Δύναται να υπάρξει ποινική δίωξη του τέως Προέδρου Τραμπ για υποκίνηση εξέγερσης;

Αλέξανδρος Κυριακίδης, Μεταδιδακτορικός Ερευνητής και Υπεύθυνος Λειτουργίας και Ερευνών, Κέντρο Έρευνας Δημοκρατίας και Δικαίου, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

Πριν από περίπου ένα μήνα, η Εξεταστική Επιτροπή για τη Διερεύνηση της Επίθεσης της 6ης Ιανουαρίου στην Πρωτεύουσα την Ηνωμένων Πολιτειών (ΗΠΑ), η οποία συστάθηκε στις 30 Ιουνίου 2021 με το υπ’ αριθμ. H.Res.503 Ψήφισμα της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, εισηγήθηκε προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης την ποινική δίωξη του πρώην Προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για τέσσερα ομοσπονδιακά αδικήματα: παρακώλυση επίσημης διαδικασίας, συνωμοσία για εξαπάτηση των Ηνωμένων Πολιτειών, συνωμοσία για ψευδή δήλωση, και υποκίνηση, ενίσχυση, βοήθεια ή συνδρομή σε εξέγερση. Η, εν τέλει, εννεαμελής (οκτώ μέλη εκ των Δημοκρατικών και ένα μέλος εκ των Ρεπουμπλικανών)[1] Επιτροπή είχε ως σκοπό τη διερεύνηση όλων των γεγονότων και εμπλεκομένων στην επίθεση στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ την 6η Ιανουαρίου 2021, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη διακοπή της διαδικασίας επιβεβαίωσης των αποτελεσμάτων των προεδρικών εκλογών του Δεκεμβρίου 2020 από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία, και, μεταξύ άλλων, το θάνατο – άμεσα ή έμμεσα – 4 πολιτών και 3 αστυνομικών και την πρόκληση ζημιών ύψους 1.5 εκατομμυρίου δολαρίων στο κτίριο του Καπιτωλίου.

Παρ’ ότι το βαρύτερα τιμωρούμενο αδίκημα εκ των ανωτέρω είναι αυτό της παρακώλυσης, η οποία τιμωρείται με πρόστιμο ή έως 20 έτη φυλάκιση, το σημαντικότερο, ιδιαιτέρως δεδομένων του σκοπού της Επιτροπής, του είδους του αδικήματος, και φυσικά της ήδη εναρχθείσας προεκλογικής περιόδου για τις προεδρικές εκλογές του 2024, στις οποίες ο Ντόναλντ Τράμπ ανακοίνωσε ότι θα είναι υποψήφιος ήδη από τα μέσα Νοεμβρίου 2022, είναι το αδίκημα της υποκίνησης σε εξέγερση. Και αυτό διότι, πέραν της ποινής (πρόστιμο ή φυλάκιση έως 10 έτη), είναι το μόνο που επιφέρει και ποινή αποκλεισμού από το εκλέγεσθαι σε οποιοδήποτε αξίωμα των ΗΠΑ. Εάν καταδικασθεί, ο Ντόναλντ Τράμπ δεν θα μπορέσει να θέσει υποψηφιότητα για Πρόεδρος.

Όμως, ο τέως Πρόεδρος Τράμπ είχε ήδη καθαιρεθεί και παραπεμφθεί από τη Βουλή τον Ιανουάριο του 2021, και τελικά αθωωθεί σε δίκη ενώπιον της Γερουσίας το Φεβρουάριο του ίδιου έτους[2], για το ακριβώς ίδιο αδίκημα της υποκίνησης σε εξέγερση ενόσω ήταν εν ενεργεία Πρόεδρος. Είναι δυνατόν ένας τέως Πρόεδρος να διωχθεί ποινικά για το ίδιο αδίκημα για το οποίο καθαιρέθηκε και αθωώθηκε όσο ήταν εν ενεργεία; Από τη μία, ως μη κατέχων πλέον το προεδρικό αξίωμα, ο εκάστοτε τέως Πρόεδρος δεσμεύεται από όλες τις ποινικές διατάξεις που ισχύουν για κάθε πολίτη. Από την άλλη, η δίωξη για συγκεκριμένο αδίκημα για το οποίο έχει αθωωθεί ήδη προσκρούει δυνητικά στην απαγόρευση διπλής δίωξης/καταδίκης (double jeopardy) για το ίδιο έγκλημα, η οποία προβλέπεται στην 5η Τροποποίηση του Συντάγματος των ΗΠΑ.

Το ανωτέρω ερώτημα έχει ήδη εξετασθεί από το Γραφείο Νομικού Συμβουλίου του Υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ[3] σε μία Γνωμοδότηση του 2000 κατά τη διάρκεια των διαδικασιών καθαίρεσης του τότε Προέδρου των ΗΠΑ Μπίλ Κλίντον, στην οποία προκρίνεται ότι μία τέτοια ποινική δίωξη είναι δυνατή. Η Γνωμοδότηση αναφέρει ότι, παρά το γεγονός ότι το άρθρο 1, ενότητα 3, παρ. 7 του Συντάγματος των ΗΠΑ προβλέπει ότι η ποινή σε υποθέσεις καθαίρεσης είναι η απομάκρυνση από το σχετικό αξίωμα αλλά «το καταδικασθέν (για καθαίρεση) μέρος» είναι υπόλογο σε περαιτέρω διώξεις, ποινές, κλπ., και άρα φαίνεται η δίωξη να είναι δυνατή μόνον σε περίπτωση καθαίρεσης και καταδίκης σωρευτικά, ιστορικά η διάταξη αντιμετωπίσθηκε με διασταλτική και όχι συσταλτική ερμηνεία του κειμένου, ήτοι δίχως να αποκλείονται περαιτέρω διώξεις σε περίπτωση καθαίρεσης αλλά μετέπειτα αθώωσης.

