Ποινική ευθύνη υπουργών: «Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι»

Σπύρος Βλαχόπουλος, Καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ

Το κύριο χαρακτηριστικό της ρύθμισης του άρθρου 86 του Συντάγματος για την ποινική ευθύνη των υπουργών, είναι ότι αναθέτει την ποινική τους δίωξη στη Βουλή. Βέβαια, το 1880 ο Ιωάννης Αραβαντινός στην πραγματεία του «περί ευθύνης των ηγεμόνων και των υπουργών» υποστήριζε ότι η ανάθεση της ποινικής κατηγορίας στη Βουλή «είναι απλούν και ιστορικώς ευεξήγητον φαινόμενον της πολιτικής ιστορίας»  και ότι «δεν πρέπει να επιτραπή εις πάντα πολίτην η ενάσκησις του προς κατηγορίαν των υπουργών δικαιώματος». Από τότε όμως και από την εποχή των ηγεμόνων έχουν περάσει περίπου 150 χρόνια. Πρόδρομος της ποινικής ευθύνης των υπουργών υπήρξε ο θεσμός του impeachment στην Αγγλία, σε μια εποχή όπου δεν είχε καθιερωθεί ακόμη η κοινοβουλευτική ευθύνη των υπουργών. Από τη στιγμή ωστόσο που εδραιώθηκε η κοινοβουλευτική ευθύνη, η εμπλοκή της Βουλής των Κοινοτήτων στην αναζήτηση της υπουργικής ποινικής ευθύνης απώλεσε το ιστορικό δικαιολογητικό της θεμέλιο, με αποτέλεσμα να εφαρμοσθεί για τελευταία φορά το 1804 και οι υπουργοί να δικάζονται κατά τις κοινές διατάξεις (όπως και στην Ιρλανδία). Στη Γερμανία, ο Θεμελιώδης Νόμος της Βόννης δεν περιέχει ειδική διάταξη για την ποινική ευθύνη των ομοσπονδιακών υπουργών. Στην Ισπανία οι διατελέσαντες υπουργοί διώκονται κατά τις κοινές διατάξεις, εκτός ορισμένων περιπτώσεων πολιτικών εγκλημάτων. Στη Γαλλία, η ποινική δίωξη χωρεί πλέον χωρίς άδεια της Βουλής, ενώ στην Ιταλία η ποινική δίωξη ασκείται από τη δικαστική εξουσία και ο ρόλος του Κοινοβουλίου περιορίζεται στη δυνατότητα να σταματήσει τη διαδικασία σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις. Η εκδίκαση των υπουργικών αδικημάτων από τα κοινά ποινικά δικαστήρια ισχύει και σε πολλές άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως σε Βέλγιο, Βουλγαρία, Κροατία, Κύπρο, Λετονία, Μάλτα, Ουγγαρία, Σλοβακία και Τσεχία.

Υποστηρίζεται, από την άλλη πλευρά, ότι η κατηγορία κατά υπουργών δεν έχει μόνο νομικό αλλά και πολιτικό χαρακτήρα και, συνεπώς, θα πρέπει να συμμετέχει και ένα πολιτικό όργανο. Η συλλογιστική αυτή πάσχει διότι ναι μεν η άσκηση ποινικής δίωξης κατά ενός υπουργού μπορεί να έχει συνέπειες για την πολιτική ζωή της χώρας, η κρίση ωστόσο για το εάν κάποιος παραβίασε τους ποινικούς νόμους είναι αμιγώς νομική. Με άλλες λέξεις, ο έλεγχος της συνδρομής των προϋποθέσεων ενός ποινικού αδικήματος από έναν υπουργό δεν είναι πολιτικό ζήτημα. Απλά γίνεται πολιτικό επειδή εμπλέκεται ένα πολιτικό όργανο, η Βουλή. Όπως παρατηρούσε ήδη από το 1891 ο Χαρ. Τρικούπης ενώπιον της Βουλής: «Κατηγορούμενος θα είμαι ενώπιον της δικαστικής αρχής. Ενώπιον υμών είμαι βουλευτής και ως βουλευτής ήλθον».

Για όλους αυτούς τους λόγους και επειδή μάλλον κανείς δεν μπορεί να υποστηρίζει ότι το ισχύον σύστημα πέτυχε, επιβάλλεται η ανάθεση της αρμοδιότητας της άσκησης της ποινικής δίωξης στην τακτική δικαιοσύνη, σε ανώτερους δικαστικούς λειτουργούς. Επειδή επίκειται η νέα έναρξη της νέας συνταγματικής αναθεώρησης, είναι μια ευκαιρία να αποδοθούν επιτέλους «Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ». Δηλαδή τα πολιτικά ζητήματα στα πολιτικά όργανα και τα νομικά ζητήματα στους δικαστές. Είμαστε όμως έτοιμοι για ριζικές αλλαγές που θα εμπεδώνουν το αίσθημα ισονομίας στους πολίτες;

 

Δημοσιεύθηκε στο «Βήμα της Κυριακής», 7 Απριλίου 2024           

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

two × 1 =