοδο έρευνας την «πυρίκαυστο» εποχή από τη δεκαετία του ’50 μέχρι την εκκίνηση της μεταπολίτευσης. Με σταθμούς το 1963, και την τότε προσπάθεια της ΕΡΕ για τη «βαθεία τομή» στο μετεμφυλιακό Σύνταγμα, και το 1975, όταν δηλαδή ψηφίζεται το Σύνταγμα που, με μικρές τροποποιήσεις, έχουμε και σήμερα. Το 1963 είναι η έναρξη της προϊστορίας του 1975. Αξιοποιώντας, με τις απαιτούμενες λεπτομέρειες, κάθε διαθέσιμο υλικό –από τις συζητήσεις στη Βουλή μέχρι τις αντιπαραθέσεις στον Τύπο, από τις δημόσιες τοποθετήσεις των κομμάτων και των επιστημονικών συλλόγων έως την τεχνική εργασία των κοινοβουλευτικών επιτροπών–, ο Κουρουνδής εξορύσσει τα πραγματικά επίδικα των διαδικασιών. Παράλληλα, μας δίνει μια πολύ αξιόπιστη και τεκμηριωμένη εικόνα των πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών εξελίξεων που αποτελούν τα καθοριστικά συμφραζόμενα της διαμάχης σχετικά με το Σύνταγμα.

Η πρόταση συνταγματικής αναθεώρησης του Καραμανλή, η «βαθεία τομή», αποδεικνύεται πως αποτέλεσε στρατηγική επιλογή της κυβερνώσας Δεξιάς, η οποία, μέσα στην προϊούσα αστάθεια της μετεμφυλιακής κρατικής θέσμισης –και υπο την απειλή της επιδείνωσής της–, επεδίωξε να «συγκεντροποιήσει» την εξουσία. Επιβάλλοντας την κυβέρνηση ως τον κυρίαρχο πόλο, τόσο απέναντι στη Βουλή, όσο και αναφορικά με τον Θρόνο και το Στρατό, επιχείρησε ταυτόχρονα να θωρακίσει το καθεστώς έναντι του εσωτερικού εχθρού. Ο επιδιωκόμενος ευρύτερος στόχος ήταν η εξυπηρέτηση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, η οποία έτρεχε ήδη με ρυθμούς που μόνο η Ιαπωνία έπιανε την ίδια περίοδο. Ήταν η ίδια αυτή που έκανε αληθοφανή τη στενή σύνδεση του ελληνικού καπιταλισμού με την ΕΟΚ.

Η καπιταλιστική ανάπτυξη προϋπέθετε την επιβολή μιας εκτελεστικής εξουσίας πολύ περισσότερο ευέλικτης από τη νομοθετική και τη συγκέντρωσή της στο πλαίσιο της κυβέρνησης, η οποία έπρεπε η ίδια να αναλάβει σημαντικότατο μέρος του νομοθετικού έργου. Είχε ανάγκη, ακόμη, τη δημιουργία μιας δημόσιας διοίκησης που θα υπηρετούσε τις «αναπτυξιακές προτεραιότητες» και θα άνοιγε τον δρόμο για την «ευρωπαϊκή προοπτική» του ελληνικού καπιταλισμού. Ως προς αυτά, η «βαθεία τομή» συντονίζονταν απολύτως με τις διεθνείς τάσεις μεγάλης ενίσχυσης της εκτελεστικής εξουσίας και ενός πρωτοφανούς, στην ιστορία του καπιταλισμού, κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία. Πολλά από αυτά τα στοιχεία θα θεωρητικοποιούσε αργότερα ο Πουλαντζάς με την εισαγωγή της έννοιας του «αυταρχικού κρατισμού». Ο Πουλαντζάς, βέβαια, πρωτύτερα είχε επισημάνει: «Η οικονομική ανάπτυξη αυτή καθεαυτή δεν έχει απολύτως κανένα νόημα –εκείνο που ενδιαφέρει είναι η κοινωνική και πολιτική της σημασία, δηλαδή η σχέση της με την εκμετάλλευση των λαϊκών μαζών». Η «βαθεία τομή» το αντιλαμβάνονταν απολύτως – καλύτερα, παραδόξως, από την Αριστερά της εποχής. Γι’ αυτό το δεύτερο σκέλος των παρεμβάσεων αφορούσε ακριβώς συνταγματικές αλλαγές –τόσο για τη συνδικαλιστική οργάνωση, όσο και για τα «αντισυνταγματικά» κόμματα– προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι, ήδη σε εξέλιξη και με προοπτική μεγάλης ενίσχυσης, εργατικοί αγώνες.  Όπως ρητά το έθεταν οι υποστηρικτές της συνταγματικής αλλαγής, επικαλούμενοι συχνά την κυρίαρχη τότε σχολή του «εκσυγχρονισμού», η οικονομική ανάπτυξη, σε συνθήκες χωρών, όπως η Ελλάδα, δεν συμβαδίζει εύκολα με την «πολλή δημοκρατία».

