Το φαινόμενο Τραμπ δεν δείχνει να είναι παροδικό, ούτε συγκυριακό. Δεν είναι ένα ατύχημα της ιστορίας, αλλά το πιο ακραίο, το πιο κυνικό και πιο ωμό σύμπτωμα μιας εποχής που καταρρέει, παραζαλισμένης και ανήμπορης να αντιδράσει, και μιας νέας εποχής, απρόβλεπτης και άγνωστης, που κυοφορείται με πολέμους, οδύνες και με ανείπωτη βιαιότητα.
Αν το δούμε από αυτή την οπτική γωνία, φαίνεται ότι οι απίστευτες αλλαγές και οι τεκτονικές αναδιατάξεις, που συντελούνται γύρω μας, ανταποκρίνονται, σε δύο –σχηματοποιώντας– κατηγορίες προκλήσεων και αναγκών.
Κατά πρώτο λόγο, στις απρόβλεπτες προκλήσεις της ύστερης παγκοσμιοποίησης και, πιο συγκεκριμένα, μιας άναρχης και αρρύθμιστης, ανταγωνιστικής, παγκόσμιας οικονομίας της αγοράς, με τις κραυγαλέες ανισότητες που δημιουργεί μεταξύ κρατών, και με τα μεταναστευτικά ρεύματα που η ίδια παράγει, μαζί με τις απρόβλεπτες γεωπολιτικές ανακατατάξεις που συνεπάγεται.
Κατά δεύτερο και κύριο λόγο, στις τρομακτικές αλλαγές που επιφέρουν στη ζωή μας καθώς και στην άσκηση και στις μορφές της κρατικής κυριαρχίας οι αλλεπάλληλες τεχνολογικές επαναστάσεις, όπως η τεχνολογία του Internet, η χωρίς σύνορα ηλεκτρονική επικοινωνία, η πληροφορική, και γενικότερα η ψηφιακή τεχνολογία, με τελευταία, την πλέον επαναστατική, εκείνη της τεχνητής νοημοσύνης.
Ως προς τον πρώτο λόγο, είναι χαρακτηριστικό π.χ. ότι ο τρόπος που διαπραγματεύεται με άλλα κράτη ο Τραμπ δεν μοιάζει καθόλου με εκείνον της κλασικής διπλωματίας, αφού γίνεται με όρους οικονομικών συναλλαγών – σου δίνω για να μου δώσεις, do ut des, όπως έλεγαν οι έμποροι της εποχής της Αναγέννησης. Είναι ενδεικτικό, εξάλλου, ότι τα πρώτα μέτρα που έλαβε ο ίδιος είναι η επιβολή δασμών με εκβιαστικές οικονομικές απαιτήσεις και με έντονα εθνοκεντρικό ή μάλλον κρατο-κεντρικό χαρακτήρα.
Πρόκειται για μέτρα διεθνούς οικονομικής πολιτικής, προστατευτικά της οικονομίας των ΗΠΑ, που αποβλέπουν να καταστήσουν τις USA Great Again. Μέτρα που αντιφάσκουν όμως και αντιστρατεύονται, πρώτον, τους όρους του ελεύθερου διεθνούς εμπορίου, δεύτερον, τον ελεύθερο, ανταγωνιστικό, χαρακτήρα της παγκόσμιας οικονομίας της αγοράς και, τρίτον, ανακόπτουν, βίαια και ξαφνικά, την ιστορική πορεία της δημιουργίας μορφών παγκόσμιας διακυβέρνησης, όσο αβέβαιη και θολή και αν είναι αυτή.
Παρατηρούμε εμβρόντητοι ένα πανίσχυρο φιλελεύθερο κράτος, τις ΗΠΑ, που στηρίζεται στη διάκριση των εξουσιών, να απαρνείται στην πράξη τις φιλελεύθερες και δημοκρατικές αξίες που το γέννησαν και το στηρίζουν.
Ανακόπτεται έτσι μια πορεία που περνούσε και περνά μέσα από διεθνείς ή διεθνικές, πολυμερείς, κρατικές συμφωνίες, όπως εκείνες του Παγκόσμιου Οργανισμού του Εμπορίου, της Υγείας ή της Εργασίας, όπως η διεθνής συμφωνία για την κλιματική αλλαγή, για την Παγκόσμια Τράπεζα ή το ΔΝΤ ή ακόμη για το ΝΑΤΟ κ.ά.
Ολα αυτά τίθενται τώρα υπό διακινδύνευση. Η κρατική κυριαρχία βλέπουμε να επανακάμπτει, αναγεννημένη, κραδαίνοντας τη ρομφαία του πολέμου και της ακατάβλητης ισχύος μεταξύ κρατών και αγορών.
Το κράτος από τη μεριά του, ως θεσμός, είναι και αυτό παρόν, παρά την αποψίλωση των εξουσιών του με την παγκοσμιοποίηση, θύμα και συντελεστής, ταυτόχρονα, της ίδιας της παγκοσμιοποίησης και της παγκόσμιας