Η ιδιαιτερότητα του θεσμού της ποινικής ευθύνης υπουργών είναι πως η απόφαση για το αν θα ασκηθεί ή όχι δίωξη είναι πολιτική. Λαμβάνεται κατά πλειοψηφία από τη Βουλή. Και, επομένως, με πολιτικά κριτήρια. Πρακτικά, αυτό σημαίνει πως πρόταση για άσκηση δίωξης υπουργού δεν έχει νόημα να γίνει όταν ο ελεγχόμενος υπουργός προέρχεται από την πλειοψηφία της Βουλής. Όχι γιατί θα είναι ατελέσφορη, καθώς θα απορριφθεί. Αλλά για έναν πολύ πιο σοβαρό λόγο.
Σύμφωνα με το άρθρο 86 του Συντάγματος, η Βουλή έχει δύο επιλογές αν υποβληθεί πρόταση για την άσκηση δίωξης υπουργού. Είτε να απορρίψει την πρόταση ως προδήλως αβάσιμη είτε να συγκροτήσει επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης –αυτή που (ανακριβώς) έχει καθιερωθεί να αποκαλείται «προανακριτική επιτροπή». Αν συμβεί το δεύτερο, τάσσεται προθεσμία στην επιτροπή για να υποβάλει το πόρισμά της και ακολούθως η Βουλή αποφασίζει αν θα ασκήσει δίωξη ή όχι. Η κοινοβουλευτική διερεύνηση ποινικών ευθυνών υπουργού μπορεί, επομένως, να πάψει σε δύο χρονικά σημεία. Είτε αν απορριφθεί εξαρχής ως προδήλως αβάσιμη η πρόταση δίωξής του είτε αν απορριφθεί μετά τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης.
Και στις δύο περιπτώσεις, η απορριπτική απόφαση της πλειοψηφίας της Βουλής έχει κρίσιμες ποινικές συνέπειες. Το άρθρο 5 παρ. 7 του νόμου περί ευθύνης υπουργών (ν. 3126/2003) ορίζει: «Εάν η Ολομέλεια της Βουλής απορρίψει (…) ως προδήλως αβάσιμη την πρόταση για την άσκηση της ποινικής δίωξης, νέα πρόταση που στηρίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά είναι απαράδεκτη». Και το άρθρο 6 παρ. 4 του ίδιου νόμου επιβεβαιώνει: «Μετά την (…) απόρριψη από την Ολομέλεια της Βουλής της πρότασης για την άσκηση ποινικής δίωξης, νέα πρόταση που αφορά τα ίδια πρόσωπα και τις ίδιες πράξεις, έστω και με διαφορετικό νομικό χαρακτηρισμό, είναι σε κάθε περίπτωση απαράδεκτη».
Με απλά λόγια, αν η πλειοψηφία της Βουλής απορρίψει, είτε εξαρχής ως προδήλως αβάσιμη είτε μετά από προκαταρκτική εξέταση, την πρόταση δίωξης υπουργού, αυτός απαλλάσσεται οριστικά και δια παντός από κάθε ποινική ευθύνη για τις πράξεις για τις οποίες υποβλήθηκε πρόταση δίωξής του. Νέα διαδικασία δεν μπορεί ποτέ πια ξανά να κινηθεί σε βάρος του για τις ίδιες πράξεις.
Άγνωστο για ποιο λόγο, το ΠΑΣΟΚ αποφάσισε να προτείνει τη δίωξη υπουργών για το έγκλημα των Τεμπών, χωρίς να έχει διασφαλίσει τη συμφωνία της πλειοψηφίας στη Βουλή. Ακολούθησε λίγο αργότερα και ο ΣΥΡΙΖΑ, που κατέθεσε παρόμοια πρόταση. Οι προτάσεις αυτές προσφέρουν ένα ανέλπιστο δώρο στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία: την ευκαιρία να τις απορρίψει –όπως περίπου προεξήγγειλε ο Υπουργός Επικρατείας–, προκειμένου να απαλλαγεί για πάντα ο εκ των βουλευτών της ελεγχόμενος υπουργός. Η πρωτοβουλία των κομμάτων της αντιπολίτευσης συνιστά εγκληματική απρονοησία. Γιατί επιτρέπει στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία να την αξιοποιήσει ως πλυντήριο για να ξεπλυθούν οι όποιες ποινικές ευθύνες υπουργών ενδεχομένως υπάρχουν για μια τραγωδία, που ήταν και σκάνδαλο και έγκλημα.
Ο μόνος πλέον τρόπος να αποφευχθεί το ξέπλυμα είναι, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ να αποσύρουν τις προτάσεις τους, ώστε να μην τεθούν σε ψηφοφορία. Και να περιμένουν, προκειμένου να τις επαναφέρουν σε μιαν επόμενη Βουλή που θα διαθέτει την απαιτούμενη πλειοψηφία για να τις κάνει δεκτές. Αν δεν το πράξουν και αν οι προτάσεις τους, όπως αναμένεται, απορριφθούν ως προδήλως αβάσιμες, τότε δεν θα πάψει να αιωρείται μια φριχτή υποψία σε βάρος τους: ότι, έστω από αμέλεια, συνέπραξαν στη συγκάλυψη ενδεχόμενων υπουργικών ευθυνών για το έγκλημα των Τεμπών.