Τα γεγονότα που ακολούθησαν, η όξυνση της ταξικής πάλης, η εκτεταμένη κοινωνική κινητοποίηση, ο «διακεκομμένος» ελληνικός Μάης των Ιουλιανών, του Πολυτεχνείου και της πρώτης Μεταπολίτευσης, η επιθετική αντίδραση του συστήματος ως τελευταίος σπασμός της αποδιάρθρωσης της μετεμφυλιακής θέσμισης καθόρισαν τη μοίρα της «βαθείας τομής». Και μαζί επέδρασαν στις μετέπειτα συνταγματικές εξελίξεις με αποτέλεσμα, παρ’ όλη την αρχική  βούληση του Καραμανλή και της Δεξιάς, το σημερινό Σύνταγμα να αποτυπώσει τελικά έναν συμβιβασμό, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα δικαιώματα.

Και η πλειοψηφική Αριστερά; Το ΚΚΕ; Η ΕΔΑ; Ποια είναι η στάση της, η τοποθέτησή της; Πώς αντιλαμβάνεται και πώς δρα μέσα στις συγκεκριμένες συνθήκες;

Όπως πολύ αναλυτικά δείχνει ο Κουρουνδής, η βασική της προσέγγιση για τα τεκταινόμενα επικαθορίζεται από την αντίληψή της πως συντελείται μια προσπάθεια «φασιστικοποίησης», ακραίας επίτασης των χαρακτηριστικών του μετεμφυλιακού υπερ-αυταρχικού κράτους. Δεν πρόκειται, ωστόσο, για μια αντίληψη που συνδυάζεται, όπως συνέβη σε άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν, με μια «αριστερίστικη» πολιτική πράξη. Αντίθετα, η συγκεκριμένη ανάλυση την οδηγεί σε μια διαρκή επίδειξη «μετριοπάθειας», συγκράτησης του κινήματος «μέσα σε όρια» και μια προσπάθεια διαμόρφωσης ευρέων μετώπων για την υπεράσπιση του ελάχιστου. Τακτική, η οποία παίρνει συχνότατα γκροτέσκα πραγματικά χαρακτηριστικά. Όπως σημειώνει  ο Κουρουνδής: «Η λανθασμένη εκτίμηση του συσχετισμού των δυνάμεων την οποία απηχούσε η ανάλυση περί «φασιστικοποίησης» διευκόλυνε την ηττοπαθή ανάλυση με βάση την οποία η ΕΔΑ όριζε τα πολιτικά της καθήκοντα, καθώς συνεπαγόταν την υιοθέτηση εκ μέρους της μετριοπαθών στόχων, περιορισμένων στο πλαίσιο της μετεμφυλιακής νομιμότητας και της αναζήτησης του «μικρότερου κακού». Δεν είναι τυχαίο ότι τον Ιούνιο του 1963 η ΕΔΑ υποστήριξε πως η παραίτηση του Κ. Καραμανλή συνιστούσε ήττα του «ανοιχτού φασισμού» ο οποίος «στο πρόσωπο του αυταρχικού και βάναυσου αρχηγού της ΕΡΕ εκφράζει την πιο αδίστακτη και επιθετική πτέρυγα της αντιδραστικής δεξιάς», ενώ ο Θρόνος επέλεξε να σώσει τα προσχήματα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Δύο χρόνια αργότερα, αυτή η τακτική μετατοπίστηκε επιδιώκοντας τη συνεννόηση με όλα τα κόμματα για να περιοριστούν οι αυθαιρεσίες του Θρόνου, ενώ στην περίοδο της δικτατορίας απευθύνθηκε και στο βασιλιά για τη συγκρότηση μετώπου απέναντι στους συνταγματάρχες. Ο κύκλος ολοκληρώθηκε στη συγκυρία της μεταπολίτευσης όταν, στο πλαίσιο της διαφορετικής τοποθέτησης της Αριστεράς απέναντι στον Κ. Καραμανλή ο Η. Ηλιού προσπάθησε να αποσυνδέσει την ίδια τη «βαθεία τομή» από τον πρωθυπουργό και να τη συνδέσει με ξένες δυνάμεις» (σελ. 131-132). Η «μετριοπάθεια», φυσικά, δεν απέτρεψε καμία από τις ζοφερές εξελίξεις, που βίωσε η ελληνική κοινωνία, με αποκορύφωμα την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Μια Αριστερά, που είχε όλη την καλή διάθεση να «συνεννοηθεί», σε βαθμό που να αποτρέπει το μεγαλειώδες κίνημα των οικοδόμων από την διεκδίκηση του 7ωρου –«για λόγους χρονικότητας και τακτικής»–, ή να αρνείται ως μαξιμαλιστικές πολλές από τις διεκδικήσεις και τα συνθήματα των μαζικών δημοκρατικών κινημάτων της εποχής. Αλλά που η ίδια συνελήφθη, χωρίς την παραμικρή αντίσταση, στον ύπνο στις 21 Απριλίου 1967.

