Αρκετές φορές βλέπουμε τον δημόσιο χώρο ως κάτι το ανταγωνιστικό προς τα ιδιωτικά δικαιώματα. Για παράδειγμα, δια της ρυμοτόμησης ενός οικισμού αφαιρούνται τμήματα των ιδιοκτησιών για να φτιαχτούν οι δρόμοι. Ολόκληρες ιδιοκτησίες απαλλοτριώνονται για να κατασκευαστούν σχολεία, πλατείες ή νοσοκομεία. Από την άλλη μεριά, η ατομική ιδιοκτησία αποτελεί τη βάση της οικονομικής ανεξαρτησίας του υποκειμένου, άρα και τη βάση της χειραφέτησής του. Ταυτόχρονα, η περιουσία ως κατοικία αποτελεί τον προστατευμένο εκείνον χώρο, στον οποίο μπορεί κανείς να αναπτύξει τη δημιουργικότητά του και να πειραματιστεί, απαλλαγμένος από τη λογοκρισία των τρίτων.
Ταυτόχρονα, δημόσιος και ιδιωτικός χώρος τελούν σε σχέση παραπληρωματική. Οι δημόσιες υποδομές, οι οποίες κατασκευάζονται, βεβαίως, αφαιρώντας τμήματα ιδιοκτησίας, καθιστούν την τελευταία λειτουργική και βιώσιμη και αυξάνουν έτσι την αξία της. Ακόμη, η δημόσια ρύθμιση του τρόπου αξιοποίησης μιας ιδιοκτησίας, όπως οι κανόνες για το ύψος των κτηρίων ή για τους ακάλυπτους χώρους, εξασφαλίζουν το αποκαλούμενο από τη θεωρία της δημόσιας επιλογής «κοινωνικό πλεόνασμα» της ιδιοκτησίας. Αυτό το κοινωνικό πλεόνασμα είναι, για παράδειγμα, η αισθητική αξία ενός οικισμού, που αν και δεν ανήκει σε μια συγκεκριμένη ιδιοκτησία τις ωφελεί όλες συνολικά.
Είναι, όμως, εσφαλμένο να θεωρήσουμε ότι ο δημόσιος χώρος συμβάλλει στην ανάπτυξη της ανθρώπινης προσωπικότητας μόνο επειδή μπορεί να προσφέρει ένα υγιές, αισθητικά όμορφο και λειτουργικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο απολαμβάνει να ζει κανείς. Ο δημόσιος χώρος φιλοξενεί την άσκηση και άλλων πολλών ελευθεριών που είναι σημαντικές για τον ατομικό καθώς και για τον συλλογικό αυτοκαθορισμό. Ο δημόσιος χώρος έχει δηλαδή και πολιτική διάσταση. Είναι χώρος έκφρασης της γνώμης, συνάθροισης και διαμαρτυρίας, προβολής ενός καλλιτεχνικού έργου, ελεύθερης κίνησης και κυκλοφορίας, καθώς και χώρος αναψυχής. Συνθέτει δηλαδή το υπόστρωμα υποδοχής της ανθρώπινης κοινωνικότητας, της οικονομικής πρωτοβουλίας και της πολιτικής εν ευρεία εννοία συμμετοχής.
Για τους λόγους αυτούς, η οργάνωση του δημοσίου χώρου, το πολεοδομικό δίκαιο με άλλα λόγια, αν και έχει αντιμετωπιστεί πρωτίστως από τη σκοπιά του άρθρου 24 του Συντάγματος για την προστασία του περιβάλλοντος, θέτει πολύ ευρύτερα ζητήματα συνταγματικής προστασίας. Η οργάνωση του δημοσίου χώρου επηρεάζει συνολικά το σύστημα των βασικών ελευθεριών και τις ευκαιρίες που έχει κάποιος να τις ασκήσει. Για παράδειγμα, η απουσία μεγάλων πλατειών και άλλων κοινόχρηστων χώρων μπορεί να αποθαρρύνει την πολιτική συμμετοχή ή ευρύτερα την ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών. Επίσης, ορισμένες «άδικες γεωγραφίες» που, βεβαίως, έχουν και εισοδηματική βάση, επηρεάζουν σημαντικά τις ίσες ευκαιρίες ανάπτυξης της προσωπικότητας. Όποιος κατοικεί κοντά σε ένα πάρκο ή κοντά στη θάλασσα έχει περισσότερες ευκαιρίες να είναι σωματικά υγιής. Άλλοι έχουν εύκολη πρόσβαση σε ανθυγιεινό φαγητό, γιατί μόνον τέτοιες επιλογές βρίσκονται κοντά τους ή κατοικούν πολύ μακριά από χώρους καλλιτεχνικών εκδηλώσεων και έχουν λιγότερες ευκαιρίες να τις απολαύσουν. Αυτό, όμως, επηρεάζει τη ζωή και τις προοπτικές τους.
Στην πραγματικότητα, η οργάνωση του δημοσίου χώρου μπορεί να εντείνει ή να μειώσει τις ανισότητες. Στην κατεύθυνση του μετριασμού των ανισοτήτων κινείται ο πολεοδομικός νομοθέτης, όταν για παράδειγμα κατά τη ζωνοποίηση της πόλης, με τον καθορισμό των χρήσεων γης και όρων δόμησης, φροντίζει να περιλαμβάνει όλους όσοι θα μπορούσαν να έχουν την προσδοκία να ενταχθούν σε αυτή, λόγω της εργασίας τους ή της κατοικίας τους, με το να επιτρέπει κατοικίες οικονομικά εφικτές για όλα τα εισοδήματα, λόγου χάρη τόσο μονοκατοικίες όσο και πολυκατοικίες. Η οργάνωση συμπεριληπτικών οικισμών είναι κομβικής σημασίας για την εξασφάλιση ίσων ευκαιριών. Ας θυμηθούμε ότι η θεμελιακή απόφαση Brown του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ του 1954, η οποία κατήργησε τον φυλετικό διαχωρισμό στα σχολεία, θα είχε μείνει ανεφάρμοστη, εάν δεν είχε οργανωθεί η μετακίνηση των παιδιών με τα σχολικά λεωφορεία από τις γειτονιές των μαύρων προς τις γειτονιές και τα σχολεία των λευκών.
Τελικά, η οπτική του περιβαλλοντικά ορθολογικού δημοσίου χώρου, που είναι, βεβαίως, πολύ σημαντική για την ποιότητα ζωής, πρέπει να εμπλουτιστεί με την ευρύτερη οπτική της δίκαιης πόλης, η οποία παρέχει κατά το δυνατόν ίσες ευκαιρίες ανάπτυξης της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής ζωής.
Δημοσιεύτηκε στο ένθετο Νέες Εποχές της εφημερίδας Το Βήμα την 1η Ιουνίου 2025