Όσο για την απαγόρευση επιβολής πολλαπλών ποινών ή/και διπλής δίωξης για το ίδιο έγκλημα, η Γνωμοδότηση εντοπίζει τη διαφορά στο περιοριστικό εύρος της ποινής καθαίρεσης στις ΗΠΑ (αφαίρεση αξιώματος μόνον) σε σχέση με το τότε ισχύον Αγγλικό δίκαιο, στο οποίο η Βουλή των Λόρδων είχε τη δυνατότητα να επιβάλει έως και θάνατο ως ποινή καθαίρεσης. Ο περιορισμός αυτός είναι ενδεικτικός της επιθυμίας διαφοροποίησης της διαδικασίας καθαίρεσης από ποινικές και άλλες συναφείς διαδικασίες. Η απαγόρευση διπλής δίωξης για το ίδιο έγκλημα ισχύει για δυνητικά επιβαλλόμενες ποινές που θέτουν σε κίνδυνο «τη ζωή ή τα άκρα» (life or limb) ενός ατόμου, ήτοι σοβαρές ποινές στέρησης ελευθερίας, κλπ. Η απομάκρυνση από το αξίωμα θεωρούνταν ιστορικά, και είναι σήμερα, πολιτική, αποσκοπώντας στην προστασία του δημοσίου συμφέροντος και του κράτους από την άσκηση εξουσίας από άτομα τα οποία απεδείχθησαν ανίκανα να την ασκήσουν. Δεν αποτελεί ποινική ή διοικητική ποινή για εγκληματικές ή άλλες ενέργειες. Συνεπώς, η καθαίρεση δεν φαίνεται να εμπίπτει στις ποινές που θέτουν σε κίνδυνο «τη ζωή ή τα άκρα» ενός ατόμου ώστε να απαγορεύεται από την συνταγματική απαγόρευση διπλής δίωξης/καταδίκης. Η Γνωμοδότηση επισημαίνει επίσης ότι, σε κάθε περίπτωση, κανένα ομοσπονδιακό αδίκημα δεν τιμωρείται μόνον με απομάκρυνση από το εκάστοτε αξίωμα που κατέχεται, αλλά αναζητούνται επιπλέον και ποινικές ή άλλες διοικητικές ευθύνες/κυρώσεις.

Σε κάθε περίπτωση, η αθώωση καθαίρεσης στη δίκη ενώπιον της Γερουσίας βασίζεται κυρίως στη νομική κρίση ότι οι διαπραχθείσες πράξεις δεν αποτελούν «υψηλά εγκλήματα και πταίσματα» (high crimes and misdemeanors), για τα οποία μόνον επιτρέπεται συνταγματικά η καθαίρεση, ασχέτως εάν οι πράξεις αυτές έλαβαν χώρα και είχαν ποινικές συνέπειες. Η Γνωμοδότηση υποστηρίζει ότι θα ήταν, συνεπώς, παραβίαση του δικαίου μία πολιτική διαδικασία και ποινή (καθαίρεση) να εμποδίσει περαιτέρω ποινική δίωξη ή/και καταδίκη τέτοιων πράξεων.

Δεδομένων των ανωτέρω, φαίνεται πιθανή μία έναρξη ποινικής δίωξης του Ντόναλντ Τραμπ από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, σε συνέχεια της εισήγησης της Εξεταστικής Επιτροπής, αν και η Γνωμοδότηση δεν αποτελεί νομικά δεσμευτικό κείμενο για τον Υπουργό, και σίγουρα όχι για τη δικαστική εξουσία. Ιδιαίτερο, πολιτικό όμως, ενδιαφέρον σε μία τέτοια περίπτωση θα έχει η πιθανή συνέπεια περαιτέρω συσπείρωσης τον οπαδών του τέως Προέδρου, μεταξύ των οποίων υπάρχουν και ακραία πολιτικά στοιχεία, και ο αντίκτυπος στην προεκλογική περίοδο προς τις εκλογές του 2024.

 

[1] Έπειτα από προβλήματα σχετικά με ένα εκ των λοιπών πέντε μελών που προτάθηκαν από τους Ρεπουμπλικανούς, η τότε Πρόεδρος της Βουλής αποφάσισε να μην επιτρέψει τη συμμετοχή του και οι Ρεπουμπλικανοί απέσυραν και τα πέντε λοιπά προτεινόμενα μέλη.

[2] Το άρθρο 2, παρ. 4 του Συντάγματος των ΗΠΑ προβλέπει τη δυνατότητα καθαίρεσης και καταδίκης, και το άρθρο 1 την αρμοδιότητα της Βουλής για καθαίρεση και παραπομπής σε δίκη, και της Γερουσίας για καταδίκη.

[3] Το Γραφείο έχει αντίστοιχη δομή με το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους του Ελληνικού Υπουργείου Οικονομικών, αλλά μόνον με συμβουλευτικές αρμοδιότητες και όχι αρμοδιότητες εκπροσώπησης του δημοσίου.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

2 × five =