Ο Κουρουνδής δεν «καταγγέλλει» την Αριστερά. Επιχειρεί να εξηγήσει τη διαδρομή της – και τις προφανείς αποτυχίες της. Προκειμένου γι’ αυτό ερευνά το βαθύτερο, το πιο στρατηγικό υπόστρωμα των πρακτικών της. Και δείχνει, με πολύ πειστικό τρόπο, πως η ΕΔΑ και το ΚΚΕ οδηγήθηκαν σε συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές λόγω, κυρίως, της στρατηγικής τους ανάλυσης για τον εξαρτημένο και υπανάπτυκτο χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού, ο οποίος καθορίζονταν κυριότατα και διαχρονικά από τα δεδομένα της «ξενοκρατίας». Γι’ αυτό, κιόλας, σε μια περίοδο, που η ελληνική άρχουσα τάξη, πραγματοποιούσε πολιτικές τομές και οργάνωνε μείζονες συνταγματικές αλλαγές προκειμένου να θωρακίσει την καπιταλιστική ανάπτυξη, η ΕΔΑ αρνιόταν τα ίδια τα γεγονότα. Ενώ η οικονομική ανάπτυξη και ο προσανατολισμός προς τη βαρειά εκβιομηχάνιση εξελίσσονταν με πρωτοφανείς ρυθμούς και ο κρατικός παρεμβατισμός και η «σχεδιοποίηση» γινόταν βασικά προτάγματα του κράτους της Δεξιάς, η Αριστερά αντιμετώπιζε τη «βαθεία τομή» ως «αντιδραστική στροφή στο παρελθόν». Η ΕΔΑ ήταν απολύτως πρόθυμη να συνεργαστεί με το «παραγωγικό» τμήμα της καπιταλιστικής τάξης, σε μια «πανεθνική συμμαχία» ενάντια στους «κερδοσκόπους», την «πλουτοκρατική ολιγαρχία», που εκπροσωπούσε η Δεξιά. Ήταν έτοιμη να βοηθήσει στην επίτευξη της οικονομικής ανάπτυξης και της εκβιομηχάνισης, κατεξοχήν «προοδευτικών» επιδιώξεων, που η Δεξιά εμπόδιζε εκπροσωπώντας τα αντιδραστικά και καθυστερημένα στρώματα της ολιγαρχίας. Όπως το θέτει ο Κουρουνδής, «[α]κόμη και το 1962, ενώ η οικονομική ανάπτυξη στη χώρα επιταχυνόταν με αυξανόμενους ρυθμούς, το κόμμα της Αριστεράς επέμενε ότι «αν δημιουργήθηκαν μερικές βιομηχανικές μονάδες […] αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, εκβιομηχάνιση της χώρας, ούτε, πολύ λιγώτερο, ολόπλευρη και αρμονική ανάπτυξη της οικονομίας της» […] Το πρόβλημα της Αριστεράς ήταν πως δεν κατανοούσε τις αλλαγές στην οικονομία και την κοινωνία που επέφερε το μοντέλο κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης το οποίο προωθούσε η ΕΡΕ και εθελοτυφλούσε εξακολουθώντας να θέτει ως πρόταγμα την εκβιομηχάνιση της χώρας και να διαχωρίζει μηχανιστικά την «πλουτοκρατική ολιγαρχία» από το σύνολο της αστικής τάξης. Με άλλα λόγια, δεν εστίαζε την κριτική της στον ταξικό χαρακτήρα της διαρκώς επιταχυνόμενης ανάπτυξης αλλά παρέμενε προσκολλημένη στο ερώτημα αν υπάρχει τελικά αυτή η ανάπτυξη δίνοντάς του μάλιστα αρνητική απάντηση» (σελ. 129). Αυτή η στρατηγική ανάλυση, επιπλέον, εντάσσονταν σε μια διεθνή τάση, συνδεδεμένη ισχυρά με τον κυρίαρχο σοβιετικό μαρξισμό της εποχής: «Πρόκειται για το μοτίβο του «μιζεραμπιλισμού», το οποίο εμφανίζεται και στα άλλα Κομμουνιστικά Κόμματα της Δυτικής Ευρώπης, με χαρακτηριστικό παράδειγμα εκείνο της Γαλλίας, όπου το ΚΚ απέδιδε στον Ντε Γκωλ τόσο τον «κίνδυνο εκφασισμού», όσο και τη «βιομηχανική παρακμή» της χώρας» (σελ. 130).

