Από συνταγματική σκοπιά, η πρωτοβουλία της κυβέρνησης να οργανώσει το δημοψήφισμα της προσεχούς Κυριακής θέτει σοβαρά ζητήματα νομιμότητας:
Εν πρώτοις, δεν είναι σαφές σε ποιο κείμενο ο ελληνικός λαός καλείται να απαντήσει με ένα «ναι» ή με ένα «όχι». Αν, όπως διατείνεται η κυβέρνηση, πρόκειται για τη χρονολογικά τελευταία πρόταση των θεσμών, αυτό δεν είναι επίσημο και πάντως δεν είναι οριστικό κείμενο. Αν αύριο ο κ. Γιουνκέρ το αποσύρει ή το τροποποιήσει, τότε το δημοψήφισμα θα καταστεί άνευ αντικειμένου. Εκτός αν η κυβέρνηση θεωρεί ότι θα τεθεί υπό την κρίση του λαού οποιαδήποτε πρόταση υποβάλουν οι θεσμοί, ακόμη και η πιο συμφέρουσα. Κάτι τέτοιο, όμως, θα ήταν εξαιρετικά ανεύθυνο εκ μέρους της.
Δεύτερον, παρότι το δημοψήφισμα θα διεξαχθεί για «κρίσιμο εθνικό θέμα» -και, συνεπώς, μπορεί κατ’ αρχήν να αφορά κάθε ζήτημα μείζονος σημασίας για το έθνος- στη συγκεκριμένη περίπτωση θα είναι κατά 80%-90% δημοσιονομικού ενδιαφέροντος. Οπως δημοσιονομικού ενδιαφέροντος ήταν και η πρόταση των 7,9 δισ. ευρώ του κ. Τσίπρα προς τους δανειστές. Aυτό όμως το Σύνταγμα το απαγορεύει ρητά για το άλλο είδος δημοψηφίσματος που το ίδιο προβλέπει, δηλαδή την έγκριση ή απόρριψη ψηφισμένων δημοσιονομικών νομοσχεδίων. Ερωτάται όμως: μήπως βαπτίζοντας κρίσιμο εθνικό θέμα ένα κατ’ εξοχήν δημοσιονομικό ζήτημα, η κυβέρνηση καταστρατηγεί τη συνταγματική απαγόρευση; Εν προκειμένω, το μόνο έντιμο -και, κατ’ επέκταση, το μόνο συνταγματικά θεμιτό- ερώτημα θα ήταν «ευρώ ή δραχμή». Η κυβέρνηση όμως δεν τολμά να το θέσει.
Ο κ. Τσίπρας, εξάλλου, τηρεί σιγήν ιχθύος για τις συνέπειες της τυχόν επικράτησης του «όχι». Θα διαπραγματευθεί με τους δανειστές για μιαν άλλη συμφωνία; Θα αποσύρει τη χώρα από το ευρώ; Η στάση της αποτελεί τον ορισμό της παραφθοράς του δημοψηφίσματος από référendum σε plébiscite, που πρώτος δίδαξε ο Μέγας Ναπολέων για να γίνει δικτάτωρ. Να άλλη μια ασάφεια που επιτείνει τη σύγχυση.
Αν στα ανωτέρω προσθέσει κανείς και τον ελάχιστο χρόνο που θα διατεθεί για να αναπτυχθούν οι εκατέρωθεν απόψεις -πού ακούστηκε να συζητηθεί το μέλλον, κατ’ ουσίαν, της χώρας σε πέντε ημέρες;- αντιλαμβάνεται πως, μέσω μιας κατ’ επίφαση δημοκρατικής διαδικασίας, η κυβέρνηση επιχειρεί ανερυθρίαστα να παγιδεύσει τον ελληνικό λαό. Ούτε όμως το Σύνταγμα ούτε ο πατριωτισμός των Ελλήνων ανέχονται τέτοιου είδους εκτροπές.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Καθημερινή 28/06/2015
Η εκτροπή συνεχίζεται..
Με την πράξη νομοθετικού περιεχομένου που μόλις εξέδωσε (ΦΕΚ Α’64/28.6.2015), η κυβέρνηση μεταβάλλει μονομερώς και προς το συμφέρον της τους κανόνες του παιχνιδιού που ίσχυαν για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος: όπως ορίζεται επί λέξει, «εάν δεν είναι δυνατή η συγκρότηση μιας μόνο Επιτροπής Υποστήριξης για το «ναι» ή το «όχι», λόγω ιδεολογικών ή πολιτικών ή άλλων διαφωνιών, αυτό ανακοινώνεται [στον αρμόδιο Υπουργό] από τον εκπρόσωπο του πρώτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος, μεταξύ αυτών που υποστηρίζουν κάθε επιλογή». Στην περίπτωση αυτή διατίθενται τα 2/3 του προεκλογικού χρόνου στα κόμματα και το 1/3 στους λοιπούς φορείς που συντάσσονται με κάθε επιλογή.
Με άλλα λόγια, επειδή προφανώς δεν επιθυμεί να συγκροτήσει κοινή Επιτροπή Υποστήριξης με την Χρυσή Αυγή, ο κ. Τσίπρας εξασφαλίζει το δικαίωμά του να βγαίνει μόνος στην τηλεόραση για το μεγαλύτερο μέρος του διατιθέμενου ραδιοτηλεοπτικού χρόνου.
Αν αυτό ίσχυε μόνο για τον ίδιο (και για τον κ. Καμμένο) θα επιβεβαίωνε απλώς την κομματική ερμηνεία του Συντάγματος που του είναι τόσο οικεία. Όμως η νέα ρύθμιση επιβάλλει τον κανόνα των 2/3 και του 1/3 και για τους υποστηρικτές της άλλης επιλογής, ακόμη και αν αυτοί δεν το θέλουν.
Η τροποποίηση αυτή επήλθε μετά την προκήρυξη του Δημοψηφίσματος, κάτι που ούτως ή άλλως την καθιστά νομικά προβληματική. Σε κάθε περίπτωση, η συγκεκριμένη ρύθμιση είναι κραυγαλέα παράνομη αφού προσαρμόζει τους κανόνες του παιχνιδιού στις ανάγκες του κυβερνώντος κόμματος: όχι μόνο θέλει να κρύψει τη σύμπλευση του ΣΥΡΙΖΑ με ένα κόμμα που διώκεται ως «εγκληματική συμμορία», αλλά εμποδίζει και τους υποστηρικτές της ευρωπαϊκής προοπτικής (δηλαδή του «ναι») να εμφανισθούν ενωτικά, πάνω από κομματικούς πατριωτισμούς. Πρόκειται για ανεπίτρεπτη παρέμβαση στην στρατηγική του αντιπάλου για ιδιοτελείς σκοπούς.
Έτσι η εκτροπή συνεχίζεται…
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Καθημερινή 30/06/2015
Pingback: Το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 | constitutionalism.gr