Ο Κουρουνδής στοιχειοθετεί την ανάλυσή του για την Αριστερά με πλήθος –δυσεύρετων, πολλές φορές– τεκμηρίων, ιδίως αναφορικά με την συνταγματική συζήτηση. Όπως προείπα, το βιβλίο μας δίνει τη δυνατότητα να προσεγγίσουμε σε βάθος την ιστορία της περιόδου ως ιστορία του κοινωνικού ανταγωνισμού και των επίδικών του. Κάνοντάς το, προσφέρει κάτι περισσότερο: έναν γενικό οδηγό προσέγγισης, κατάλληλο και για την διερεύνηση των σημερινών, αλλά και των πλησιαζόντων γεγονότων. Άλλωστε, είναι εντυπωσιακές, πολλές φορές και τηρουμένων των αναλογιών, οι επιβιώσεις αντιλήψεων και αναλύσεων. Τόσο η αναζήτηση ευρειών συμμαχιών, έκφραση ενός λαϊκομετωπισμού «σύγχρονης» κοπής, όσο και η ανάλυση που τη στηρίζει, συνεχίζουν, από πολλές απόψεις, μια παράδοση που δεν λέει να μας εγκαταλείψει, σε πείσμα των παταγωδών αποτυχιών της.

Σε μια περίοδο, σήμερα, πολύ διαφορετική, στην καρδιά μιας καταστροφικής ύφεσης και μιας πρωτοφανούς επίθεσης στον κόσμο της εργασίας, ένα πολύ πλειοψηφικό τμήμα της Αριστεράς πάλι δείχνει ως αντίπαλο τους «ξένους» και την «ολιγαρχία» και επιδιώκει μεγάλα μέτωπα, από τους άνεργους μέχρι το μεσαίο και το «παραγωγικό» κεφάλαιο.  Πάλι δεν είναι η καπιταλιστική τάξη, αλλά οι ελάχιστοι «κερδοσκόποι» ο κύριος αντίπαλος. Χαρακτηριστική είναι και η όλη συζήτηση για την «παραγωγική ανασυγκρότηση» και την νέα ανάγκη «εκβιομηχάνισης» της χώρας, η οποία ενώνει ένα πολύ μεγάλο μέρος της Αριστεράς. Μέρος που τείνει, βέβαια, να αγνοεί πως στην πραγματικότητα ελάχιστα αποκλίνει από τις ρητές στοχεύσεις της ίδιας της άρχουσας τάξης – του ΣΕΒ, του ΙΟΒΕ και των εργοδοτικών οργανώσεων (βλ. ενδεικτικά το σχέδιο της McKinsey “Greece 10 Years Ahead –Defining Greece’s New Growth Model and Strategy”, που αποτελεί το πλαίσιο των «προτάσεων για την ανάπτυξη» που κυριαρχούν στους αστικούς κύκλους). Και σήμερα, όπως και τότε, ξανά, η πλειοψηφία των αριστερών ισχυρίζεται πως «η δημοκρατία είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη». Εθελοτυφλεί και πάλι. Η καπιταλιστική ανάπτυξη δεν έχει ανάγκη τη δημοκρατία –κάθε άλλο. Η σημερινή εργοδοτική δικτατορία στη χώρα μας είναι εξαιρετικά ευνοϊκή γι’ αυτήν την ανάπτυξη. Γι’ αυτό η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να μας πνίγει στους ευφημισμούς. Δυστυχώς, όμως, δεν είναι μόνο η κυβέρνηση που εμφορείται από αναπτυξιακά «οράματα» κρύβοντας αντικειμενικά την πρωταρχικότητα της εκμετάλλευσης, η οποία βρίσκεται στη βάση της ανάπτυξης.

Μετά από οκτώ χρόνια Μνημονίων –τα νέα μας Συντάγματα, επικυρωμένα αποκλειστικά σχεδόν με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου του «εκτελεστικού»–, η ανάλυση του Κουρουνδή είναι εξαιρετικά πολύτιμη, και για να καταλάβουμε την εποχή μας. Το βιβλίο του Κουρουνδή είναι μια δημιουργική πολιτική παρέμβαση και μαζί μια πολύτιμη αρχαιολογία –με την έννοια που έδινε στον όρο ο Φουκώ– της αριστερής σκέψης και πρακτικής στη χώρα μας.

 

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

nineteen − two =